24 Ιουνίου, 2018

Τα Γιάννενα και η πολυπολιτισμική αρχιτεκτονική τους- Γιάννενα, η πόλη του πνεύματος


Η πολιτιστική ιστορία των Ιωαννίνων, με τους μεγάλους πεζογράφους και ποιητές, τα καλλιτεχνικά και πνευματικά δρώμενα, που διοργανώνονται όλον τον χρόνο, δίνουν την ευκαιρία για μια γνωριμία με τις ρίζες της πνευματικής παράδοσης της Ηπείρου.
Οι διαδρομές μέσα την πόλη, τα πολλά αξιοθέατα και τα μουσεία, προσφέρουν την αίσθηση μιας άλλης εποχής, γεμάτης μυστικά και θρύλους. 
Τα Ιωάννινα υπήρξαν πολυπολιτισμική επικράτεια, με κυρίαρχο το χριστιανικό, το ισλαμικό και το εβραϊκό στοιχείο. Αυτή η συνύπαρξη έχει αφήσει έντονες μνήμες και καταγραφές στο ιστορικό κέντρο της πόλης.

Το Ρολόι της πλατείας


Πρόκειται για έργο του Περικλή Μελίρρυτου, που κατασκευάστηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα, μετά από εντολή του βαλή και γενικού διοικητή της Ηπείρου και Νοτίου Αλβανίας, Οσμάν του Κούρδου.
Ο υψίκορμος, κομψός και διαμπερής πυργίσκος φιλοξενεί στην κορυφή του το ωρολόγιο των Ιωαννίνων και πλουτίζεται με τέσσερις όμορφες κρήνες στις πλευρές του. Είναι ένα επιτυχές δείγμα νεοκλασικού, μεσογειακού και ανατολίτικου ρυθμού.
Αρχικά, είχε στηθεί στο κέντρο της κάτω πλατείας. Όμως, κατά τη διάρκεια της παρέλασης του 1918, όπου γιορτάστηκε η νίκη των συμμάχων στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο τροχός του κιλλίβαντος ενός πυροβόλου παρέκκλινε της πορείας του και αποξήλωσε το κιγκλίδωμα του ωρολογίου. Τελικά, οι λίθοι του μνημείου διαφυλάχθηκαν στον περίβολο του Δημαρχείου και το 1925 με παρέμβαση του δημάρχου Βασιλείου Πυρσινέλλλα αναστηλώθηκε το μνημείο.

                             Το παλιό Ταχυδρομείο


Το κτίριο του Ταχυδρομείου είναι έργο του αρχιτέκτονα Περικλή Μελίρρυτου.
Πρόκειται για συμμετρικό διώροφο κτίριο, με προεξέχον τμήμα της πρόσοψης και επιλεγμένα νεοκλασικά στοιχεία, κεντρικό αέτωμα και κορινθιακά επίκρανα στις γωνίες των ορόφων.
Ανεγέρθηκε το 1905 από τον πασά τον Ιωαννίνων, Οσμάν τον Κούρδο. Στο μέγαρο αυτό στεγάστηκε το πρώτο οθωμανικό Παρθεναγωγείο (Μέση Αστική Σχολή Θηλέων).
Κινδύνευσε με κατεδάφιση το 1975 και αποκαταστάθηκε στην αρχική του μορφή το 1985.
Χαρακτηρίστηκε ως διατηρητέο μνημείο το 1984.

Το Δημαρχείο

Το κτίριο που φιλοξενεί το Δημαρχείο των Ιωαννίνων κτίστηκε το 1938, για να στεγάσει το τοπικό υποκατάστημα της Εθνικής Τραπέζης. Μέχρι το 1930, στη θέση αυτή βρισκόταν το τουρκικό Διοικητήριο, το οποίο καταστράφηκε από πυρκαγιά.
Αφού εγκαταλείφθηκε από την Εθνική Τράπεζα, χρησιμοποιήθηκε ως κατάλυμα υψηλών προσώπων, επιστημονική λέσχη και χώρος της Ζωσιμαίας Βιβλιοθήκης. Το κτίριο είναι έργο του αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχου. Κοσμείται εξωτερικά με περίτεχνη μετόπη από υαλωμένα πλακίδια πορσελάνης με φυτικά θέματα, τοξοστοιχίες από κεραμικούς πλίνθους και μαρμάρινους βυζαντινίζοντες κίονες.Κιγκλιδώματα γιαννιώτικης τεχνοτροπίας από συμπαγή σφυρήλατο σίδερο συμπληρώνουν την όψη του.
Εξάλλου, πρέπει να αναφερθούν οι κιονοστοιχίες της μεγάλης αίθουσας του ισογείου, καθώς και τα βιτρώ με θέματα δυτικής μεσαιωνικής προέλευσης*.
*Πηγή: Αναστάσιος Παπασταύρος, Ιωαννίνων Εγκώμιον - Το παρελθόν που δε χάθηκε,Εκδ. Εκδοτική Βορείου Ελλάδος Α.Ε.

Η στοά Λούλη


Η Στοά Λούλη κτίστηκε το έτος 1875 και οι αψίδες στην είσοδο της μεταφέρθηκαν από την Ιταλία. Αρχικά η στοά λειτούργησε ως χάνι, στο οποίο κατέλυαν οι άνθρωποι από τα χωριά, όταν παρέμεναν στα Γιάννινα.
Σιγά σιγά το χάνι έγινε σημείο - κόμβος, όπου συγκεντρώνονταν άνθρωποι από όλη την Ήπειρο, για να ξεκινήσουν το μεγάλο, για την εποχή, ταξίδι τους στην Αθήνα. Η συνεχής κίνηση τόσων ανθρώπων είχε σαν αποτέλεσμα τη μετατροπή της στοάς, σε εμπορικό κέντρο της εποχής.


Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου Κοπάνων


Ο ναός του Αγίου Νικολάου Κοπάνων, βρίσκεται βόρεια από την πόλη των Ιωαννίνων, κοντά στη Λιμνοπούλα, στην βόρεια έξοδο της πόλης, στο δρόμο για το χωριό Πέραμα. Στην περιοχή αυτή παλαιά συνήθιζαν οι γυναίκες να πλένουν τα ρούχα και κοπανούσαν τις βελέντζες στο νερό, για αυτό και ο ναός πήρε την προσωνυμία των Κοπάνων.

Ο τάφος του Αλή πασά

Βορειοδυτικά του τζαμιού, βρίσκεται το μνημείο που φιλοξενεί τους τάφους του Αλή πασά και μιας από τις συζύγους του.

Πρόκειται για μνημείο ορθογώνιας κάτοψης, που είναι χωρισμένο σε δύο τμήματα. Στο πρώτο βρίσκονται οι τάφοι. Αναμφίβολα, η αρχική κατασκευή του τάφου, όπου βρισκόταν το ακέφαλο σώμα του Αλή, ήταν ιδιαίτερα μεγαλόπρεπη και εντυπωσιακή. Το υπάρχον σιδερένιο κιγκλίδωμα , αποτελεί απομίμηση του αυθεντικού σφυρήλατου κιγκλιδώματος, που σώζονταν ως το 1940 περίπου.

Οικία της εβραϊκής κοινότητας

Τυπικό εβραϊκό κτίριο του 19ου αιώνα, που σήμερα κατοικείται. Η οδός Κουντουριώτη, στην οποία βρίσκεται το κτίριο, καθώς και η οδός Γιοσέφ Ελιγιά, ήταν οι δρόμοι, στους οποίους κατοικούσαν κυρίως Εβραίοι.


Παλιά Εμπορική Σχολή

Το κομψό αυτό μέγαρο είναι γνωστό στους Γιαννιώτες ως η ‘‘παλαιά Εμπορική Σχολή’’. Είναι ένα περίοπτο και πολύ ενδιαφέρον κτίριο με έντονα νεοκλασικά γνωρίσματα. αλλά και με φανερή τη γαλλική επίδραση.
Κτίστηκε στη δεκαετία του 1870 ως κατοικία του βαλή του βιλαετίου των Ιωαννίνων. Πρόκειται για όμορφο οικοδόμημα με εντυπωσιακό αέτωμα, μεγάλο εξώστη στην πίσω πλευρά του, κορνιζώματα στα παράθυρα και συμπαγή περίτεχνα κιγκλιδώματα.

Περιφέρεια Ιωαννίνων


Είναι το μεγαλύτερο, σε επιφάνεια και όγκο, κτίριο των Ιωαννίνων. Η κατασκευή του πέρασε από πολλές περιπέτειες. Άρχισε να κτίζεται το 1935 σε σχέδια της Γιαννιώτισσας αρχιτέκτονος Ερικαίτης Ιωαννίδου (1910-1984).
Το κτίριο της Νομαρχίας βομβαρδίστηκε το 1940 και για πολλά χρόνια μετά τον πόλεμο παρέμεινε ερείπιο. Άρχισε να ξανακτίζεται αργότερα και τελείωσε μόλις το 1960. Το 1970 προστέθηκε και τρίτος όροφος σε παραδοσιακό γιαννιώτικο ρυθμό, που έρχεται όμως σε αντίθεση με το λιτό και αυστηρό νεοκλασικό ύφος του αρχικού κτιρίου.


Σουφαρί σαράι

Το Μέγαρο Σουφαρήδων (ιππέων) – «Σουφαρί Σαράϊ» κτίσθηκε εντός μεταξύ των ετών 1815 και 1820 από τον Αλή Πασά μαζί με τα τείχη του Κάστρου. Αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κτίρια στρατωνισμού της περιόδου. Το εντυπωσιακών διαστάσεων κτίριο βρίσκεται απέναντι από το Τουρκικό Λουτρό, έξω από τη βορειοανατολική Ακρόπολη του Κάστρου.

Στοά Λιάμπεη

Η Στοά κτίστηκε μετά τον εμπρησμό των Ιωαννίνων το 1869, κατά τον οποίο καταστράφηκε το μεγαλύτερο μέρος της παλιάς Γιαννιώτικης αγοράς.
Τα μαγαζιά που στεγάζονταν στο εσωτερικό της ήταν κτισμένα με πέτρα και έφεραν καμαρωτές πόρτες από χοντρά σιδερένια πορτόφυλλα, μεγάλα παράθυρα και υπόγειες αποθήκες.

Τα "Μαγειρεία" του Ιτς Καλέ
Το κτήριο ανεγέρθη πιθανώς από τον Αλή Πασά κατά τα έτη 1815-1820. Είναι ένα από τα σημαντικότερα σωζόμενα κτήρια στο χώρο της νοτιοανατολικής ακρόπολης (Ιτς Καλέ) του Κάστρου και αποτελούσε μία από τις εστίες του οθωμανικού οχυρωματικού συγκροτήματος.

Τζαμί και Μεντρεσές του Βελή πασά

Το Τζαμί του Βελή-πασά ή Τσιεκούρ-τζαμί βρίσκεται στη νότια πλευρά του λόφου των Λιθαριτσίων, στονμέσο περίπου μεγάλης ακάλυπτης έκτασης που διαμορφώνεται από τις νοτιοανατολικές παρυφές του λόφου και από τις ανατολικές υπώρειες του κεντρικού υψιπέδου της «άνω πόλης». Σε πολύ κοντινή απόσταση βρίσκεται το Πνευματικό Κέντρο Ιωαννίνων.

Το τζαμί της Καλούτσιανης

Το Τζαμί της Καλούτσιανης βρίσκεται στην κεντρική πλατεία της ομώνυμης συνοικίας της πόλης. Σύμφωνα με επιτοίχια επιγραφή (άγνωστη σήμερα) το Τζαμί κτίστηκε το 1740 από τον Χατζή Μεχμέτ–πασά, βαλή (διοικητή) των Ιωαννίνων, στη θέση ενός μετζίτ (οθωμανικός ναός χωρίς μιναρέ).

Αρχοντικό Κ. Φρόντζου(Λαογραφικό Μουσείο)


Σ’αυτό το σπίτι με τα έντονα στοιχεία της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής που συνδυάζονται αρμονικά με την τοπική παράδοση, έζησε πενήντα χρόνια ο πρωτομάστορας της Εταιρίας Ηπειρωτικών Μελετών, Κωνσταντίνος Φρόντζος (1904-1986), ο οποίος ανέλαβε το σχεδιασμό του κτιρίου.
Το κτίριο κτίστηκε το 1938 και κληροδοτήθηκε στην Εταιρία Ηπειρωτικών Μελετών για να στεγαστεί το Λαογραφικό Μουσείο.

Το κτίριο της VIIIΜεραρχίας


Το 1879 ο Ρασήμ Πασάς θεμελίωσε το κτίριο στο οποίο σήμερα στεγάζεται η VIII Mεραρχία, στη θέση που βρισκόταν άλλοτε το ανάκτορο του Μουχτάρ. Στο ιστορικό αυτό κτίριο, που ήταν γνωστό ως "Κονάκι", πάρθηκαν οι τελευταίες αποφάσεις για την χωρίς όρους παράδοση της πόλης στον ελληνικό στρατό, στις 20 Φεβρουαρίου του 1912.

Το Λουτρό των Ιωαννίνων

Το Λουτρό βρίσκεται έξω από τη βορειοανατολική Ακρόπολη του Κάστρου, νότια της Βιβλιοθήκης. Είναι ένα από τα πρωιμότερα σωζόμενα οθωμανικά μνημεία στα Γιάννινα (αρχές του 17ου αιώνα). Φαίνεται ότι αντικατέστησε το εντοπισμένο βορειότερα βυζαντινό λουτρό.

Το σπίτι του Δεσπότη/Οικία Χουσεϊν Μπέη
Παλιό αρχοντόσπιτο κτισμένο στα τέλη του 18ου αιώνα, είναι το μόνο που σώθηκε από τη πυρκαγιά του 1820, χάρη στους εκτεταμένους αμπελώνες που το περιέβαλαν. Επί Τουρκοκρατίας ανήκε στην οικογένεια του Χουσεΐν-Μπέη. Η ονομασία ‘Σπίτι του Δεσπότη’ οφείλεται στο ότι ήταν για σημαντικό χρονικό διάστημα η έδρα του Μητροπολίτη Ιωαννίνων. Το αρχοντόσπιτο αυτό είναι κλασσικό στο είδος του. Θεωρείται αριστούργημα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Σήμερα, δυστυχώς, κινδυνεύει να καταρρεύσει.
Οικία Δαβιτσών Λεβή


Στην οδό Κουντουριώτη βρίσκεται το γιαννιώτικο αρχοντικό, που άλλοτε ήταν η οικία του στρατιωτικού γιατρού, Δαβιτσών Λεβή. Το οίκημα κτίστηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Αργότερα στο κτίριο αυτό στεγάστηκε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο και έτσι έμεινε γνωστό ως «Λύκειο».


Τουρκική Βιβλιοθήκη



Η Τουρκική Βιβλιοθήκη είναι κτισμένη πολύ κοντά στη βορειοδυτική Ακρόπολη, και πιθανότατα συνδέεται με την Εστία και το Μεντρεσέ (Ιεροδιδασκαλείο) του Ασλάν Πασά, αποτελώντας ένα θρησκευτικό – εκπαιδευτικό συγκρότημα.




Ιστορικά Διατηρητέα κτίρια των Ιωαννίνων/Αναπαλαιωμένα αρχοντικά
Θαυμαστά, ιστορικά  κτίρια, διατηρητέα και αναπαλαιωμένα, αρχοντικά,  μοναδικά νεοκλασικά,κτίρια σπουδαίων μηχανικών και αρχιτεκτόνων, όπως του Π. Μελίρρυτου, του Αρ. Ζάχου και άλλων, καθώς και το σύνολο του ιστορικού κέντρου των Ιωαννίνων αποτελούν μοναδικά αξιοθέατα.

Οικία Καππά-Παρλαπά




Η οικία της οδού Κ. Φρόντζου 3 στα Ιωάννινα κτίστηκε το 1930 από το γνωστό μηχανικό Περικλή Μελίρρυτο, για την οικογένεια Καππά. Ο ίδιος μηχανικός κατασκεύασε πολλά από τα πιο σημαντικά δημόσια κτίρια της πόλης, όπως το κτήριο του Ταχυδρομείου, την παλιά Ζωσιμαία Σχολή και το Καπλάνειο Μέγαρο, ενώ το εν λόγω κτήριο είναι το μοναδικό, ιδιωτικού χαρακτήρα, έργο του Μελίρρυτου, που σώζεται.
Η οικία Καππά-Παρλαπά είναι διώροφο κτήριο, όπου συνδυάζονται τα παραδοσιακά με τα νέα αρχιτεκτονικά στοιχεία, έχει επικάλυψη στέγης και διαθέτει υπόγειο. Η όψη του είναι λιτή, με μία έμφαση στον κατακόρυφο άξονα και αποτελεί με το ζωηρό κίτρινο χρώμα του και τον κήπο μια χαρούμενη νότα στο κέντρο της πόλης.
Το κτήριο, που διατηρείται σε καλή κατάσταση έχει χαρακτηρισθεί ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο (ΦΕΚ 642/Β/26-8-94) και είναι σήμερα ιδιοκτησία της οικογένειας Παρλαπά.

Οικία Ισμήνης Τζαβέλα (τέλη 19ου αι.)



     
Το κτήριο της οδού Παύλου Μελά 31 είναι διώροφο, νεοκλασικό και διακρίνεται για τη λιτότητα, τη συμμετρία και την αυθεντικότητα της αρχιτεκτονικής του. Η όψη του κοσμείται με παραστάδες, κιγκλιδώματα και ψευδοκιονόκρανα, ενώ τα δωμάτια στο εσωτερικό του είναι αρκετά και σαφώς διαχωρισμένα, ανάλογα με τις λειτουργίες τους.
Ως οικία της οικογένειας Τζαβέλα κληροδοτήθηκε από την απόγονο της οικογένειας Ισμήνη Τζαβέλα στο Δήμο Ιωαννιτών με την επιθυμία να στεγάσει μουσείο. Το κτήριο έχει χαρακτηριστεί ως Έργο Τέχνης (ΦΕΚ 1257/Β/16-12-80) και είναι ιδιοκτησία του Πνευματικού Κέντρου. Σήμερα στεγάζει τα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Νομός Ιωαννίνων) που βρίσκονται στους χώρους του ισογείου, ενώ στον πρώτο όροφο φιλοξενείται αναπαλαιωμένη η οικία, όπως ήταν περίπου όταν ζούσε η δωρήτρια. Εκεί πρόκειται σύντομα να λειτουργήσει ως εκθεσιακός χώρος.

Οικία Κουκουνούρη




Η οικία Κουκουνούρη της οδού Καραμανλή 15 στα Ιωάννινα είναι ένα από τα νοικοκυρόσπιτα των Ιωαννίνων που αγοράστηκε το 1919 από την οικογένεια Κουκουνούρη. Χαρακτηρίζεται γενικά από στοιχεία "επαρχιακού νεοκλασικισμού", με υπόγειο και όροφο. Υπάρχουν δύο κύρια και δύο βοηθητικά δωμάτια, σκάλες ανόδου στον όροφο και στη σοφίτα και καθόδου στο υπόγειο. Στον όροφο υπήρχε και το μπάνιο. Από το θύρωμα του ορόφου εξέρχεται κανείς το μπαλκόνι της πρόσοψης. Στη σοφίτα υπήρχε στέρνα (δεξαμενή) όπου ανέβαζαν το νερό από το πηγάδι της αυλής στο πίσω μέρος του σπιτιού. Σε δωμάτιο του ορόφου υπάρχει αξιόλογο τζάκι.
Η αυλή είναι πλακόστρωτη και μεγάλη και διαθέτει πηγάδι, όπως και βοηθητικούς και αποθηκευτικούς χώρους.
Το κτήριο έχει χαρακτηρισθεί ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο (ΦΕΚ 586/Β/4-11-87) και διατηρείται σε καλή κατάσταση. Σήμερα, αναστηλωμένο, ανήκει στην οικογένεια Βρέλλη και λειτουργεί ως Μουσείο κέρινων ομοιωμάτου "Αθανασίου Β
ρέλλη".


Οικία Αθανασίου Λάππα



 Η οικία Λάππα βρίσκεται στη διασταύρωση των οδών Τσιριγώτη με Δαγκλή 16-18 και έχει χαρακτηρισθεί ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο (ΦΕΚ 642/Β/26-8-94). Το σπίτι αυτό κτίστηκε το 1845 στα θεμέλια του παλαιότερου που είχε καταστραφεί από πυρκαγιά και το οποίο είχε κατασκευαστεί από το Νικόλαο Αθανασίου.
Στο αρχικό εκείνο σπίτι είχε φιλοξενηθεί και ο περιηγητής H.Holland στο δεύτερο ταξίδι του στα Γιάννινα και είχε εντυπωσιαστεί από την αρχιτεκτονική του. Αγοράστηκε στα τέλη του 19ου αι. από την οικογένεια Λάππα για κατοικία της τελευταίας και χρησιμοποιήθηκε και ως προξενείο. Σήμερα είναι ιδιοκτησία των Γ. Μαρούφωφ και Ι. Μπασογιάννη. Το κτήριο κατά τη διάρκεια της ζωής του έχει υποστεί πολλές επεμβάσεις που έχουν αλλάξει την αρχική του μορφή και λειτουργία. 
Η οικία Λάππα είναι χαρακτηριστικό δείγμα αρχιτεκτονικής των αρχών του 19ου αι. και ίσως και παλαιότερης. Έχει αυστηρή και λιτή όψη, με τοξοστοιχία στο ισόγειο, μεγάλη αυλή και όμορφο αίθριο. Χαρακτηρίζεται από μια έντονη εσωστρέφεια, με την ανάπτυξη των λειτουργιών προς το εσωτερικό του οικοπέδου (αυλή). Σήμερα είναι άριστα διατηρημένο.

Οικία Μέκκειου


Το κτήριο της οδού Τσακάλωφ 12-14 έχει χαρακτηρισθεί Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο (ΦΕΚ 642/Β/26-8-94). Κτίστηκε το 1900 και αποτέλεσε αρχικά την κατοικία της οικογένειας Μέκκειου. Αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα μεγαλοαστικής αρχιτεκτονικής, με δύο ορόφους, ορθογωνική κάτοψη, συμμετρική όψη, υπερυψωμένο ισόγειο και τοξωτή είσοδο. Το μεγαλοπρεπές κτήριο έχει επίσης άμεση πρόσβαση στο δρόμο και σαφείς νεοκλασικές επιδράσεις. Το 1931 το δώρησε ο Δημήτριος Μέκκειος στην αδελφότητα κυριών "Η Ζωοδόχος Πηγή" για να στεγάσει το οικοτροφείο θηλέων. Σήμερα η οικία Μέκκειου διατηρείται σε καλή κατάσταση και ανήκει στο ομώνυμο, Μέκκειο Κληροδότημα.

Αρχοντικό Μίσιου

Η οικία Μίσιου βρίσκεται στην οδό Ασωπίου 7 στα Ιωάννινα και έχει χαρακτηρισθεί ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο (ΦΕΚ 518/Α/23-11-36). Το κτήριο είναι ιδιοκτησία του Υπουργείου Πολιτισμού και ειδικότερα της 6ης Εφορείας Νεοτέρων Μνημείων, τα γραφεία της οποίας στεγάζονται σε αυτό.
Στην οικία Μίσιου φιλοξενήθηκε ο Άγγλος περιηγητής Η.Ηοlland στο πρώτο του ταξίδι στα Γιάννινα. Τότε η κατοικία, που κατά τον ίδιο κτίστηκε στις αρχές του 18ου αι. ανήκε στο Μιχαήλ Μίσιο, Γιαννιώτη άρχοντα. Στην πυρκαγιά του 1820 το αρχοντικό αυτό καταστράφηκε και ξανακτίστηκε το 1844 στην ίδια θέση και στον ίδιο αρχιτεκτονικό τύπο. Ο νέος κτήτορας Αλέξιος Μίσιος ήταν ομώνυμος εγγονός του πρώτου κτήτορα και ο αρχιτέκτονας που ανέλαβε την υλοποίησή του ήταν ο γνωστός Αριστοτέλης Ζάχος. 
Το σπίτι αυτό εντάσσεται στους τύπους των γιαννιώτικων αρχοντικών, με συμμετρική κάτοψη σχήματος "Π". Η κρεβάτα (δηλαδή ο βασικός κεντρικός χώρος του ορόφου, που είναι σκεπαστός) είναι μεγάλων διαστάσεων, με τους χαρακτηριστικούς εξώστες της, καθώς και τις μεγάλες τζαμαρίες που την κλείνουν. Η άνοδος από το ισόγειο στον όροφο γίνεται με σκάλα, ιδιαίτερα εντυπωσιακή. Στο ημιυπόγειο και το ισόγειο βρίσκονται οι βοηθητικοί χώροι. Οι ημιυπόγειες αποθήκες, οι λεγόμενες "μπίμτσες", χρησιμεύουν για τη φύλαξη προϊόντων που απαιτούν σκοτάδι και χαμηλή θερμοκρασία. Στην πρόσοψη υπάρχει τοξοστοιχία που της προσδίδει μνημειακό χαρακτήρα. Η οικία διαθέτει και λιθόστρωτη αυλή την οποία περικλείει ψηλός πέτρινος περίβολος.
Ιδιαίτερη περιγραφή της κατοικίας "του άλλου νοικοκύρη μας Μιχαήλ Μίσιου" παραδίδει ο H.Holland στο περιηγητικό του σύγγραμμα. Υπογραμμίζεται η πολυτελής διακόσμηση και επίπλωση συλλεκτικού χαρακτήρα, καθώς και τα κοινά χαρα
κτηριστικά της με αρχοντικές κατοικίες του άλλου ελλαδικού χώρου.


Αρχοντικό Πυρσινέλλα


Το παραδοσιακό γιαννιώτικο αρχοντικό στην οδό Αραβαντινού 1 της πόλεως των Ιωαννίνων, κτίστηκε ανάμεσα στα 1830-1840 στα ερείπια προγενέστερης οικίας. Η κάτοψή του είναι παραλλαγή του τύπου "Π". Περιλαμβάνει ένα ημιυπόγειο όπου βρίσκονται οι αποθήκες, τον ημιώροφο όπου βρίσκονται τα βοηθητικά δωμάτια και τον όροφο στον οποίο αναπτύσσεται η κρεβάτα(κεντρικός σκεπασμένος χώρος του ορόφου), με τα καλοκαιρινά και χειμωνιάτικα δωμάτια. Σε μια ακόμη πτέρυγα που υπήρχε στεγάζονταν βοηθητικοί χώροι. Το εσωτερικό του αρχοντικού κοσμούνταν με πλούσια επίπλωση και διακόσμηση. 

Τα λίθινα τόξα που στηρίζουν την κρεβάτα και το μπροστινό καλοκαιρινό δωμάτιο συνθέτουν ένα εντυπωσιακό και επιβλητικό σύνολο. Στον όροφο δημιουργούνται τριγωνικές προεξοχές προς το δρόμο. Λόγω της μορφής του οικοπέδου, το ισόγειο παρουσιάζεται από τη μια μεριά της κρεβάτας κλειστό. Η όψη προς τη νότια πλευρά παρουσιάζεται λιτή με την ανεπίχριστη τοιχοποιία της, τα μικρά παράθυρα των χειμωνιάτικων δωματίων της και τις χαρακτηριστικές καμινάδες. Η οικία Πυρσινέλλα περιστοιχίζεται από αυλή και πέτρινο περίβολο, ο οποίος ήταν αρχικά πολύ ψηλότερος.
Η οικία Πυρσινέλλα, που έχει χαρακτηρισθεί ως μνημείο Χρήζον Ειδικής Κρατικής Προστασίας (ΦΕΚ 173/Β/7-8-53), είναι σήμερα ιδιοκτησία του Δήμου Ιωαννιτών και προορίζεται για φιλοξενία εκδηλώσεων πολιτιστικού ενδιαφέροντος.


ΠΗΓΗ: Η ιστοσελίδα "Ιστορικά κτήρια" σε σχεδίαση και κατασκευή Αθηνάς Χαρίση και Ναταλίας  Ουμνόβα.

©2003 Ιδρυμα ΕΓΝΑΤΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ





Ένα παρελθόν που... χάνεται!

Υπάρχει όμως δυστυχώς και η άλλη όψη του νομίσματος, καθώς τα γιαννιώτικα αρχοντικά γεμάτα πληγές από τη φθορά του χρόνου, χρειάζονται αναπαλαίωση και συντήρηση. Το κόστος όμως του εγχειρήματος είναι τεράστιο, με αποτέλεσμα τα περισσότερα να έχουν ερειπωθεί ή ακόμη και να καταρρέουν, συμπαρασύροντας ιστορικές μνήμες και στοιχεία της κοινωνίας και του πολιτισμού της πόλης των Ιωαννίνων του παρελθόντος.
Οικία Αργύρη Νικολού(18ος-19ος αι.)/ΠΡΙΝ



Οικία Αργύρη Νικολού  ΜΕΤΑ

Το σπίτι του Δεσπότη σήμερα

 
Πρόσφατα, ένα από τα ομορφότερα νεοκλασικά κτίσματα στο ιστορικό κέντρο των Ιωαννίνων δεν άντεξε, με αποτέλεσμα τμήμα του να καταρρεύσει.
Πρόκειται για το παλιό αρχοντικό στη συμβολή των οδών Κουντουριώτη  και Χρήστου Ευθυμίου, κουβαλά και αυτό τη δική του ιστορία, όπως και τα δεκάδες αρχοντικά  που στέκουν  σε διάφορες γειτονιές  του ιστορικού κέντρου της πόλης.





Τα κτίρια των Εθνικών Ευεργετών
Τα περισσότερα εξ  αυτών, χαρακτηρισμένα ως διατηρητέα,  αποτελούν τμήμα της πολιτιστικής κληρονομιάς της πρωτεύουσας της Ηπείρου.
Φυσικά, θα ήταν παράλειψή μας, εάν δεν κάναμε αναφορά σε κάποια άλλα ιστορικά, αξιόλογα κτίρια των Ιωαννίνων, τα οποία επιβλητικά στέκουν σε διάφορα σημεία της πόλης. Είναι τα κτίρια των λεγόμενων Εθνικών Ευεργετών, όπως των Ζωσιμάδων, του Καπλάνη, του Γ. Σταύρου, του Δόμπολη και τόσων άλλων, οι οποίοι με την ευποιία τους αποτελούν τους φάρους του πολιτισμού μας.
Ζωσιμαία Σχολή

Παπαζόγλειος Υφαντική Σχολή
Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία
Ζωσιμαία Βιβλιοθήκη





Καπλάνειος Σχολή
Στην οδό Ανεξαρτησίας, απέναντι από το Γυαλί Καφενέ, το κτίριο Γ. Σταύρου, που σήμερα φιλοξενεί τις υπηρεσίες της Εκπαίδευσης, αποτελούσε για έναν αιώνα περίπου το καταφύγιο πολλών ορφανών ή φτωχών παιδιών. Εκεί σε αυτό το «έργο τέχνης», όπως χαρακτηρίστηκε από το υπουργείο Πολιτισμού το 1981, με τα νεοκλασικά και νεοαναγεννησιακά στοιχεία, με την επιβλητική είσοδο και με τον ζωγραφικό διάκοσμο του εσωτερικού, λειτούργησαν και σχολές παραδοσιακών επαγγελμάτων.

Όλα ξεκίνησαν το 1869, όταν ο Γιαννιώτης έμπορος, πρώτος τραπεζίτης του ελληνικού κράτους και πρώτος διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Γεώργιος Σταύρου με τη διαθήκη του δώρισε στην πόλη των Ιωαννίνων ένα οικόπεδο και ένα σεβαστό για την εποχή ποσό για την ανέγερση και λειτουργία ενός ορφανοτροφείου αρρένων με σκοπό την εκμάθηση βιοποριστικών χειρωνακτικών επαγγελμάτων. Στο οικόπεδο που δώρισε, βρισκόταν κάποτε το αρχοντόσπιτο του πατέρα του, του Σταύρου Ιωάννου, υπουργού οικονομικών του Αλή πασά. Η κατοικία αυτή, που συνόρευε τότε με ένα κανάλι της λίμνης, καταστράφηκε το 1820.Την εκτέλεση της διαθήκης του Γεωργίου Σταύρου ανέλαβαν στενοί συνεργάτες του στην Εθνική Τράπεζα. Η ανέγερση του ορφανοτροφείου δεν ήταν εύκολη υπόθεση, καθώς η οθωμανική διοίκηση διατηρούσε τις ενστάσεις της. Μετά από πολλά εμπόδια, ο θεμέλιος λίθος μπήκε τελικά τον Ιούλιο του 1882. Με πολλές προσπάθειες και αρκετά παρατράγουδα (π.χ. κατάχρηση χρημάτων) η κατασκευή του κτιρίου ολοκληρώθηκε το 1886. Σύμφωνα με έκδοση του Ιστορικού Αρχείου της Εθνικής Τράπεζας το 2010, την αρχιτεκτονική μελέτη εκπόνησαν οι αρχιτέκτονες της τράπεζας, Θ. Τόμπρος και Ι. Δέδες, με τον πολωνικής καταγωγής μηχανικό της οθωμανικής διοίκησης στα Γιάννενα Σιγισμόνδο Μινέικο να αναλαμβάνει την εκτέλεση του σχεδίου.  


Σημαντικός σταθμός στην όλη διαδρομή του κτιρίου αυτού, ήταν η ίδρυση σχολής αργυροχρυσοχοΐας το 1930, μετά από επιμονή της λαογράφου Αγγελικής Χατζημιχάλη και πρωτοβουλία του μητροπολίτη Ιωαννίνων Σπυρίδωνα. Οι μαθητές δεν διδάσκονταν μόνο τις τεχνικές του ασημιού, αλλά και σχέδιο. Σημαντικοί ασημουργοί όπως ο Αλέξανδρος Τζουμάκας δίδαξαν σε αυτή τη σχολή. 
Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος οδήγησε σε παύση της λειτουργίας της σχολής. Η σχολή άνοιξε ξανά το 1948 για να κλείσει οριστικά στα τέλη της δεκαετίας του '60.
Παράλληλα, η εκμάθηση των διαφόρων παραδοσιακών τεχνών, όπως της ξυλουργικής ή της επεξεργασίας μαρμάρου, μεταφέρθηκε σε κτίρια, ιδιοκτησίας της Μητρόπολης Ιωαννίνων, κοντά στον Άγιο Νικόλαο Κοπάνων. Το κτίριο Γ. Σταύρου στην οδό Ανεξαρτησίας συνέχισε να λειτουργεί ως ορφανοτροφείο-οικοτροφείο μέχρι το 1980...
Στα μέσα της δεκαετίας του '80, το μεγάλο αυτό κτίριο, ιδιοκτησίας της Μητρόπολης Ιωαννίνων, στέγασε διοικητικές υπηρεσίες της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Εκείνη την περίοδο έγιναν εκτεταμένες εργασίες συντήρησης του κτιρίου από την τότε Νομαρχία Ιωαννίνων, με αφορμή την υπό κατάρρευση στέγη. 
Με τη μετακόμιση των υπηρεσιών της Ιατρικής στην πανεπιστημιούπολη, το κτίριο έμεινε άδειο για πολλά χρόνια. Μέχρι που, μετά από συνεννόηση της τότε Νομαρχίας και της Μητρόπολης, έγινε η στέγαση των υπηρεσιών της Εκπαίδευσης.



 Η μετάβαση από την παραδοσιακή αρχιτεκτονική στα νεοκλασικά πρότυπα

ζούλη Παπασταύρου
Αρχιτέκτων Ε.Μ.Π.
(απόσπασμα)

Το παρόν κείμενο αποτελεί μια προσπάθεια ανάγνωσης των μηχανισμών που οδήγησαν στη μετάβαση των Ιωαννίνων από επαρχία της ύστερης οθωμανικής περιόδου σε ελληνική πόλη. Με έναυσμα τα λεγόμενα του Δ. Φιλιππίδη (1984) «(…) δε μας ενδιαφέρει τόσο το ποια είναι αυτή η αρχιτεκτονική όσο το γιατί είναι αυτή που είναι (…)», αναζητούνται οι διαδικασίες που εξασφάλισαν τη συνέχεια της αρχιτεκτονικής έκφρασης στο γύρισμα του 20ού αιώνα και διερευνάται η έκταση εφαρμογής των νεοκλασικών προτύπων. 

Eξευρωπαϊσμός της οθωμανικής αυτοκρατορίας


Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, η οθωμανική αυτοκρατορία επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει τη θέση της στη διεθνή σκηνή και να καθορίσει μια νέα σχέση με τη Δύση. Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνει χώρα μια σειρά μεταρρυθμίσεων με στόχο τον εξευρωπαϊσμό του παραδοσιακού συστήματος, η οποία κορυφώνεται το 1839 με την ανάληψη μεταρρυθμιστικού έργου –Τανζιμάτ (σημ. 1)– και το 1876 με τη θέσπιση του πρώτου οθωμανικού συντάγματος. Στην οθωμανική αυτοκρατορία γίνονται κινήσεις εκσυγχρονισμού των πόλεων (δίκτυα υποδομών, αστικές αναπλάσεις, κτίρια κοινής ωφελείας), ώστε να εναρμονιστεί με τα συμβαίνοντα στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο.
Καθίσταται ευνόητο πως ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της αυτοκρατορίας επέφερε μεταβολές τόσο σε αρχιτεκτονικό όσο και σε πολεοδομικό-χωροθετικό επίπεδο. Η αρχιτεκτονική κλήθηκε να ανταποκριθεί στην εικόνα του αναδιοργανωμένου χώρου, την ανάγκη για νέους κτιριακούς τύπους, τις νέες μορφολογικές επιλογές και τις νέες ανάγκες διαβίωσης, σύμφωνα με τις δυτικές επιρροές. Στην περίπτωση των Ιωαννίνων, η υφιστάμενη κακή ρυμοτομία­ (σημ. 2) βρέθηκε στο επίκεντρο των μεταρρυθμίσεων του γενικού διοικητή του βιλαετίου, Αχμέτ Ρασίμ Πασά (1826-1897), ο οποίος είχε λάβει εκπαίδευση μηχανικού στο Βερολίνο (Παπασταύρος, 2014). Με απώτερο σκοπό την οικοδόμηση της πόλης σύμφωνα με τη σύγχρονη ρυμοτομία, πυρπολεί το μεγαλύτερο τμήμα του εμπορικού κέντρου (1869). Στη συνέχεια αναθέτει στον γερμανικής καταγωγής αρχιτέκτονα Holts τον ανασχεδιασμό της πόλης (Παπαδοπούλου & Κονταξής, 1998). Η πολεοδομική παρέμβαση επέφερε ελάχιστες διαφοροποιήσεις σε ό,τι αφορά τη χάραξη των δρόμων, συνέβαλε ωστόσο στην ανανέωση της κτιριακής υποδομής. Το 1869 χάθηκε το μεγαλύτερο μέρος των παραδοσιακών κτιρίων, που είχαν διασωθεί από την πυρκαγιά του Αλή Πασά το 1820 (σημ. 3). Μετά την καταστροφή του 1820 πολλά από τα κτίρια οικοδομήθηκαν εκ νέου με βάση τα παραδοσιακά πρότυπα, χωρίς όμως να διαθέτουν τον πλούτο και την έκταση των αρχικών (Ζάχος, 1928). Σημαντική απώλεια της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς αποτελεί το αρχοντικό του Νικολού Αργύρη (τέλη 18ου–αρχές 19ου αι.) (σημ. 4) (εικ. 1).

Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική των Ιωαννίνων

Η αρχιτεκτονική της πόλης στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα δύναται να περιγραφεί ως «ιδιότυπη» δεδομένου πως τη χαρακτήριζε η πρόσμιξη μεσαιωνικών, βυζαντινών και ανατολίτικων στοιχείων. Ο ρυθμός αυτός, ο οποίος εμφανίζεται αποκλειστικά στα Ιωάννινα, προσέλαβε την ονομασία «τουρκογιανιώτικος» ή «μεταβυζαντινός» (Κουρμαντζής, 1987). Ως απόρροια της βίαιης εφαρμογής των κρατικών εκσυγχρονιστικών μεταρρυθμίσεων της ύστερης οθωμανικής περιόδου, τα παλαιότερα σωζόμενα κτίσματα στις αρχές του 20ού αιώνα χρονολογούνται από το 1825 έως το 1850. Ανάμεσα στα κτίρια που υφίστανται μέχρι σήμερα ανήκει το σπίτι του Δεσπότη (τέλη 18ου αιώνα) (εικ. 2), το οποίο διεσώθη από την πυρκαγιά του 1820 λόγω των εκτεταμένων αμπελώνων που το περιέβαλαν, το αρχοντικό Πυρσινέλλα (1830-40) (εικ. 3) και η οκία Μίσιου (1844) (εικ. 4). Η τελευταία, διατηρεί το σύνολο των χαρακτηριστικών των αρχοντόσπιτων της Ηπείρου, τα οποία με μικρές παραλλαγές ακολουθούν τον τύπο των αρχοντικών σπιτιών της Ηπειρωτικής Ελλάδας (Ζάχος, 1928). Κατά τη δεκαετία του 1870 σημειώνεται στην πόλη μικρής έκτασης αλλά σημαντικής αξίας ανοικοδόμηση δημόσιων κτιρίων. Οι μορφολογικές ανακατατάξεις, που φέρουν την ταυτότητα της εποχής, εντοπίζονται κυρίως στην εμφάνιση ευρωπαϊκών αντιλήψεων στην εξωτερική διαμόρφωση και στην ογκοπλαστική διάρθρωση των κτιρίων (Σμύρης, 2008).

Η εισαγωγή των δυτικών προτύπων

Η εισαγωγή του δυτικού τρόπου ζωής στις συνήθειες της οθωμανικής αστικής τάξης και η συνεχής επαφή των πολιτών με τα ευρωπαϊκά προϊόντα και ήθη βρίσκει σαφή έκφραση στην αλλαγή του διακόσμου, με την υιοθέτηση νέων μορφολογικών στοιχείων. Αξίζει να σημειωθεί πως η έκθεση των Γιαννιωτών σε δυτικές πολιτιστικές επιδράσεις λάμβανε χώρα ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα. Η γεωγραφική θέση της πόλης, η οποία διευκόλυνε την επικοινωνία με τις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και η γειτνίαση με τις Ιόνιες νήσους και την Κέρκυρα συνέβαλε στην εντονότερη, σε σχέση με άλλες περιφέρειες, διείσδυση του ευρωπαϊκού πολιτισμού (Ζάχος, 1928). Η ενασχόληση των κατοίκων της πόλης με το εμπόριο είχε ως συνέπεια να γίνουν φορείς αστικών σχέσεων μέσα στην οθωμανική αυτοκρατορία.


Η διαχρονική πορεία της λογιοσύνης της πόλης των Ιωαννίνων


ΠΑΝΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΗΠΕΙΡΩΤΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ  

ΖΑΠΠΕΙΟ ΜΕΓΑΡΟ


Ελένη Κουρμαντζή



ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ 
 Αθήνα, 20 Ιανουαρίου 2008



      Από τον 17ο αιώνα και κατά τους μετέπειτα αιώνες, τα Ιωάννινα αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους διαμετακομιστικούς πόλους ολόκληρου του ελλαδικού χώρου. Γιαννιώτες έμποροι κινούνται δραστήρια σε όλον αυτό τον χώρο, ενώ έχουν επεκταθεί και πέραν του Ιονίου προς τις ιταλικές ακτές, και κυρίως προς τη Βενετία. Δημιουργείται έτσι σιγά – σιγά στη Βενετία μια συμπαγής γιαννιώτικη παροικία, η οποία θα διαπρέψει όχι μόνον στο εμπόριο αλλά και στα Γράμματα. Έχουμε πλέον τη δημιουργία μιας κοσμοπολίτικης εμπορικής τάξης, η οποία ξεφεύγει από τα κατεστημένα του τότε εσωτερικού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η οποία καθόλου τυχαία επιδεικνύει ένα λαμπρό παράδειγμα αυτό της χορηγίας για την ίδρυση νεωτερικών Σχολείων στα Ιωάννινα.
Ελένη Κουρμαντζή
      Ιδρύονται στα Ιωάννινα κατά σειρά τρεις νεωτερικές Σχολές: Αυτή του Επιφάνειου Ηγούμενου το 1645, του Εμμανουήλ Γκιόνμα το 1672, του Λάμπρου και Σίμωνος Μαρούτζη λίγο αργότερα, το 1742. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που γράφεται στη Διαθήκη του Επιφάνειου Ηγούμενου: ο «Έλλην διδάσκαλος» της Σχολής υποχρεούται «να διδάσκη γράμματα Ελληνικά, εις τα παιδία και τα κοράσια τα οποία θα θελήσουν να μάθουν, ο οποίος διδάσκαλος πρέπει να εκλέγηται κατά τριετίαν». Ο Λάμπρος Μαρούτζης στη Διαθήκη του διορίζει διδάσκαλο «με υποχρέωσιν του ιδίου να διδάσκη εις τα Γιάννινα τας επιστήμας ήτοι λογικήν, φυσικήν, μεταφυσικήν, θεολογία εις όποιον ήθελε σπουδάσει, και μαθηματικά, ελληνιστί και λατινιστί, θεωρών αναγκαίαν την σπουδήν της λατινικής, διά την επιτυχίαν των ομοεθνών ημών σπουδαστών».
      Δεν είναι τυχαίο ακόμη ότι από τρεις Γιαννιώτες ιδρύονται διαδοχικά τα πρώτα ελληνικά τυπογραφεία της Βενετίας: το 1670 από τον Νικόλαο Γλυκύ, το 1686 από τον Νικόλαο Σάρο και το 1755 από τον Δημήτριο Θεοδοσίου, οι οποίοι διακινούν ως εκδοτικοί οίκοι βιβλία σε όλον τον ελληνικό και ελληνόφωνο χώρο.
      Η ίδρυση των προαναφερθεισών σχολών στα Γιάννενα αποτελεί ασφαλώς και την απαρχή της γένεσης μιας σειράς λόγιων προσώπων, τα οποία θα καταγραφούν στη νεοελληνική ιστορία. Τέτοια πρόσωπα είναι οι πεφωτισμένοι ιερομόναχοι Ευστάθιος Σουγδουρής, Βησσαρίων Μακρής, Μεθόδιος Ανθρακίτης και Μιχαήλ Μήτρου. Ο τελευταίος, γνωστός και ως Μελέτιος ο Γεωγράφος, έγραψε τα πρωτοποριακά για την εποχή έργα Επιτομή της Αστρονομίας και Γεωγραφία Παλαιά και Νέα.
      Το εκπαιδευτικό επίπεδο των Ιωαννίνων κατά τα τέλη του 17ου αιώνα περιγράφεται εκτενώς στο ποίημα του Παΐσιου Ιερομόναχου Έπαινος Ιωαννίνων, από το οποίο δίδουμε ενδεικτικά εδώ ένα γλαφυρό απόσπασμα:
Ακούν οι Χριστιανοί, οπόταν διαβαίνουν,
τα τέκνα τους τα ιερά γράμματα που μαθαίνουν.
Πολλάκις εις προαύλια, εις πρόθυρα και στράτες
βλέπουσι και ακούουσιν όλοι οι διαβάτες
παίδας και τον διδάσκαλον, που κάθεται σιμά τους,
ακούει και τους οδηγά κατά το μάθημά τους.
      Σημαντική στιγμή για το μορφωτικό επίπεδο της πόλης των Ιωαννίνων κατά τον 18ο αιώνα αποτελεί η ίδρυση το 1742 της πρωτοποριακής Σχολής Μαρούτζη, η οποία λειτούργησε έως και το 1797, στην οποία δίδαξε και ένας από τους προδρόμους του λεγόμενου Νεοελληνικού Διαφωτισμού, ο περιώνυμος Ευγένιος Βούλγαρις. Είναι όμως αυτή η περίοδος μια περίοδος καμπής, η οποία θα μας οδηγήσει σε μια νέα, ριζοσπαστικότερη πλέον περίοδο, λόγω των προεπαναστατικών ζυμώσεων που αφορούν τον νέο ελληνισμό.
      Ιδιαίτερα όσον αφορά τα Ιωάννινα, νέες παροικίες γιαννιωτών εμπόρων ιδρύονται πέραν της Βενετίας, στο Λιβόρνο και την Τεργέστη στην Ιταλία, αλλά και στη Μολδοβλαχία, στο Βουκουρέστι και αλλού, καθώς και στη Ρωσία στη Νίζνα και τη Μόσχα. Τέκνα εύπορων εμπορικών οικογενειών κατευθύνονται πλέον για σπουδές στο Παρίσι και στη Βιέννη, όπου τα λεγόμενα νεωτερίζοντα πνεύματα θα επηρεάσουν αυτούς τους επίδοξους σπουδαστές.
      Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί ο γνωστός μας Αθανάσιος Ψαλίδας, ο οποίος, έχοντας φυσικά μορφωθεί στα Ιωάννινα, σπουδάζει προσωρινά στη Πολτάβα της Ουκρανίας και κατευθύνεται στη Βιέννη. Ο Ψαλίδας υπήρξε ένας πολυπράγμων λόγιος, ο οποίος συνέγραψε αρχικά μια δίγλωσση διατριβή, στα ελληνικά και τα λατινικά, με τον τίτλο Αληθής Ευδαιμονία ήτοι Βάσις πάσης θρησκείας (1791). Επίσης εικάζεται ως δικό του έργο και το πρωτοποριακό για τη νεοελληνική λογοτεχνία Έρωτος Αποτελέσματα, ήτοι ιστορία ηθικοερωτική με πολιτικά τραγούδια (1792). Στην πολυσχιδή του συγγραφική δραστηριότητα στη Βιέννη, πέραν των άλλων συγγραφών ποικίλου είδους, συνέγραψε και το κατά βάση πατριωτικό Καλοκινήματα, ήτοι Εγχειρίδιον κατά Φθόνου και κατά της Λογικής του Ευγενίου (1795). Ο Ψαλίδας στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στα Ιωάννινα, για να συνεχίσει εκεί την καριέρα του ως διδάσκαλος στην Καπλάνειο Σχολή. Σε αυτόν αποδίδεται επίσης το πολιτικό – πατριωτικό έργο Ρωσσαγγλογάλλος, γραμμένο περί το 1806.
      Στα Ιωάννινα ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα έχει σχηματιστεί ένας κύκλος ριζοσπαστών λογίων, αποτελούμενος από τους Γιαννιώτες Αθανάσιο Ψαλίδα, Ιωάννη Βηλαρά, Κυρίτζη Χατζή Πολύζου, τον επτανήσιο Διονύσιο Ταλιαπιέρα και πολλούς άλλους, στους οποίους θα προστεθεί αργότερα και ο κοζανίτης Γεώργιος Σακελλάριος, σύντροφος και αυτός του Ρήγα όπως και ο Κυρίτζης Χατζή Πολύζου. Σε αυτό το κλίμα συγγράφεται και το κορυφαίο προεπαναστατικό έργο Ελληνική Νομαρχία, ήτοι Λόγος περί Ελευθερίας (1806), και το οποίο αποδίδεται στον συνήθη «ύποπτο» Αθανάσιο Ψαλίδα.
      Μέσα σε αυτόν τον χώρο δρα και ο πασίγνωστος Ιωάννης Βηλαράς, ιατροφιλόσοφος, λυρικός και σατιρικός ποιητής, δημοτικιστής, διηγηματογράφος και θεωρούμενος από τον ίδιο τον Σολωμό ως πρόδρομός του. Πρέπει όμως να επισημανθεί και το ότι ο Βηλαράς υπήρξε ένας από τους πρώτους που έθεσε μαχητικά το ζήτημα της ομιλούμενης γλώσσας, ενώ είχε αλληλογραφία με γνωστούς επίσης δημοτικιστές όπως με τον Αθανάσιο Χριστόπουλο, τον Γεώργιο Καλαρά και πολλούς άλλους. Ας σημειωθεί επίσης ότι η σάτιρα του Βηλαρά, πρωτοποριακή για τα ελλαδικά δεδομένα, στράφηκε κατά οποιασδήποτε κατεστημένης μορφής και καυτηρίασε ποικίλες κοινωνικές καταστάσεις.
      Αυτός ο κύκλος έκλεισε, ως εκ του φυσικού, το 1821, με την πυρπόληση και την καταστροφή των Ιωαννίνων. Ας σημειωθεί όμως παρεμπιπτόντως ότι αυτή την περίοδο άνθησε και η λαϊκή λογοτεχνία, κυρίως με τη συγγραφή των διάφορων Αληπασιάδων, όπως αυτή του Χατζή Σεχρέτη ή του Κωνσταντίνου Τζουκαλά, ο οποίος αφηγείται επιπρόσθετα σε επικό δίστιχο και την καταστροφή της πόλης των Ιωαννίνων.
      Νέος όμως μορφωτικός και εκπαιδευτικός κύκλος αρχίζει σύντομα με την ίδρυση της Ζωσιμαίας Σχολής το 1828, στην οποία συναρτάται και ευμεγέθης βιβλιοθήκη αργότερα δε και τυπογραφείο. Πέραν από τους εξέχοντες Αναστάσιο Σακελλάριο, φιλόλογο, και Σπυρίδωνα Μανάρη, μαθηματικό, οι οποίοι υπήρξαν διευθυντές της Σχολής, αναδείχθηκε και ο καθηγητής αυτής, ο Πάργιος Παναγιώτης Αραβαντινός, ο οποίος αποτέλεσε μια εξέχουσα μορφή των νεοελληνικών γραμμάτων. Έγραψε σημαντικά έργα, όπως Χρονογραφία της Ηπείρου (1856), Βιογραφική Συλλογή Λογίων της Τουρκοκρατίας, Ιστορία της Ελληνικής Παιδείας και Συλλογή Δημωδών Ασμάτων της Ηπείρου, Ηπειρωτικόν Γλωσσάριον.
      Είναι η στιγμή που κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ξαναρχίζει η ευρύτερη πνευματική παραγωγή των Ιωαννίνων: Εκδίδεται από το 1870 η δίγλωσση, στα ελληνικά και τα τουρκικά, εφημερίδα «Ιωάννινα» - «Γιάνγια», με ειδήσεις που αφορούν την περιοχή· τυπώνεται το 1875 και το 1876 το σατιρικό περιοδικό «Καραβίδα», ενώ παράλληλα ιδρύεται το μορφωτικό Καφεθέατρο «Ολύμπια», βάσει δωρεάς ιδιώτη, με βιβλιοθήκη στον επάνω όροφό του.
      Ας σημειωθεί εδώ ότι στην ομάδα της σατιρικής «Καραβίδας» συμμετείχε ο γνωστός αρχιτέκτονας της πόλης μας Περικλής Μελίρρυτος και ο γιος του Π. Αραβαντινού Σπυρίδων, ο οποίος μάλιστα εξέδωσε και το σημαντικό έργο του πατέρα του με τίτλο Ιστορία του Αλή Πασά του Τεπελενλή (1895). Ας παρατηρηθεί επίσης ότι στην «Καραβίδα» μεταφράσθηκε και το έργο του Goldoni Οι Πετεινόμυαλοι, το οποίο στη συνέχεια παίχθηκε επί της σκηνής του καφεθεάτρου «Ολυμπία».
      Τέλος, μια άλλη εξέχουσα μορφή υπήρξε και ο Κώστας Κρυστάλλης, ο οποίος επικέντρωσε το ενδιαφέρον του σε λαογραφικά θέματα και εξέδωσε και την ποιητική συλλογή «Αι σκιαί του Άδου». Για το τελευταίο αυτό έργο κατηγορήθηκε από τους ρουμανίζοντες και υπέστη τη δίωξη των οθωμανικών αρχών, με αποτέλεσμα να καταφύγει στην Αθήνα για να αποφύγει τη σύλληψή του.
      Μια νέα περίοδος ανοίγει στις αρχές του 20ού αιώνα με την εμφάνιση του Γεωργίου Χατζή-Πελλερέν, ο οποίος ιδρύει την εφημερίδα «Ήπειρος» το 1909, η οποία τυπώνεται μέχρι και τη δεκαετία του 1930. Ο Χατζή-Πελλερέν υπήρξε μεταξύ άλλων ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και οξύς χρονογράφος. Το 1924 μάλιστα, μαζί με τον Χρήστο Χρηστοβασίλη, διευθυντή και εκδότη της εφημερίδας «Ελευθερία» (1914 – 1937), μια διανοούμενη, την Ολυμπιάδα Μίνω, τον Γιωσέφ Ελιγιά, τον Χρήστο Σούλη και άλλους, ιδρύει τον λεγόμενο «Ηπειρωτικό Εκπαιδευτικό Όμιλο», με στόχο τη δημοκρατικοποίηση της παιδείας και τη σύνδεσή της με την πραγματικότητα της ελληνικής ζωής και του νεοελληνικού κόσμου. Βασική αρχή του Ομίλου είναι η καθιέρωση της ζωντανής γλώσσας και η αποβολή κάθε ίχνους «ψευτοκλασικισμού» και «προγονοπληξίας». Η κίνηση διοργανώνει μια σειρά διαλέξεων, εκ των οποίων σημαντικότερη ίσως υπήρξε η «Περί μεταβιβλικής Ποιήσεως», η γενόμενη από τον Γιωσέφ Ελιγιά. Η ομιλία αυτή σχολιάστηκε θετικότατα για το βάθος της.
      Από την εποχή αυτή και μετέπειτα αρχίζουν να βρίθουν τα κάθε είδους έντυπα που τυπώνονται στην πόλη των Ιωαννίνων. Τα έντυπα αυτά δεν είναι πάντοτε καθαρά δημοσιογραφικά. Εκτός των προαναφερθέντων «Ήπειρος» και «Ελευθερία», ιδρύονται στη δεκαετία του ’20 και οι εφημερίδες ποικίλης ύλης «Κήρυξ», «Ηπειρωτική Ηχώ», η οποία μεταβάλλει τον τίτλο της στον γνωστό και σήμερα «Ηπειρωτικό Αγώνα», «Ηπειρωτικόν Βήμα» και άλλες. Εκδίδονται ακόμη και έντυπα της αριστεράς, όπως η εφημερίδα «Άνθρωπος» το1922 και ο «Νέος Αγών» το 1924, της οποίας την κυκλοφορία σταμάτησαν οι Στρατιωτικές Αρχές μετά την έκδοση των δέκα φύλλων. Σημειωτέον ότι ο «Νέος Αγών» τυπωνόταν στα τυπογραφεία της εφημερίδας «Ήπειρος», της φίλα προσκείμενης στο Λαϊκό Κόμμα.
      Άλλα έντυπα της εποχής είναι τα «Ηπειρωτικά Χρονικά» (1924 – 1940), τα οποία έχουν ως στόχο την έρευνα στον χώρο της Ηπείρου, αλλά και το καθαρά λογοτεχνικό «Ελλοπία» (1931) με πρωτεργάτες τους Πάνο Φάντη και Δημήτρη Σιωμόπουλο.
      Μια εξέχουσα μορφή της δεκαετίας του ’20 υπήρξε και ο Γιωσέφ Ελιγιά, γέννημα κι αυτός της ανθούσας τότε πνευματικής κίνησης των Ιωαννίνων αλλά και της γαλλόφωνης Alliance Israélite. Βαθύς γνώστης της εβραϊκής παράδοσης αλλά και της ελληνικής, υπήρξε λυρικός ποιητής, μετέφρασε ποίηση και άσματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και διέτριψε σε φιλοσοφικά δοκίμια περί εβραϊκής Μεταφυσικής. Ο Ελιγιά δεν υπήρξε όμως μόνον και αποκλειστικά λυρικός ποιητής, ο γνωστός μας ως ποιητής της «Παμβώτιδας» ή ως ποιητής της «Ρεβέκκας», αλλά υπήρξε και ένας από τους πρώτους ταξικούς ποιητές της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και ειδικότερα της «Γενιάς του 1920». Ενδεικτικά αναφέρουμε εδώ τα ποιήματα «Εργάτης», «Φαρισαίοι», τα οποία έγραψε στα Γιάννενα το 1924, χρονιά της δίωξής του από τη γενέτειρα πόλη.   Για τα πολιτικά του φρονήματα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τα Γιάννενα και να εγκατασταθεί στην Αθήνα.
      Σιγά – σιγά όμως με τη δεκαετία του 1930, τον β’ παγκόσμιο πόλεμο και τον εμφύλιο που ακολούθησε, η πνευματική κίνηση των Ιωαννίνων σβήνει. Μόνη εξαίρεση αποτελεί η εμφάνιση το 1944 του φιλολογικού περιοδικού «Ηπειρωτικά Γράμματα», στο οποίο συνεργάστηκαν οι γνωστοί μας λόγιοι Δ. Σαλαμάγκας, Λ. Βρανούσης, Χρ. Σούλης, Τ. Σιωμόπουλος και άλλοι. Αλλά η κυκλοφορία αυτού του φιλολογικού περιοδικού διακόπηκε λόγω των τότε κατοχικών συνθηκών.
      Τέλος, εμφανίζεται στα Γιάννενα στη δεκαετία του 1930 και ο γνωστός μας διηγηματογράφος και νεοελληνιστής Δημήτρης Χατζής, αναλαμβάνοντας την εφημερίδα του πατέρα του Γεωργίου Χατζή-Πελλερέν «Ήπειρο», όπου και δημοσιεύει ποιήματά του. Αλλά ο Δ. Χατζής, μέσα στις αντίξοες συνθήκες της εποχής δεν θα μπορέσει να εγκατασταθεί στα Ιωάννινα, παρά να περνά από την πόλη αυτή πολύ αργότερα περιστασιακά. Έμελλε όμως ο Δημήτρης Χατζής να γράψει το πρωτοποριακό βιβλίο το «Τέλος της μικρής μας πόλης» (1953), που μόλις πρόσφατα καθιερώθηκε ως ένα από τα πλέον διεισδυτικά κείμενα της νεοελληνικής διηγηματογραφίας.
  Το «Τέλος της μικρής μας πόλης» είναι στην ουσία μια κοινωνιολογική ανάλυση στρωμάτων της πόλης μας: τα παραδοσιακά στρώματα φθίνουν και ανέρχονται νέα, τα οποία στην ουσία δεν αποτελούν και απαραίτητα την παράδοση αυτής της πόλης. Όλα τούτα συμβαίνουν μέσα στη δίνη της δεκαετίας του 1930 και 1940, όπου και αναδεικνύεται με οξύνοια η κοινωνία της εποχής. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν ο οικονομικός μαρασμός των ταμπάκων της Σιαράβας, η δίψα για χρήμα επίσημων προσώπων της πόλης, ο μαυραγοριτισμός των εμπόρων, η εκτόπιση των Εβραίων των Ιωαννίνων, κ.ο.κ.
      Ο Δημήτρης Χατζής τελικά, περιγράφοντας ένα «Τέλος», ταυτίζεται με το ίδιο, δηλαδή με το τέλος του παλαιού κόσμου των Ιωαννίνων έναντι ενός νέου κόσμου που έρχεται, και που ο νέος κόσμος είναι ξένος γι’ αυτόν.






Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών(Ε.Η.Μ.)
Η Ήπειρος, ως ιστορικό παρελ­θόν, αποτελεί αναμφισβήτητα μία ακτινοβόλο πνευματική και πολιτιστική παρουσία στον ελληνικό χώρο. H ανεκτίμητη προσφορά της στους τομείς αυτούς στάθηκε ένας από τους σημαντικότερους συντελεστές, που διαμόρφωσαν τη ζωή του έθνους κατά τους χρόνους της δουλείας, αλλά και μετά την εθνική αποκατάσταση, ως τις μέρες μας.
Το ειδικό βάρος της προσφοράς αυτής συναρτάται, σε τελευταία ανάλυση, με τα αξιόλογα προτερήματα που κοσμούν τον Ηπειρώτη, αυτά που συγκροτούν, σαν γενικότερη έννοια, την ηπειρωτική αρετή. Απ' αυτή πηγάζει η αγάπη για τη μάθηση, η έφεση της πνευματικής καλλιέργειας, η ευποιία, που ταυτίστηκε στην ουσία με Το ηπειρωτικό όνομα, και τη, μέχρις αυτοθυσίας, λατρεία της Ελευθέριας, όπως έχει αποτυπωθεί στις σελίδες της ιστορίας του Νέου Ελ­ληνισμού.

Δεν εμφανίζει, βέβαια, η ιστορική παρουσία της Ηπείρου την ίδια πνευματική και πολιτιστική άνθηση σ' όλη τη διαδρομή της. Υπάρχουν ο εξάρσεις, που οριοθετούν χώρους, οι οποίοι κατέλαβαν ξεχωριστή θέση στο εθνικό περίγραμμα, όπως υπάρχει και η ύφεση και η στασιμότητα και, μερικές φορές, η σιωπή και η αφάνεια.
Η Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών (Ε.Η.Μ.) ιδρύθηκε το 1953. Είναι σωματείο πνευματικού, φιλανθρωπικού και κοινωφελούς σκοπού, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Αποβλέπει στην ανέλιξη του ηπειρωτικού χώρου και στην άνοδο της πνευματικής και πολιτιστικής στάθμης, συνεπώς και του βιοτικού επιπέδου του ηπειρωτικού λαού.
 Με το πέρας του β΄ παγκοσμίου πολέμου και του καταστροφικού εμφυλίου, που ακολούθησε, υπήρξε κοινωνική και ιστορική αναγκαιότητα για πολιτιστική άνθηση της Ηπείρου, αντάξια της παράδοσης που κληρονόμησε. Έτσι αποφασίστηκε από πνευματικούς ανθρώπους της εποχής, με πρωτεργάτη τον Κ. Φρόντζο, η ίδρυση της Ε.Η.Μ. με καταστατικό που βασίστηκε, κατά κύριο λόγο στο περιεχόμενο του καταστατικού της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Το καταστατικό εγκρίθηκε με την αριθ. 231/25.7.1953 απόφαση του Πρωτοδικείου Ιωαννίνων. 
Με την πάροδο των ετών προέκυψε η ανάγκη τροποποιήσεων αυτού του καταστατικού. Σήμερα λοιπόν η Ε.Η.Μ. λειτουργεί με βάση το τροποποιημένο καταστατικό που καταχωρήθηκε στο Πρωτοδικείο Ιωαννίνων με αρ. 265/2.5.2013.
Σύμφωνα μέ το Καταστατικό, η περισυλλογή του ιστορικού και λαογραφικού υλικού της Ηπείρου και η έρευνα γύρω απ' αυτό αποτελεί μια από τις βασικότερες επιδιώξεις της ΕΗΜ. Γι' αυτό και Ιδρύθηκε ειδική Εφορεία με αποστολή τη συντήρηση και προστασία της ιστορικής παράδοσης και την περισυλλογή και επιστημονική επεξεργασία του υλικού κι ακόμα τη διαφώτιση του κοινού με την εκλαΐκευση των πορισμάτων. Το Διοικητικό Συμβούλιο με την υπ' αρ. 28/1966 πράξη του ενέκρινε τον Κανονισμό λειτουργίας του Τμήματος Ερευνών και Μελετών. Σύμφωνα μ' αυτόν:
  • 1. Τό Τμήμα Μελετών καί Ερευνών σκοττόν έχει τήν μελέτην γενικώς τοϋ Ηπειρώτικου χώρου τόσον είς τόν ιστορικόν καί άρχαιολογικόν τομέα, όσον καί τόν τοιούτον της τέχνης καί της καθόλου ζωής τοϋ Ήπειρώτου.
  • 2. Οι εντός καί εκτός της Ηπείρου Ήπείρώται, οι αναπτύξαντες κοινωνικήν, οίκονομικήν καί πολιτικήν δράσιν, οι Ήττειρωτικαί παροικίαι εντός καί εκτός Ελλάδος καί ή δράσις αυτών εντός της ευρυτέρας ελληνικής Κοινότητος έν τω εξωτερικώ άττοτελούν επίσης, άντικείμενον μελέτης τοϋ τμήματος τούτου.
  • 3. Διά τήν επίτευξιν τοϋ σκοπού λειτουργεί Αρχείον ιστορικών εγγράφων, επιστολών καί έν γένει γραπτών ενθυμήσεων, αναφερομένων εις τα ως ανω θέματα.
  • Λειτουργεί, επίσης, Τμήμα Φωτογραφιών, ώς κα Λαογραφικόν Μουσείον. (Ακολουθούν τά άρθρα που αναφέρονται στή λειτουργία της Εφορείας). Σύμφωνα με προγενέστερη απόφαση, η Εφορεία είχε την ευχέρεια να καταρτίζει ειδικές ομάδες έρευνας από ειδικούς και τεχνικούς, μέλη ή μη της Εταιρείας, με σκοπό να περιέρχονται, με έξοδα της, την Ήπειρο και να επισημαίνουν, να καταγράφουν, να φωτογραφίζουν και να περισυλλέγουν αρχειακό και άλλο υλικό. Ακόμα, μπορούσε να εκδώσει εκλαϊκευτικά και διαφωτιστικά φυλλάδια, να οργανώνει διαλέξεις και μαθήματα, για να καλλιεργήσει το ενδιαφέρον των κατοίκων κυρίως της υπαίθρου γύρω από την επισήμανση, προστασία και καταγραφή του ιστορικού κλπ. υλικού.
Πηγή: http://www.ehm.gr/index.php 

  • Υπό την εποπτεία και μέριμνα της Ε.Η.Μ. βρίσκονται οι εξής φορείς:
  • 1/ Το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Ιωαννιτών
 Το 1986 ιδρύθηκε  το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Ιωαννιτών με σκοπό τη δημιουργία πολιτισμικού περιβάλλοντος απαραίτητου για την ανάδειξη του τοπικού πολιτισμού και των εκπροσώπων του αλλά και όσων επιθυμούν να εκφραστούν δημιουργικά στο χώρο των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Με την ανακαίνιση του Παλαιού Δημοτικού Νοσοκομείου το Εικαστικό Εργαστήρι, που υπάγεται στο Πνευματικό Κέντρο,  βρήκε φωτεινούς και άνετους χώρους για έμπνευση και γνώση και κατόρθωσε να διευρύνει τις δραστηριότητες του ανοίγοντας Τμήματα Σχεδίου, Γλυπτικής και Ψηφιδωτού.
Μέσα στο 1994 δύο ακόμη παραδοσιακά κτήρια: το Αρχοντικό Πυρσινέλλα, στην καρδιά της πόλης, και το Παλαιό Δημαρχείο, στις παρυφές της κεντρικής πλατείας, παραδόθηκαν  το ένα σε πολυπολιτιστικές δραστηριότητες, το άλλο στους δασκάλους και μαθητές του Δημοτικού Ωδείου, το παλαιότερο και πολυπληθέστερο τμήμα του Π.Κ.Δ.Ι.

Δημοτικό Ωδείο

Η Φιλαρμονική και το Χορευτικό Λαογραφικό Τμήμα του Π.Κ. απέκτησαν  τους  δικούς τους  χώρους στο συντηρημένο  βοηθητικό κτήριο του Παλαιού Δημοτικού Νοσοκομείου.
Ο  Μεντρεσές (Ιεροδιδασκαλείο) του Βελή πασά επισκευάστηκε και φιλοξενεί έκτοτε τις μνήμες  της Εθνικής Αντίστασης.
Χώροι εκδηλώσεων:
Αίθουσα "Β. Πυρσινέλλας"

Αίθουσα "Β. Πυρσινέλλας"

Πρόκειται για μια πλήρως εξοπλισμένη αίθουσα εκδηλώσεων 630 θέσεων, που μετά την πρόσφατη ανακαίνιση της φιλοξενεί κάθε είδους εκδήλωση, υψηλών προδιαγραφών και απαιτήσεων.
Συναυλίες, παραστάσεις χορού, θεατρικές παραστάσεις, προβολές και ειδικές εκδηλώσεις, υλοποιούνται ιδανικά.
Το τέλος του 1993 σημειώθηκε  ένα μεγάλο γεγονός: η αποπεράτωση της Αίθουσας "Β. Πυρσινέλλας" του κτηρίου του Π.Κ.: Με υψηλές προδιαγραφές, εξαιρετική ακουστική, φωτεινούς και άνετους χώρους, κοσμείται από μεγαλόπρεπα χάλκινα γλυπτά του Ηπειρώτη καλλιτέχνη Κυριάκου Ρόκου, που μετά και την πρόσφατη ανακαίνιση της φιλοξενεί κάθε είδους εκδήλωση, υψηλών προδιαγραφών και απαιτήσεων.
Συναυλίες, παραστάσεις χορού, θεατρικές παραστάσεις, προβολές και ειδικές εκδηλώσεις, υλοποιούνται ιδανικά.
Στο δεύτερο επίπεδο του κτηρίου λειτουργεί ο Εκθεσιακός Χώρος του Πνευματικού Κέντρου και το φουαγιέ.
  

Αίθουσα- Θέατρο "Δημ. Χατζής"
Πρόκειται για μια πλήρως εξοπλισμένη αίθουσα εκδηλώσεων 180 θέσεων, εντός του αναπαλαιωμένου συγκροτήματος των Παλαιών Σφαγείων Ιδανική για μικρές συναυλίες, παραστάσεις χορού, θεατρικές παραστάσεις, προβολές και ειδικές εκδηλώσεις, καθώς και εκδηλώσεις λόγου.

      

Τέλος  το  1993 ξεκίνησαν   οι εργασίες αναστήλωσης των Στρατιωτικών Μαγειρείων και διαμόρφωσης τους σε χώρο στέγασης της Σχολής Σύγχρονου και Κλασικού χορού, η οποία  λειτούργησε τότε  για πρώτη φορά  γνωρίζοντας μέχρι σήμερα  μεγάλη απήχηση και επιτυχία.
Η Επιχείρηση – Σύντομη Παρουσιάση
Η Κοινωφελής Επιχείρηση με την επωνυμία «Κοινωφελής Επιχείρηση Πολιτισμού, Περιβάλλοντος, Νεολαίας και Άθλησης Δήμου Ιωαννιτών» προέκυψε από τη συνένωση ολόκληρου ή ενός μέρους των ακόλουθων Κοινωφελών Επιχειρήσεων :
  • Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Παιδείας και Πολιτισμού Δήμου Ιωαννιτών «Πνευματικό Κέντρο Ιωαννίνων»
  • Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Δήμου Μπιζανίου – Δ.Κ.Ε.Δ.Μ.
  • Κοινωφελής Επιχείρηση Δήμου Ανατολής Ιωαννίνων
  • Κοινωφελής Επιχείρηση Δήμου Παμβώτιδας
  • Κοινωφελής Επιχείρηση Δήμου Περάματος Ιωαννίνων
Το νέο νομικό πρόσωπο καλείται να συνεχίσει το έργο των ανωτέρω Κοινωφελών Επιχειρήσεων. Ειδικότερα, μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων που αποτυπώνονται στον Δημοτικό και Κοινοτικό Κώδικα, καλείται να βελτιώσει την ποιότητα ζωής των πολιτών του νέου διευρυμένου Δήμου Ιωαννιτών, προάγοντας των πολιτισμό, καλλιεργώντας διάφορες ικανότητες κυρίως των νέων, απασχολώντας δημιουργικά τα μικρά παιδιά  κατά τον ελεύθερο χρόνο τους κλπ.
Οι σκοποί της νέας επιχείρησης επιγραμματικά είναι η οργάνωση λειτουργιών και δραστηριοτήτων που έχουν σχέση με τον πολιτισμό, τον αθλητισμό, το περιβάλλον, τη νεολαία καθώς και την εκπόνηση και εφαρμογή προγραμμάτων έρευνας και τεχνολογίας για την ανάπτυξη της περιοχής .
Στη συνέχεια παρατίθενται οι δράσεις που αναπτύσσει η επιχείρηση:
  • Κοινωνικές  Δομές – Κέντρα  Δημιουργικής  Απασχόλησης  Παιδιών, Παιδικοί Σταθμοί και Πρόγραμμα Βοήθεια στο σπίτι
  • Δημοτικό  Ωδείο
  • Φιλαρμονική
  • Τμήμα Παραδοσιακών Χορών
  • Εικαστικό Εργαστήρι
  • Σχολή Κλασικού και Σύγχρονου Χορού
  • Τμήμα Περιβάλλοντος
  • Τμήμα Νεολαίας και Άθλησης - Κέντρο Πληροφόρησης Νέων
  • Τμήμα Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης
  • Διοργάνωση Πολιτιστικών Εκδηλώσεων, Συναυλιών και Εκθέσεων


Η Κοινωφελής Επιχείρηση Πολιτισμού, Περιβάλλοντος, Νεολαίας και Άθλησης Δήμου Ιωαννιτων είναι Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου και διοικείται από εντεκαμελές Δοικητικό Συμβούλιο με θητεία που ακολουθεί τη θητεία του Δημοτικού Συμβουλίου.

2/Το Λαογραφικό Μουσείο "Κ. Φρόντζος"


 Το μουσείο δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία της Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών (Ε.Η.Μ.) και του θυγατρικού της Ιδρύματος Μελετών Ιονίου και Αδριατικού Χώρου (Ι.Μ.Ι.Α.Χ.), με στόχο την συγκέντρωση, διάσωση και αξιοποίηση αντικειμένων του Ηπειρωτικού λαϊκού πολιτισμούΤα αντικείμενα προέρχονται από δωρεές φιλογενών Ηπειρωτών και αγορές, συγκεντρώθηκαν δε από τον εμπνευστή και δημιουργό του, τον Κώστα Φρόντζο, Πρόεδρο της ΕΗΜ και του ΙΜΙΑΧ.

3/ Υπαίθριο θέατρο Ε.Η.Μ.



4/ Πινακοθήκη Ε.Η.Μ.

Έναν πραγματικό θησαυρό αποτελεί η συλλογή της Πινακοθήκης της Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών, καθώς σε αυτή συμπεριλαμβάνονται έργα μερικών από τους σπουδαιότερους Nεοέλληνες ζωγράφους.

Πρόκειται για δωρεές των ίδιων των δημιουργών προς την Ε.Η.Μ., αλλά και δωρητών, με στόχο τον εμπλουτισμό της Πινακοθήκης της και την ενίσχυση του εκπαιδευτικού της ρόλου στην Ήπειρο.

Σπάνια έργα, όπως η προσωπογραφία του Παναγιώτη Αραβαντινού από τον Κερκυραίο ζωγράφο Χαράλαμπο Παχή, πίνακες σημαντικών καλλιτεχνών των αρχών του 20ού αιώνα, όπως του Ουμβέρτου Αργυρού και του Νικολάου Λύτρα, καθώς και δημιουργίες πιο σύγχρονης αντίληψης ζωγράφων, όπως του Σπύρου Βασιλείου, του Γιάννη Σπυρόπουλου και του Πάρη Πρέκα, παρουσιάζονται στους χώρους της Πινακοθήκης. Πολλοί είναι και οι Ηπειρώτες δημιουργοί, όπως οι : Κενάν Μεσαρέ, Κώστας Μαλάμος, Νίκος Χουλιαράς, Θέμος Μάϊπας, Τέμη Μανέκα, Ελένη Μπότσιου, Κυρ. Ρόκος, Θ. Παπαγιάννης , Βασ. Χαρίσης, είναι μόνο μερικοί από τους αντιπροσώπους της νεότερης ηπειρωτικής καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ηπειρώτης υπήρξε και ο Απόστολος Πανταζής, ο οποίος κληροδότησε μεγάλο μέρος του έργου του στην Ε.Η.Μ. Οι πίνακές του, με στοιχεία εξπρεσιονιστικά, δραματικά και ιμπρεσιονιστική αντιμετώπιση του φωτός και του τοπίου, συνθέτουν μια ξεχωριστή ενότητα στην αίθουσα της Πινακοθήκης, με στόχο την ανάδειξη της δημιουργίας του σπουδαίου, αναγνωρισμένου και στην Ευρώπη, ζωγράφου. Σχέδια, χαρακτικά και πίνακες ζωγραφικής, προσωπογραφίες, τοπία και ηθογραφικές σκηνές, απλώνονται στους τοίχους της Πινακοθήκης και παρουσιάζουν όλο το εύρος της νεότερης ελληνικής τέχνης και αποδεικνύουν τη συμβολή της Ε.Η.Μ. στην πνευματική και καλλιτεχνική ζωή του τόπου. Σε ειδική αίθουσα εκτίθενται σπάνια χαρακτικά Ηπειρωτικού ενδιαφέροντος, καθώς και χάρτες.
Τα έργα της συλλογής της Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών εκτίθενται μόνιμα πλέον στο Μέγαρό της, συνιστώντας έναν μικρό, αλλά πολύτιμο θησαυρό, που αναμένει τους φιλότεχνους επισκέπτες να τον ανακαλύψουν.

5/ Βιβλιοθήκη Ε.Η.Μ.


Διαθέτει σήμερα 70.000 τόμους βιβλίων. Ενδιαφέρον είναι το τμήμα Ηπειρωτικής βιβλιογραφίας στο οποίο έχουν συγκεντρωθεί έργα Ηπειρωτών συγγραφέων, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι έχουν συγκεντρωθεί έργα που αναφέρονται στον Ηπειρωτικό και Αλβανικό χώρο. Η βιβλιοθήκη διαθέτει ένα τμήμα με 700 περίπου τόμους παλαιτύπων που παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον και μία σειρά παλαιών περιοδικών όπως: ΠΑΝΔΩΡΑ, ΕΣΤΙΑ, ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΩΛΕΩΣ, ΑΘΗΝΑ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΣ ΑΣΤΗΡ, ΔΩΔΩΝΗ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ, ΕΝΔΟΧΩΡΑ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, ΕΛΛΟΠΙΑ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΖΩΗ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΦΥΛΛΑ.

Ηλεκτρονικός κατάλογος βιβλιοθήκης.
Ο ηλεκτρονικός κατάλογος της Βιβλιοθήκης της Ε.Η.Μ., περιέχει την ηλεκτρονική καταγραφή
  • α) βιβλίων με ηπειρωτικό περιεχόμενο
  • β) βιβλία Ηπειρωτών συγγραφέων
  • γ) αποδελτίωση, κατά τίτλο και συγγραφέα, ηπειρωτικού περιεχομένου άρθρων κυρίως από ηπειρωτικά περιοδικά έως και το 1980.
Αναζήτηση στον ηλεκτρονικό κατάλογο μπορείτε να πραγματοποιήσετε στην διεύθυνση http://ehm.openabekt.gr





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.