Τα πέτρινα γεφύρια της Ηπείρου, αυτά τα ανεπανάληπτα μνημεία της αρχιτεκτονικής τέχνης των μαστόρων της πέτρας του παρελθόντος, γοητευτικά κομμάτια της ιστορίας και του πολιτισμού μας, στέκουν ακόμη αγέρωχα στο χρόνο. Τα πέτρινα γεφύρια είναι μοναδικά έργα τέχνης, που γεννήθηκαν μέσα από την ανάγκη των ανθρώπων να επικοινωνήσουν.
Τότε που δεν υπήρχαν δρόμοι και έπρεπε να διασχίζουν τους υδάτινους δρόμους της Ηπείρου, δηλαδή τα ποτάμια που χώριζαν και ταυτόχρονα ένωναν τα χωριά και τις πόλεις.Έργα ανθρώπων τόσο εναρμονισμένα με το ηπειρώτικο τοπίο, σαν να τα γέννησε η φύση.
Στην πορεία του ο άνθρωπος αγωνίστηκε να άρει την απομόνωση, να συμφιλιωθεί με τη φύση, να δημιουργήσει πολιτισμό και να ζήσει ελεύθερος σε οργανωμένες κοινωνίες.
Η επικοινωνία υπήρξε πάντα ο βασικός καταλύτης για την ενσωμάτωση νέων στοιχείων στην κουλτούρα των κοινωνιών και κυρίαρχος παράγοντας διαμόρφωσης των πολιτισμών.Η άμεση επαφή των ανθρώπων προϋποθέτει την άρση των φυσικών εμποδίων, την ασφαλή κινητικότητα και φυσικά τη συντόμευση των αποστάσεων, με απώτερο στόχο πάντα την αγαστή συνεργασία των ανθρώπων.
Στα πλαίσια αυτά ο άνθρωπος ήρθε αντιμέτωπος με την ίδια τη φύση προεκτείνοντάς την ...με γέφυρες!
Τα πέτρινα γεφύρια, έκφραση της βασικής ανάγκης του ανθρώπου για επικοινωνία, ήταν αποτέλεσμα διαλόγου αλλά και σεβασμού του ανθρώπου προς το φυσικό περιβάλλον.
Τα πετρογέφυρα λοιπόν, δημιούργησαν τη δική τους ιστορία, που εκφράζει την κοινωνική και ψυχολογική ανάγκη του ανθρώπου να αγαπηθεί, να γιορτάσει, να εκτεθεί σε άλλες κουλτούρες, να ανταλλάξει τα προϊόντα του και ακόμη , δυστυχώς, να δώσει τη δυνατότητα σε στρατούς να βιάσουν την ελευθερία του.

Η ποικιλομορφία και η διαφορετικότητα στην αρχιτεκτονική σύνθεση των γεφυριών παραπέμπει στο «μεράκι» του πρωτομάστορα. Το διαισθητικό ταλέντο του πρωτομάστορα το διακρίνει κανείς από τον τρόπο που αυτός αξιοποιούσε (από διαίσθηση) τους φυσικούς νόμους.
Τα πέτρινα γεφύρια συνέβαλαν στη διαμόρφωση του πολιτισμού μας, στην έκφραση της αυθεντικής λαϊκής αισθητικής και το σεβασμό στο φυσικό περιβάλλον, στην αναζήτηση,....και συνεχίζουν να μας θυμίζουν τη χαμένη κοινωνική μας συνοχή...εγκαταλελειμμένα στην ύπαιθρο της πατρίδας μας...σιωπηλά στη μοναξιά και την αδιαφορία.
Όπως προαναφέρθηκε, Τα γεφύρια κατασκευάστηκαν για λόγους καθαρά επικοινωνίας.
Όλη η
περιοχή της Ηπείρου διατρέχεται από ποτάμια, τα οποία το χειμώνα
γίνονται πολύ άγρια και ορμητικά. Τα γεφύρια συνδέουν τους οικισμούς
μεταξύ τους αλλά και τις γειτονιές κάθε χωριού με τους χώρους δουλειάς
- τα χωράφια, τα αμπέλια, τα βοσκοτόπια. Όταν οι Ηπειρώτες άρχισαν να
ταξιδεύουν και να μεταφέρουν εμπορεύματα με τα καραβάνια σε
διάφορες χώρες της Ευρώπης, τα γεφύρια ήταν πλέον απαραίτητα, για τη
διάβαση των ποταμών.
Αρχικά οι κατασκευές ήταν απλές, ξύλινες.
Σταδιακά και κυρίως από τα μέσα του 18ου αι. και μετά άρχισαν να
γίνονται πέτρινες. Χρηματοδότες των γεφυριών ήταν συνήθως οι
πλούσιοι ντόπιοι κάτοικοι.
Τα γεφύρια χτίζονταν από συντεχνίες Ηπειρωτών
μαστόρων, ειδικές στην κατασκευή γεφυριών - τους κιοπρουλήδες.
Δομικό υλικό είναι η πέτρα, η οποία πρέπει να
είναι ομοιογενής, συμπαγής και ανθεκτική, να
μην έχει ρωγμές και να μην αποσαθρώνεται
με το νερό ή τον αέρα. Στην Ήπειρο
χρησιμοποιείται κυρίως σχιστόλιθος,
πέτρωμα που αφθονεί στην περιοχή. Ως
συνδετικό κονίαμα χρησιμοποιείται το
κουρασάνι, το οποίο διαφοροποιείται ανά
περιοχή και ανά γεφύρι. Βασικά συστατικά
του είναι ο σβησμένος ασβέστης, το νερό, το
χώμα και το κεραμίδι.
Για την κατασκευή του, αρχικά στήνεται ο ξυλότυπος. Το χτίσιμο ξεκινά
ταυτόχρονα και από τις δύο πλευρές, της βάσης του γεφυριού, και
προχωρά σταδιακά προς την κορυφή, διαμορφώνοντας το τόξο. Στην
κορυφή του τόξου τοποθετείται η πέτρα "κλειδί". Στη συνέχεια χτίζεται το
γέμισμα του γεφυριού, επάνω στο τόξο, το οποίο γίνεται από ξηροδομή
(χωρίς κονίαμα). Το γεφύρι κατασκευάζεται έτσι ώστε να αντέχει στην
πίεση του νερού. Σημαντικό στοιχείο στην κατασκευή αποτελεί η
θεμελίωση. Χρησιμοποιούνται πέτρες μικρού μεγέθους, εκτός από
εκείνες οι οποίες χρησιμοποιούνται στα σημεία της έδρασης στους
βράχους, οι οποίες είναι μεγαλύτερες. Οι σκαλωσιές κατασκευάζονται
έτσι ώστε να ελαττώνονται οι παραμορφώσεις του τόξου και ο χρόνος
κατασκευής του γεφυριού, αλλά και να ελαχιστοποιείται ο απαιτούμενος
όγκος ξυλείας.
Τα γεφύρια τοποθετούνται στα σημεία, όπου το ποτάμι στενεύει και
υπάρχουν πολλά και στέρεα βράχια.
Τα γεφύρια διαφέρουν ως προς τη μορφή τους. Διαφέρουν σε
μέγεθος και σε αριθμό τόξων. Τα τόξα μπορεί να είναι ένα, δύο,
τρία ή περισσότερα, ημικυκλικά ή οξυκόρυφα και χαρακτηρίζουν
κάθε γεφύρι. Προκύπτουν από το πλάτος του ποταμού (όταν το
πλάτος είναι μικρό αρκεί ένα μόνο τόξο για να γεφυρωθεί η
απόσταση), αλλά και από τη δημιουργικότητα του μάστορα. Εκτός
από τα βασικά τόξα υπάρχουν και μικρότερα τόξα ή καμάρες που
ελαφρύνουν την κατασκευή και επιτρέπουν τη γρήγορη διέλευση
του νερού σε περίπτωση πλημμύρας του ποταμού (ανακουφιστικά
τόξα). Το πλάτος τους είναι περίπου 2μ. και η επιφάνειά τους είναι
καλυμμένη με πέτρα, διαμορφωμένη όπως τα καλντερίμια. Στα
πλάγια του γεφυριού κατασκευάζονταν πεζούλια για την
προστασία των περαστικών. Τα πεζούλια διαμορφώνονται με
στενόμακρες πέτρες (αρκάδες), τοποθετημένες κάθετα στην
επιφάνεια του λιθόστρωτου. Συχνά δίπλα σε κάθε γεφύρι υπήρχε
και κάποιο κτίσμα (μύλος ή χάνι).
Το χτίσιμο ενός γεφυριού ήταν δύσκολο έργο και συχνά
πολλά γεφύρια καταστρέφονταν (από τη δύναμη του νερού,
από κατασκευαστικά λάθη) και τα έφτιαχναν από την αρχή.
Αυτό γεννούσε το φόβο και την αγωνία στους μαστόρους,
απέναντι στο απρόοπτο και το άγνωστο. Αναπάντεχα
γεγονότα που συνέβαιναν κατά τη θεμελίωση, μεγάλων
κυρίως έργων, η πίστη ότι υπάρχουν δαιμονικά στοιχεία και
εχθρικοί δράκοι στο χτίσιμο, που ζητούσαν ικανοποίηση,
έκαναν τους μαστόρους αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο,
προληπτικούς. Έτσι στοίχειωναν το έργο με θυσίες εξιλέωσης
της άγνωστης δύναμης. Επίσης ιστορικά στοιχεία μαρτυρούν
πολλές ανθρωποθυσίες, στην Ευρώπη, κατά την
ανοικοδόμηση γεφυριών.
Πολλά είναι τα πέτρινα γεφύρια στην Ήπειρο, με ένα τόξο ή περισσότερα. Καθένα έχει τη δική του μοναδική αρχιτεκτονική. Όλα ανεξαιρέτως όμως, αποτελούν μοναδικά μνημεία της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου μας, που αξίζει και πρέπει να διαφυλάξουμε.
Τα πιο σημαντικά γεφύρια στο Ζαγόρι είναι τα εξής: του Νούτσου ή Κόκκορου,
το Καλογερικό ή του Πλακίδα (στους Κήπους), του Κοντοδήμου ή
Λαζαρίδη, του Πιτσώνη, το Παλιογέφυρο, του Χάτσιου, του Μίσσιου,
του Μύλου (στους Κήπους), της Βωβούσας, του Καμπέραγα (στη
συμβολή των ποταμών Βάρδα και Ζαγορίτικου), του Κοράκου (στον
Αχελώο), κ.λ.π.
Το γεφύρι της Κόνιτσας στον Αώο έχει το μεγαλύτερο
τόξο στα Βαλκάνια και έχει κατασκευαστεί το 1870, από τον
πρωτομάστορα Ζιώγα Φρόντζο από την Πυρσόγιαννη. Βρίσκεται στο
σημείο που ο Αώος στενεύει περισσότερο. Αντίθετα το γεφύρι της
Άρτας(έχει τέσσερα τόξα και μικρότερες ανακουφιστικές καμάρες) είναι
κατασκευασμένο υποχρεωτικά στην πεδιάδα του Άραχθου, όπου η
απόσταση που πρέπει να καλυφθεί είναι πολύ μεγάλη.
Στο γεφύρι της
Κόνιτσας υπάρχει, στο ψηλότερο σημείο, τοποθετημένη μια μικρή
καμπάνα που χτυπά με τον αέρα και προειδοποιεί τους περαστικούς για
ενδεχόμενο κίνδυνο (ειδικά όταν υπάρχουν και φορτωμένα ζώα).
Το
γεφύρι της Άρτας είναι ίσως το γνωστότερο από όλα, εξαιτίας του
θρύλου της θυσίας της γυναίκας του Πρωτομάστορα, που είναι
συνδεδεμένος μαζί του.
Το γεφύρι της Κόνιτσας

Το γεφύρι της Κόνιτσας, χτίστηκε το 1870-1871 από συνεργείο 50 μαστόρων με επικεφαλής τον Πυρσογιαννίτη πρωτομάστορα Ζιώγα Φρόντζο, έναν αγράμματο λαϊκό τεχνίτη. Η κατασκευή του έγινε με δωρεές των κατοίκων της πόλης και κυρίως του Γιαννιώτη Ιωάννη Λούλη, ο οποίος διέθεσε περίπου τα μισά από τα 120.000 γρόσια (πολύ μεγάλο ποσό για την εποχή) που κόστισε η κατασκευή του.Βρίσκεται στην νοτιοδυτική άκρη της πόλης, ακριβώς στην είσοδο της χαράδρας του Αώου ποταμού, τον οποίο και γεφυρώνει. Πρόκειται για ένα μονότοξο λιθόκτιστο γεφύρι που διακρίνεται για το τεράστιο τόξο του καθώς θεωρείται το υψηλότερο μονότοξο των βαλκανίων. Συγκεκριμένα, το άνοιγμα του τόξου υπολογίζεται στα 35,60 μ. ενώ το ύψος του φθάνει τα 19,25 μ. Κάτω από την καμάρα του, υπάρχει μια καμπάνα η οποία σήμαινε για να προειδοποιήσει τους περαστικούς να μην διαβούν το γεφύρι όταν φυσούσε δυνατός άνεμος από το εσωτερικό της χαράδρας, οπότε και υπήρχε κίνδυνος να παρασυρθούν και να πέσουν.
Το γεφύρι της Άρτας

Το πασίγνωστο γεφύρι της Άρτας βρίσκεται στα δυτικά της πόλης και απέχει από το κέντρο 1 χλμ. Είναι το πιο γνωστό πολύτοξο λιθόκτιστο γεφύρι της Ηπείρου, που γεφυρώνει τις δύο όχθες του ποταμού Άραχθου και αποτελεί ένα από τα πιο καλοδιατηρημένα μνημεία της πόλης. Υπήρξε για χρόνια το φυσικό σύνορο της ελεύθερης Ελλάδας με την οθωμανική αυτοκρατορία. Χρονολογικά, το χτίσιμο του δεν έχει καθοριστεί ακριβώς. Υπάρχουν διάφορες εκδοχές. Φαίνεται ότι είχε αρχικά θεμελιωθεί κατά τον 3ο π.Χ. αιώνα επί βασιλείας Πύρρου του Α΄. Κατά καιρούς έγιναν επισκευές και προσθήκες στην κατασκευή, με τελευταία εκείνη του 1612 που πιθανόν του έδωσε και την σημερινή του μορφή. Είναι κομψό, επιβλητικό και οι καμάρες του στηρίζονται σε ευρείες βάσεις. Διακρίνεται για τη μοναδική αρχιτεκτονική του αλλά και για τους θρύλους που έχουν συνδεθεί με την κατασκευή του και κυρίως από το ομώνυμο θρυλικό δημοτικό τραγούδι που αναφέρεται στην θυσία της γυναίκας του πρωτομάστορα στα θεμέλια της γέφυρας.
Το Καλογερικό ή γεφύρι του Πλακίδα

Το Καλογερικό, ή γεφύρι του Πλακίδα βρίσκεται στο Ζαγόρι, κοντά στο χωριό Κήποι (Μπάγια), σε τοποθεσία όμως που ανήκει στο Κουκούλι. Στη δεξιά όχθη υπήρχε και λειτουργούσε νερόμυλος με το ίδιο όνομα (Καλογερικός).
Το γεφύρι του Νούτσου ή Κόκκορου ή Κόκκορη

Το γεφύρι του Νούτσου ή Κόκκορη ή Κόκκοκρου βρίσκεται κοντά στο χωριό Κουκούλι στο Νομό Ιωαννίνων στο κεντρικό Ζαγόρι και γεφυρώνει τον ποταμό Βοϊδομάτη στο στένεμα του ποταμού από δύο μεγάλους βράχους. Το γεφύρι θεμελιώθηκε το 1750 από τον προεστό του Ζαγορίου Νούτσο Κοντοδήμο, ο οποίος καταγόταν από το Βραδέτο και ήταν στην αυλή του Αλή Πασά.
Το γεφύρι του Μίσιου

Το μεγάλο αυτό γεφύρι βρίσκεται ανάμεσα στα χωριά Βίτσα και Κουκούλι, γεφυρώνει τη χαράδρα του Βίκου στο νότιο άκρο της και ουσιαστικά σηματοδοτεί την αρχή του μεγάλου φαραγγιού. Ο Ι.Λαμπρίδης αναφέρει ότι το κατασκεύασε ο άρχοντας Αλέξιος Μίσσιος από το Μονοδένδρι το 1748 δίπλα στο νερόμυλο που διατηρούσε ο ίδιος. Το γεφύρι συνέδεε τη σκάλα της Βίτσας με τη σκάλα του Κουκκουλίου και εξυπηρετούσε την επικοινωνία των δύο χωριών.
Διαθέτει δύο καμάρες με την μεγάλη, στην ανατολική πλευρά, να έχει άνοιγμα 19 μέτρα και την μικρότερη βοηθητική στα δυτικά, να έχει άνοιγμα 4,5 μέτρα. Παλιότερα διέθετε αρκάδες, αλλά το 1938, μετά από εργασίες συντήρησης αντικαταστάθηκαν με το σημερινό λίθινο στηθαίο με την τσιμεντένια επίστρωση.
Το γεφύρι του Κοντοδήμου ή Λαζαρίδη

Το γεφύρι των Κοντοδήμου – Λαζαρίδη βρίσκεται στην έξοδο της χαράδρας « Βικάκι», λίγο έξω από το χωριό Κήποι Ζαγορίου. Είναι κτισμένο σε υψόμετρο 750 μέτρων και έχει μήκος 13,50 μέτρα, ενώ το ύψος του φτάνει τα 4.20 μέτρα. Κατασκευάστηκε το 1753 χάρη σε δωρεά του Τόλη Κοντοδήμου από το το Κουκούλι. Είναι γνωστό και ως γεφύρι Λαζαρίδη από το δάσκαλο Κώστα Λαζαρίδη που κατάγεται από το Κουκούλι.
Το γεφύρι του Καμπέρ Αγά
Πηγαίνοντας από τα Γιάννενα προς το Ανατολικό Ζαγόρι, το πρώτο πέτρινο γεφύρι που θα συναντήσει ο επισκέπτης είναι αυτό του Καμπέρ Αγά ή Καμπέραγα. Το γεφύρι αυτό βρίσκεται κοντά στο χωριό Μηλιωτάδες και κτίστηκε με χρηματοδότηση του Καμπέρ Αγά, Τούρκου διοικητή των Ιωαννίνων. Η ακριβής χρονολογία κατασκευής του δεν είναι γνωστή.
Πρόκειται για ένα καλοδιατηρημένο γεφύρι, χαμηλού ύψους, με μία μεγάλη κεντρική καμάρα και δύο μικρότερες ψευτοκαμάρες, η μία δεξιά και η άλλη αριστερά. Το μήκος του φτάνει τα 18 μ. και το ύψος του τα 5 μ. Γεφυρώνει τον Ζαγορίτικο ποταμό, κοντά στο σημείο που αυτός συναντά τον Βάρδα ποταμό και, λόγω της αρχιτεκτονικής του, η μορφή του διαφέρει από τα υπόλοιπα γεφύρια του Ζαγορίου.
Το γεφύρι της Κλειδωνιάς ή του Βοϊδομάτη

Το γεφύρι βρίσκεται στην Κόνιτσα, 2χλμ. από το χωριό της Κλειδωνιάς και χτίστηκε το 1853, στο τελείωμα της χαράδρας του Βίκου. Γεφυρώνει το Βοϊδομάτη ποταμό, ένα από τα πιο καθαρά ποτάμια της Ευρώπης, δίνοντας πρόσβαση στον κάμπο της Κόνιτσας. Από τον ποταμό πήρε και τη δεύτερη ονομασία του. Είναι το δημιούργημα του πρωτομάστορα της πέτρας, Ζιώγα Φρόντζου και αποτελεί περίτρανα το σύμβολο της περιοχής. Από την μονότοξη και μακρόστενη καμάρα του (22μ.και ύψος 9μ.), ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει την μαγευτική ομορφιά του τοπίου της περιοχής. Το φυσικό του κάλλος, σε σχέση με την ιστορία που είναι γραμμένη στις πέτρες του, το καθιστούν ένα από τα πιο επισκέψιμα γεφύρια της περιοχής.

Το πανέμορφο γεφύρι της Βωβούσας είναι ένα από τα ελάχιστα γεφύρια της περιοχής του Ζαγορίου που είναι ακόμα σε χρήση. Το γεφύρι ενώνει τις δύο πλευρές του χωριού, που χωρίζονται από τον ποταμό Αώο. Χτίστηκε το 1748 από τον Αλέξη Μίσιο και είναι ένα μεγάλο, μονότοξο γεφύρι, από το οποίο μπορούμε να απολαύσουμε τη θέα του ποταμού και της πυκνής του βλάστησης. Περιστοιχίζεται από ένα ξύλινο περβάζι, απαραίτητο για την ασφάλεια των διαβατών του.
Το γεφύρι του Χάτσιου

Το πέτρινο αυτό γεφύρι βρίσκεται στο παλιό μονοπάτι της διαδρομής Τσεπέλοβο – Κήποι, πάνω από το σκαμνελιώτικο ρέμα (παραπόταμο του Βοϊδομάτη). Κτίσθηκε το 1804 μ.Χ., με σκοπό οι διερχόμενοι να αποφεύγουν το παρακείμενο παλιό και στενό γεφύρι (Παλιογέφυρο). Χορηγός ήταν ο Τσεπελοβίτης Λάμπρος Χάτσιος και όπως συνηθιζόταν εκείνο τον καιρό, ως αναγνώριση της προσφοράς, δόθηκε στο γεφύρι το όνομα του. Το ύψος του γεφυριού είναι περίπου 10 μέτρα ενώ το μήκος του φτάνει τα 17.5 μέτρα.
Το γεφύρι της Βροσίνας
Το γεφύρι της Βροσίνας, βρίσκεται εντός του οικίσμου, δίπλα στην βρύση. To χωριό Βροσίνα συναντάται στην παλιά εθνική οδό Ιωαννίνων- Ηγουμενίτσας. Το γεφύρι είναι μονότοξο με δύο βοηθητικά τόξα. Η παράδοση αναφέρει ότι χτίστηκε με χρήματα της Μονής Μακρυαλέξη (Λάβδανη)

Μονότοξη πέτρινη γέφυρα επί του ποταμού Αράχθου, στα σύνορα των νομών Άρτας και Ιωαννίνων. Με άνοιγμα τόξου 40,20 μέτρα, ύψος 21 μέτρα και πλάτος καταστρώματος 3,20 μέτρα, ήταν, μέχρι την 1η Φεβρουαρίου 2015 που κατέρρευσε, εξαιτίας μεγάλης νεροποντής, το μεγαλύτερο μονότοξο γεφύρι των Βαλκανίων και έξοχο δείγμα λαϊκής αρχιτεκτονικής.
Κτίστηκε το 1863 από μαστόρους και πελεκάνους της πέτρας από την Πυρσόγιαννη της Κόνιτσας, με έξοδα του Κωνσταντίνου Αρβανιτογιάννη, που πρόσφερε 30.000 γρόσια για την κατασκευή του και χρησιμοποιήθηκε ως δρόμος εμπορίου, καθώς ένωνε τα Τζουμέρκα με την υπόλοιπη Ήπειρο και τη Θεσσαλία. Γεφύρι με ιστορικό φορτίο, καθώς εκεί λειτούργησε το τελωνείο από την ελεύθερη Ελλάδα στην τουρκοκρατούμενη Ήπειρο το 1881 και αποτέλεσε το σύνορο ανάμεσα στις δύο χώρες μέχρι την απελευθέρωση της περιοχής το 1913. Σύμβολο ενότητας και ομοψυχίας των αντιστασιακών δυνάμεων στη διάρκεια της Κατοχής, καθώς εκεί, στις 29 Φεβρουαρίου 1944, υπογράφηκε η συμφωνία της Πλάκας - Μυρόφυλλου για την κοινή δράση του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ κατά των Γερμανών κατακτητών της χώρας.
Το γεφύρι βομβαρδίστηκε από γερμανικά αεροπλάνα, όμως άντεξε με μικρές φθορές στη δεξιά του πλευρά. Οι κάτοικοι της περιοχής το επισκεύασαν με τσιμέντο το 1943 και η γέφυρα έκτοτε λειτουργούσε χωρίς προβλήματα, μέχρι την 1η Φεβρουαρίου 2015, οπότε κατέρρευσε λόγω της θεομηνίας, που έπληξε την περιοχή.
Η κατάρρευση του γεφυριού της Πλάκας
Συνολικό πρόγραμμα για την αποκατάσταση και τη διάσωση των γεφυριών
«Ο Δήμος Ζαγορίου στο μέτρο των δυνατοτήτων, αρμοδιοτήτων του και πάντα με γνώμονα την προστασία της πολιτιστικής και αρχιτεκτονικής κληρονομιάς παρεμβαίνει και συνεργάζεται με τους φορείς, τους κατοίκους και κυρίως με τις καθ΄ύλην αρμόδιες αρχές και υπηρεσίες για να διασωθούν τα δεκάδες πέτρινα γεφύρια στο Ζαγόρι, γνωστά και άγνωστα στο ευρύ κοινό». Αυτό επισημαίνει σε δήλωση του ο Δήμαρχος Ζαγορίου Βασίλης Σπύρου με αφορμή την δημόσια παρέμβαση του Πολιτιστικού Συλλόγου Τσεπελόβου «Ο Τσούφλης», για τα πέτρινα γεφύρια Κοβάτσαινας και Χάτσιου που έχουν υποστεί ζημιές και χρήζουν άμεσων επισκευών για να μην κινδυνεύσουν με κατάρρευση, αλλά και παλιότερων παρεμβάσεων-καταγγελιών για άλλα γεφύρια που αντιμετωπίζουν πρόβλημα.
Ο Δήμος, ταυτόχρονα, καταθέτει δημόσια πρόταση για την συνολική αντιμετώπιση του προβλήματος μέσω του Υπουργείου Πολιτισμού και συναρμόδιων Υπουργείων, με την εκπόνηση, χρηματοδότηση και εφαρμογή σχετικού προγράμματος.
Στην πολύ σοβαρή, δύσκολη και αρκετά πολύπλοκη λόγω αρμοδιοτήτων, υπόθεση για τη διάσωση των πέτρινων γεφυριών επιβάλλεται η συνεργασία όλων. Ωστόσο την πλήρη αρμοδιότητα για αδειοδοτήσεις, παρεμβάσεις και εργασίες αποκατάστασης έχει μόνον η Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Ηπείρου.
Σε αυτή την Υπηρεσία απευθύνεται συχνά και ο Δήμος Ζαγορίου και πολλές φορές έχει συνεργαστεί για την υλοποίηση εργασιών σε γεφύρια με πιο πρόσφατο έργο στο γεφύρι Καμπέρ Αγά (Ζαγορίτικος ποταμός) στους Μηλιωτάδες, στο οποίο έγινε στερέωση βάθρων, συντήρηση, καθαρισμός και άλλες εργασίες.
Έχει ενημερώσει για το γεφύρι Χάτσιου
Η επιστολή του Πολιτιστικού Συλλόγου Τσεπελόβου που φιλοξενήθηκε στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης απευθύνεται στην Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων, το Δήμο Ζαγορίου, την Περιφέρεια Ηπείρου και τα Υπουργεία Πολιτισμού και Τουρισμού. Σε αυτή αφήνεται να εννοηθεί ότι υπήρξε αδράνεια ή αδιαφορία από το Δήμο για το πρόβλημα στο γεφύρι Χάτσιου (χτισμένο το 1804), αλλά και για αυτό της Κοβάτσαινας (χτισμένο το 1806).
Χωρίς να επιθυμούμε να αντιδικήσουμε με κανέναν, άλλωστε ο στόχος πρέπει να είναι κοινός, ως Δήμος προβήκαμε σε ενημέρωση της αρμόδιας Υπηρεσίας και για το γεφύρι Χάτσιου (μάλιστα υπάρχει ενδιαφέρον και διάθεση απογόνου του δωρητή να το επισκευάσει) και άλλα που εμφανίζουν προβλήματα. Πρόσφατα και πάντως πριν δημοσιοποιηθεί η επιστολή του Συλλόγου Τσεπελόβου, ο Δήμος Ζαγορίου απέστειλε έγγραφο-αίτημα στην Υπηρεσία Νεωτέρων Μνημείων ενημερώνοντας για το πρόβλημα στο γεφύρι Χάτσιου, ώστε να γίνει άμεσα η αναγκαία παρέμβαση. Επομένως δεν υπήρξε από μέρους του αδράνεια ή αδιαφορία όπως αφήνεται να εννοηθεί στην επιστολή.
Ο Δήμος κάνει ό,τι μπορεί
Πρέπει παράλληλα να διευκρινιστεί ότι έργα σε γεφύρια ο Δήμος δεν μπορεί από μόνος του να εκτελέσει χωρίς τη σχετική άδεια και επίβλεψη της αρμόδιας Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι δεν ενδιαφέρεται για την τύχη τους. Πλην των αρμοδιοτήτων βασικό πρόβλημα παραμένει η μη διάθεση πιστώσεων.
Συχνά ο Δήμος Ζαγορίου γίνεται δέκτης δικαίων παραπόνων και αιτημάτων τα οποία διαβιβάζει αρμοδίως. Μάλιστα, το τελευταίο διάστημα (με αφορμή και την κατάρρευση του Θεογέφυρου στο Λίθινο του Δήμου Ζίτσας και το έργο αναστήλωσης της γέφυρας Πλάκας), έχει προβληθεί το πρόβλημα με ρεπορτάζ από τηλεοπτικούς σταθμούς εθνικής εμβέλειας και εφημερίδες με δηλώσεις και του Δημάρχου Ζαγορίου.
Επίσης, από το Δήμο έχει ζητηθεί από τους προέδρους και εκπροσώπους των Τοπικών Κοινοτήτων να αποστείλουν στοιχεία για τα πέτρινα παραδοσιακά γεφύρια (εκτιμάται ότι πέραν των πολύ γνωστών και επισκέψιμων είναι πολλές δεκάδες) και την κατάσταση στην οποία βρίσκονται, προκειμένου να προβεί, αφενός στην πλήρη καταγραφή τους και, αφετέρου στην υποβολή συνολικού αιτήματος για τις παρεμβάσεις που πρέπει να γίνουν.
Συνολική αντιμετώπιση με ευρύ πρόγραμμα
Οι αποσπασματικές παρεμβάσεις σε κάποια γεφύρια που παρουσιάζουν εμφανή προβλήματα δεν οδηγούν σε συνολική αντιμετώπιση της κατάστασης, πλην βέβαια των περιπτώσεων που επείγει η εκτέλεση εργασιών για να αποφευχθούν τα χειρότερα.
Ως Δήμος Ζαγορίου, πέραν των άμεσων εργασιών που απαιτούνται σε ορισμένα γεφύρια, προτείνουμε στο Υπουργείο Πολιτισμού και κάθε άλλο αρμόδιο φορέα, να σχεδιαστεί και εφαρμοστεί ένα μεγάλο πρόγραμμα για τα πέτρινα παραδοσιακά γεφύρια του Ζαγορίου και ευρύτερα της Ηπείρου, ώστε να καταγραφούν και τα άγνωστα που είναι αρκετά και να εκπονηθούν οι αναγκαίες μελέτες για την συντήρηση, προστασία και διάσωση όσα κινδυνεύουν με κατάρρευση.
Αυτό θα μπορούσε να το αναλάβει το Υπουργείο Πολιτισμού, αρμόδιο για την πολιτιστική και αρχιτεκτονική κληρονομιά, σε συνεργασία με τα Υπουργεία Εσωτερικών και Υποδομών και τις περιφερειακές υπηρεσίες τους, με την συμβολή της αυτοδιοίκησης Α΄και Β΄ βαθμού.
Αντί να περιμένουν αρμόδιοι και αναρμόδιοι, δυσάρεστες αφορμές, με κατάρρευση κάποιου γεφυριού για να ανταλλάξουν κατηγορίες και να αναζητούν τρόπους για να τα αναστηλώσουν με μεγάλο κόστος, είναι προτιμότερο και λογικό να προλαμβάνονται τέτοια γεγονότα. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την υλοποίηση ευρέως προγράμματος για να διασωθούν τα γεφύρια μας, υλοποιώντας παρεμβάσεις με τον σεβασμό που τους αρμόζει.
24/4/2018
Ανάδοχος για το ιστορικό γεφύρι της Πλάκας
Στην ανάδειξη αναδόχου για το έργο στερέωσης, αποκατάστασης, αναστήλωσης και ανάδειξης της γέφυρας Πλάκας προχώρησε το Υπουργείο Υποδομών. Η απόφαση αναρτήθηκε χθες (16 Μαίου) στη Διαύγεια καθώς ολοκληρώθηκε και ο δεύτερος γύρος διαπραγμάτευσης με τις τρεις εταιρίες που είχαν κληθεί στον διαγωνισμό. Ανάδοχος του έργου είναι η "ΝΗΡΙΚΟΣ τεχνική- εμπορική- βιομηχανική και τουριστική ανώνυμη εταιρεία" η οποία κατέθεσε βελτιωμένη οικονομική πρόταση η οποία ανέρχεται στα 2,9 εκατομμύρια έναντι των 3,1 που ήταν η αρχική.
Ο διαγωνισμός του έργου είχε προκηρυχθεί στις 18 Απριλίου με την διαδικασία της πρόσκλησης εκδήλωσης ενδιαφέροντος. Στην προκήρυξη έχουν αποτυπωθεί όλες οι επιστημονικές, τεχνικές εισηγήσεις και παρατηρήσεις των εμπλεκόμενων φορέων που συνεργάστηκαν και ειδικά της Ειδικής Επιστημονικής Επιτροπής που παρακολουθεί το έργο.
Το έργο της αναστήλωσης θεωρείται πρόκληση για τον επιστημονικό και τεχνικό κόσμο της χώρας. Σημειώνεται δε ότι είναι το πρώτο έργο αναστήλωσης πέτρινης γέφυρας, τέτοιας κλίμακας που θα πραγματοποιηθεί στην χώρα.
Έχει χαρακτηριστεί ως κατεπείγον, μοναδικό, με ιδιαιτερότητες, δυσκολίες, πολυπλοκότητα και ένταση εργασιών που το καθιστούν ειδικού χειρισμού.
Στόχος όλων είναι η πρότυπη αποκατάσταση του ιστορικού μνημείου, σε παγκόσμιο επίπεδο, με απόλυτο σεβασμό στην τέχνη της παραδοσιακής γεφυροποιίας και του πρωτομάστορα Μπέκα. Με δεδομένη την εξασφάλιση των απαιτούμενων πόρων από το ΠΔΕ, τα έργα της αποκατάστασης της ιστορικής Γέφυρας Πλάκας μπορούν να είναι σε πλήρη ανάπτυξη από το φετινό καλοκαίρι.