25 Ιουνίου, 2018

Ηπειρώτες εικαστικοί καλλιτέχνες

Ηπειρώτες εικαστικοί καλλιτέχνες


Βασίλης  Καζάκος χαράκτης (1945-2006)




Γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1945 και φεύγει από τα αυτά τελειώνοντας το σχολείο. Με εξετάσεις περνά στη Σχολή Καλών Τεχνών. Ασχολείται με τη χαρακτική και έχει καθηγητή το Γραμματόπουλο. Ενώ είναι μαθητής στη σχολή φτιάχνει την ξυλογραφία «Κόκκινο Γυμνό» στην οποία εφαρμόζει την τεχνική των «Ντεγκραντέ» (μετάβαση χρωμάτων). Αυτό ενθουσιάζει το Γραμματόπουλο ο οποίος τον παίρνει στο προσωπικό εργαστήριο του. Το 1977 Διδάσκει στην ΑΣΚΤ ως Βοηθός, Επιμελητής, Λέκτορας και το 1999 : Εκλέγεται Αναπληρωτής Καθηγητής στην ΑΣΚΤ. Έργα του υπάρχουν σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα, Φιλανδία, Σουηδία, ΗΠΑ, Αργεντινή, Ιταλία, στις Πινακοθήκες των Δήμων Αθηναίων, Ρόδου, Ιωαννίνων, Φλώρινας, στο Υπουργείο Πολιτισμού καθώς και στις συλλογές πολλών ελληνικών Τραπεζών. Απεβίωσε στις 4 Αυγούστου 2006.


Μια πρώτη κατηγοριοποίηση στα έργα του Καζάκου είναι η εξής: • 1960 -70 Φοιτητική περίοδος: Επεξεργάζεται θέματα που του δίνονται από τους καθηγητές του στη Σχολή. • 1970-80 και 1980-90 έχουμε τις κλασσικές ξυλογραφίες του. • Από το 1988 όμως και μετά αρχίζει να υπάρχει μια αλλαγή στα έργα του Καζάκου, τόσο θεματολογικά όσο και τεχνοτροπικά.

Εξετάζοντας την πρώτη ενότητα των χαρακτικών, διαπιστώνουμε πρώτα από όλα ότι ο Καζάκος μας δίνει μία εκπληκτική αποτύπωση του Κάστρου των Ιωαννίνων, με κάθε λεπτομέρεια, το Ρολόι στην Πύλη του Κάστρου, το Ασλάν Τζαμί, τα τείχη του Κάστρου και φυσικά τη Λίμνη. Όλα αυτά τα στοιχεία τα διαπιστώνει κανείς με πρώτη ματιά στο χαρακτικό με τίτλο «Τζαμί, ημέρα».



Βλέπουμε πως με τις προ του 1988 ξυλογραφίες ο Καζάκος πετυχαίνει να μας μεταφέρει σε έναν κόσμο ονειρικό και φανταστικό, στον κόσμο δηλαδή της παιδικής ηλικίας, όπου όλα φαίνονται απόλυτα λογικά. Εδώ ρεαλισμός και όνειρο γίνονται ένα, τα ίδια τα ποδήλατα διαθέτουν ρεαλιστική ρόδα, αλλά και τεράστια φτερά. Με τα ποδήλατα φαίνεται πως ο Καζάκος κυνηγά το όνειρο, ένα όνειρο απροσδιόριστο με όχημα το ποδήλατο. Στα έργα του ο γενέθλιος χώρος υπάρχει, απεικονίζεται με σαφήνεια, αλλά δεν του είναι αρκετός, θέλει κάτι παραπάνω από αυτόν, γι’ αυτό και πετάει πάνω από αυτόν.  Και περνάμε τώρα 
 στα έργα μετά το 1988. Βλέπουμε ότι η θεματική του έχει αλλάξει, δεν είναι πια τα ποδήλατα και οι βόλτες με αυτά γύρω από τη Λίμνη, αλλά οι γυναίκες στα μπαρ. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η θεματική αλλάζει καθώς και ο ίδιος ο Καζάκος μεγαλώνει ηλικιακά. Είναι πια ένας ώριμος άντρας με ενδιαφέρον για το άλλο φύλο. Τα έργα του από το 1988 και μετά είναι, όπως ήδη αναφέραμε, ανθρωποκεντρικά, και συγκεκριμένα έχουν θέμα τη γυναίκα. Όπως θα δούμε οι γυναίκες τώρα είναι εκείνες που έχουν τα φτερά και όχι τα ποδήλατα τα οποία εμφανίζονται και αυτά αλλά στη «σωστή τους θέση», στο έδαφος.










Θεόδωρος Παπαγιάννης Γλύπτης(1942-)



Ο Θεόδωρος Παπαγιάννης γεννήθηκε στο Ελληνικό Ιωαννίνων, κατάγεται δηλαδή από την Ήπειρο, από  "μία περιοχή που με τη τραχιά της διαμόρφωση, τους γλυπτικούς ορεινούς της όγκους και την πέτρινη αρχιτεκτονική της, αφυπνίζει την καλλιτεχνική ροπή και υπαγορεύει την αυστηρότητα και τον σεβασμό στη χρήση των υλικών. Ο πολύτροπος καλλιτέχνης εξερευνά όχι μόνο τα παραδοσιακά υλικά ( πέτρα, μάρμαρο, χαλκό ) αλλά και κάθε άλλη μορφή πρώτης ύλης όπως ξύλο, σίδερο, πηλό, συνθετικές ύλες αλλά και αντικείμενα δεύτερης χρήσης, που προσθέτουν την δική τους στην αφήγηση του έργου."



Ο Ηπειρώτης γλύπτης είναι ένας από τους τελευταίους δεξιοτέχνες της χειροτεχνικής παράδοσης " Η μακρά μαθητεία αρχικά, και η θητεία αργότερα του Θεόδωρου Παπαγιάννη πλάι στον Γιάννη Παππά, έναν αυστηρό δάσκαλο με ρωμαλέο έργο και πλούσια πλαστική παιδεία, του εξασφάλισε στέρεα θεμέλια για να οικοδομήσει το δικό του έργο. Έργο βασικά ανθρωποκεντρικό, με μικρές παρεκβάσεις, όπως τα πουλιά, που δεν παραβιάζουν ουσιαστικά τον κανόνα."
Από το 1960 μέχρι το 1965 σπούδασε με υποτροφία στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας όπου είχε καθηγητές τους Γιάννη Παππά και Νίκο Κερλή. Την περίοδο 1966-68 πραγματοποίησε μελέτες πάνω στην αρχαιοελληνική και μεσογειακή τέχνη ως υπότροφος του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών και έπειτα ταξίδεψε σε διάφορα μέρη της Μεσογείου  (Μικρά Ασία, Κύπρος, Κρήτη, Αίγυπτος ) και της Ευρώπης. Επίσης, το 1967 κατά τη διάρκεια έκθεσης στο Ζάππειο παρουσίασε έργα του για πρώτη φορά στο κοινό. Το 1970 εγκαινίασε την πανεπιστημιακή του πορεία ως βοηθός στο εργαστήριο γλυπτικής του παλιού του δάσκαλου, Γιάννη Παππά στην ΑΣΚΤ. Την ίδια δεκαετία ηγήθηκε ομάδας σπουδαστών της ΑΣΚΤ που επισκέφτηκε τα Ζαγοροχώρια αποτυπώνοντας διάφορα στοιχεία της λαϊκής και παραδοσιακής τέχνης της περιοχής και συμμετείχε στην ίδρυση του Κέντρου Εικαστικών Τεχνών της Αθήνας, όπου το 1975 πραγματοποίησε την πρώτη του ατομική έκθεση. Ακολούθησαν τα επόμενα χρόνια δεκάδες ατομικές και ομαδικές εκθέσεις σε διάφορα μέρη της Ελλάδας αλλά και σε χώρες του εξωτερικού ( ΚύπροςΕλβετίαΑγγλίαΓαλλίαΟυγγαρίαΤουρκία κλπ ).

Το 1981-82, συνέχισε τις σπουδές του στην Ecole des Arts Appliques et des Metiers d' Art στο Παρίσι. Το 1987 εκλέχτηκε αναπληρωτής καθηγητής στην ΑΣΚΤ και το 1991 αναδείχτηκε τακτικός καθηγητής στο Α΄ Εργαστήριο Γλυπτικής στο οποίο σήμερα είναι διευθυντής.
Επηρεασμένος από τις σύγχρονες τάσεις στη γλυπτική, συνδυάζει στο έργο του στοιχεία από τα προϊστορικά ειδώλια με τις εξπρεσιονιστικές φόρμες και την αφαίρεση του Χένρυ Μουρ. Πέρα από τα γλυπτά έργα του, ο Παπαγιάννης φιλοτέχνησε και μετάλλια, όπως το μετάλλιο της εισόδου της Ελλάδας στην Ε.Ο.Κ. το 1979 και το μετάλλιο για τον εορτασμό των 150 χρόνων της Βουλής των Ελλήνων το 1978. Ανάμεσα στις γλυπτικές δημιουργίες του, ανδριάντες, μνημεία και προτομές, περιλαμβάνονται:
  • Προτομή Ελευθερίου Βενιζέλου (1980, Πρέβεζα).
  • Προτομή Νικολάου Κονεμένου (1980, Πρέβεζα).
  • Ανδριάντας Ελευθερίου Βενιζέλου (1985, Κεντρική Πλατεία Ιωαννίνων).
  • Μνημείο για τα θύματα του Πολυτεχνείου (1986, Ιωάννινα).
  • Μνημείο Εθνικής Αντίστασης (1987, Παραλία - Βόλος).
  • Μνημείο για τον Ανώνυμο Δάσκαλο (Παιδαγωγική Ακαδημία Ιωαννίνων).
  • Προτομή Παναγιώτη Αναγνωστόπουλου, από τα ιδρυτικά μέλη της Φιλικής Εταιρείας(Αθήνα - Πλατεία Φιλικής Εταιρείας - Κολωνάκι).
  • Προτομή Γεωργάκη Ολύμπιου, μέλους της Φιλικής Εταιρείας (Πεζόδρομος Γεωργάκη Ολύμπιου, Κουκάκι).
  • Προτομή Κωνσταντίνου Οικονόμου (1991, Αθήνα - Πλατεία Μεγάλης του Γένους Σχολής, έναντι Ξενοδοχείου Χίλτον).
  • Προτομή Γεωργίου Ριζάρη (1994, Αθήνα - Περίβολος Αγίου Γεωργίου Ριζαρείου).
  • Προτομή Γεωργίου Θεοτοκά (2000, Αθήνα - Πάρκο Ελλήνων Λογοτεχνών - Περίβολος Πνευματικού Κέντρου Δήμου Αθηναίων).
  • Προτομή Άγγελου Τερζάκη (2000, Αθήνα - Πάρκο Ελλήνων Λογοτεχνών - Περίβολος Πνευματικού Κέντρου Δήμου Αθηναίων).
  • Μνημείο στον Έλληνα Δάσκαλο (2000, Αθήνα - Πλατεία Μαδρίτης - Οδός Μιχαλακοπούλου, όπισθεν Ξεν. Χίλτον).
  • Προτομή Γεωργίου Σεφέρη (2001, Αθήνα - Πεζόδρομος Ζαλοκώστα, δίπλα στο Υπουργείο Εξωτερικών).

Δράκος
Το 2009 δημιούργησε στον τόπο καταγωγής του, το Ελληνικό Ιωαννίνων, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης που φέρει το όνομα του, σε πέτρινο κτίριο που στέγαζε κατά το παρελθόν το δημοτικό σχολείο του χωριού. Το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Θεόδωρου Παπαγιάννη άρχισε την λειτουργία του στις 7 Σεπτεμβρίου του 2009. Η έδρα του μουσείου είναι στα Ιωάννινα. Το μουσείο διαθέτει πάνω από πενήντα εκθέματα.

Γλυπτά του κοσμούν πολλούς δημόσιους χώρους στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, καθώς επίσης περιλαμβάνονται σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές μουσείων και πινακοθηκών όπως η Εθνική Πινακοθήκη, το Μουσείο Βορρέ, η Πινακοθήκη Πιερίδη, το Μουσείο Θεσσαλονίκης, η Πινακοθήκη Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τράπεζας, η Δημοτική Πινακοθήκη Ρόδου, η Δημοτική Πινακοθήκη Πάτρας, η Πινακοθήκη Φλώρινας, η Πινακοθήκη Αβέρωφ στο Μέτσοβο.

Έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία και διακρίσεις, ανάμεσα στα οποία είναι Α’ Βραβείο στο διαγωνισμό για το Μνημείο Εθνικής Αντίστασης, Βόλος (1985), Α’ Βραβείο στο διαγωνισμό για το Μνημείο Εθνικής Αντίστασης, στη Μεταμόρφωση Αττικής (1992). Με το έργο του έχει ασχοληθεί ο ημερήσιος και περιοδικός τύπος, καθώς επίσης το ραδιόφωνο και η τηλεόραση, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό.

Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης Θ. Παπαγιάννη


Έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη

Τα φαντάσματα

Με τριάντα υπερφυσικές ανθρώπινες φιγούρες «τα φαντάσματα μου» όπως τ’ αποκαλεί, στήνει ένα τραγικό χορό. Τα έργα που είναι φιλοτεχνημένα από τα αποκαΐδια του Πολυτεχνείου (Νοέμβριος του 1993) και άλλα ανακυκλώσιμα υλικά φτιάχνουν ένα χορό της σύγχρονης Ελληνικής Τραγωδίας. Στη μέση του χορού ένα ταψί με ψωμιά , σύμβολο της επιβίωσης του ανθρώπου και μια πεσμένη μορφή συμπληρώνουν το σκηνικό της έκθεσης που κάτω από τις τραγικές συνθήκες που βιώνει η χώρα παίρνει συμβολικές διαστάσεις. 
Επίσης ένα άλλο αξιόλογο έργο του Ηπειρώτη γλύπτη που εκτίθεται στο Μουσείο Μπενάκη είναι Κεραμικά ψωμιά-δημιουργίες του Θεόδωρου Παπαγιάννη ξεχειλίζουν από ένα μεγάλο ταψί με φόντο σακιά γεμάτα σιτάρι, ενώ δυο σταυροειδή «τοτέμ» τονίζουν την ιερότητα του ψωμιού • «Η επιβίωση συμβολίζεται με το ψωμί, γιατί αυτό βάζουμε μπροστά. Λέμε: δουλεύω για το ψωμί μου, αγωνίζομαι για το ψωμί μου, τρώω πικρό ψωμί, φάγαμε ψωμί κι αλάτι. Η ίδια η θρησκεία βάζει στην πρώτη γραμμή "τον άρτον ημών των επιούσιον δος ημίν σήμερον"»

Κεραμικά ψωμιά



 "Οι Δρομείς" του Θ. Παπαγιάννη στο Σικάγο

Δρομείς
Ο γλύπτης Θεόδωρος Παπαγιάννης, ομότιμος καθηγητής γλυπτικής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, δημιούργησε μια γλυπτική σύνθεση που έλαβε υπ’όψιν του πολλές παραμέτρους και θέλησε να στείλει πολλαπλά μηνύματα.
 Πρώτο, έπρεπε να λάβει υπ’ όψιν του ότι το έργο θα στηθεί στην πόλη του Σικάγου που είναι μια σύγχρονη πόλη και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη της τέχνης. Γι’αυτό θέλησε να κάνει ένα σύγχρονο έργο που θα μπορούσε να σταθεί σε αυτό το περιβάλλον. Δεύτερο, έπρεπε να εκφράζει την ιδέα της αδελφοποίησης των δύο πόλεων και την φιλία των δύο χωρών, της Ελλάδας και της Αμερικής.
Οι δρομείς εκφράζουν την κίνηση, άρα την κινητικότητα των λαών, τη μετανάστευση που συντελείται παντού στον κόσμο. Οι λαοί, για πολλούς και διάφορους λόγους, μετακινούνται διαρκώς και από αρχαιοτάτων χρόνων. Εκφράζει επομένως και τη μετακίνηση του λαού μας προς όλες τις χώρες και ειδικά την Αμερική.
Οι δρομείς είναι συνυφασμένοι με τους Ολυμπιακούς Αγώνες με το μαραθώνιο δρόμο που είναι αφιερωμένος στο πρώτο μαραθωνοδρόμο που έφερε το μήνυμα της νίκης από το Μαραθώνα στην Αθήνα (φέτος γιορτάζουμε 2500 χρόνια). Επομένως οι δρομείς φέρνουν το μήνυμα της αρχαιότητας στο σήμερα. Φέρνουν το μήνυμα της ειρήνης, της αδελφοσύνης των λαών και της συνεργασίας.
 Πέρα από το μαραθώνιο δρόμο και τους Ολυμπιακούς Αγώνες, εκφράζει και το ρητό του Ηράκλειτου " τα πάντα ρει " δηλαδή, όλα είναι κίνηση. Είναι πέντε δρομείς συν πέντε είδωλά τους, οι σκιές τους, συμβολίζουν τις πέντε Ηπείρους επομένως όλον τον κόσμο.
  Είναι ένα έργο σύγχρονο που αρμόζει σε μια σύγχρονη πόλη, που παρακολουθεί την εξέλιξη της τέχνης, που απαιτεί νέα αντίληψη. Ο γλύπτης εκφράζεται με καθαρές γλυπτικές αξίες, παίζει με τα κενά και τα γεμάτα, το θετικό και το αρνητικό, το φωτεινό και το σκοτεινό, δηλαδή με τις αντιθέσεις που είναι χαρακτηριστικό και ισορροπία της ζωής. Δίνει βάρος στο μέτρο, το ρυθμό, την αρμονία. Είναι κατασκευασμένο από υλικά που αντέχουν στο χρόνο, στις τοπικές καιρικές συνθήκες και χρησιμοποιεί τη σύγχρονη τεχνολογία.
  Είναι αιώνιο, θα μείνει εκεί για πάντα να θυμίζει τον Ελληνισμό του Σικάγου αλλά και τη φιλία των δύο χωρών και, γιατί όχι, όλων των λαών της γης. Περνάει γρήγορα το μήνυμα στο θεατή ειδικά στο χώρο που βρίσκεται, όπου κανείς δεν μπορεί να σταθεί για πολύ. Ο κόσμος σήμερα έτσι κι αλλιώς βιάζεται, θέλει αυτό που έχεις να του πεις να το παίρνει με μια ματιά.
  Είναι τοποθετημένο στην κύρια είσοδο του Σικάγου, στη μεγάλη πύλη στο αεροδρόμιο OHare, από την οποία μπαίνουν και βγαίνουν εκατομμύρια επισκέπτες, δίπλα στην επιγραφή "Καλώς ήλθατε στο Σικάγο". Βαδίζουν προς την πόλη φέρνοντας το πανανθρώπινο μήνυμά τους. Ο Αμερικανικός λαός το αγάπησε, γιατί εκτός των άλλων εκφράζει και την αγαπημένη του συνήθεια το τρέξιμο (τζόκινγκ).

Το 2014 διοργανώθηκε από την κινηματογραφική Λέσχη Βριλησίων ολοήμερο αφιέρωμα στον Ηπειρώτη γλύπτη Θ. Παπαγιάννη. 

Λίγα λόγια για το γλύπτη από την Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα, Καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης και Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης:

Ο Θεόδωρος Παπαγιάννης ανήκει σε μια οικογένεια δημιουργών που σπανίζουν ολοένα και περισσότερο: σε αυτούς που ξαναγράφουν την ιστορία της τέχνης, ξεκινώντας από την παράδοση, για να κατακτήσουν, με επώδυνους ερευνητικούς αναβαθμούς, την προσωπική τους απελευθέρωση.
Ο διάλογος με τον καιρό τους και τις εκφραστικές τους υπαγορεύσεις δεν αποτελεί για αυτούς τους καλλιτέχνες απλή συμμόρφωση με τους συρμούς, αλλά εσωτερική αναγκαιότητα.
Ο Θεόδωρος Παπαγιάννης κατάγεται από την Ήπειρο, από μία περιοχή που με την τραχιά της διαμόρφωση, τους γλυπτικούς ορεινούς της όγκους και την πέτρινη αρχιτεκτονική της, αφυπνίζει την ενδιάθετη καλλιτεχνική ροπή και υπαγορεύει την αυστηρότητα και το σεβασμό στη χρήση των υλικών. Αυτή την αυστηρότητα και συνέπεια την επαληθεύει το πολύμορφο έργο του Παπαγιάννη σε κάθε του φάση και στα ποικίλα υλικά που χρησιμοποιεί. Γιατί ο πολύτροπος καλλιτέχνης δεν κουράστηκε να εξερευνά όχι μόνο τα παραδοσιακά υλικά (πέτρα, μάρμαρο, χαλκό), αλλά και κάθε άλλη μορφή πρώτης ύλης: ξύλο, σίδερο, πηλό, συνθετικές ύλες, αλλά και αντικείμενα δεύτερης χρήσης, που προσθέτουν τη δική τους ιστορία στην αφήγηση του έργου. Μια παλιά φωτογραφία του έφηβου Θεόδωρου μας αποκαλύπτει την πρώιμη κλίση του. Δεν θα ’ταν πάνω από δώδεκα – δεκατριών χρονών και είχε κιόλας εκδηλώσει το ταλέντο του: μια σειρά κεφάλια σκαλισμένα στην πέτρα, απειρότεχνα ακόμη, αλλά πολύ εκφραστικά προαγγέλλουν δύο βασικές σταθερές της μελλοντικής δημιουργίας του: τον ανθρωποκεντρικό της χαρακτήρα και την αναζήτηση της έκφρασης.Ίσως εδώ αξίζει να επισημάνουμε έναν άλλο χαρακτήρα της ποιητικής του Θεόδωρου Παπαγιάννη, που δεν είναι άσχετος με την ηπειρωτική του καταγωγή. Η Ήπειρος και ιδιαίτερα τα Ιωάννινα φημίζονται για τη χειρωνακτική τους παράδοση, μια παράδοση που την πλούτισαν με τα έργα τους πολλοί τεχνίτες, από τους αδρούς πελεκάνους που λάξευσαν τον γκρίζο γρανίτη για να χτίσουν σπίτια και γεφύρια, ως τους εκλεπτυσμένους αργυροχόους που φιλοτέχνησαν τα ξακουστά γιαννιώτικα κοσμήματα. Ο Ηπειρώτης γλύπτης είναι ένας από τους τελευταίους δεξιοτέχνες της χειρωνακτικής παράδοσης. Του αρέσει όχι μόνο να λαξεύει ο ίδιος τα έργα του, αλλά και να τα τελειοποιεί με τη μαστοριά της αρχαίας τορευτικής. Στα τελευταία του έργα φαίνεται να επικαλείται τη γηγενή παράδοση της πατρίδας του για να «κοσμήσει» τις μορφές του με το μεράκι ενός καλλιτέχνη αργυροχόου.

Η μακρά μαθητεία αρχικά, και θητεία αργότερα του Θεόδωρου Παπαγιάννη πλάι στον Γιάννη Παππά, έναν αυστηρό δάσκαλο με ρωμαλέο έργο και πλούσια πλαστική παιδεία, του εξασφάλισε στέρεα θεμέλια για να οικοδομήσει το δικό του έργο. Έργο βασικά ανθρωποκεντρικό, με μικρές παρεκβάσεις, όπως τα πουλιά, που δεν παραβιάζουν ουσιαστικά τον κανόνα. Ο Θεόδωρος Παπαγιάννης μοιράζεται με τον δάσκαλό του, τον Γιάννη Παππά την υγιεινή συνήθεια για έναν καλλιτέχνη: το πάθος του σχεδίου. Αναρίθμητα σχέδια σημαδεύουν την κάθε στιγμή της ζωής του από τότε που επέλεξε το δύσκολο προορισμό του γλύπτη. Μελετά με το πάθος ενός Λεονάρτνο Ντα Βίντσι, πρώτα απ’ όλα το ανθρώπινο σώμα σε κάθε του στάση, σε ανάπαυση και δράση. Το γυμνό από μοντέλο, αλλά και ανθρώπους στον ιδιωτικό και δημόσιο χώρο. Με ευλαβική εμμονή μελετά τις Ελληνικές αρχαιότητες πραγματοποιώντας ταξίδια – προσκυνήματα σ’ όλους τους τόπους που καθαγίασαν οι πρόγονοί μας. Γλυπτά, ανάγλυφα αλλά και αρχιτεκτονικά μέλη, κιονόκρανα, ανθέμια, ραβδώσεις του δίνουν την ευκαιρία να μελετήσει το βηματισμό του ήλιου πάνω στα αρχαία σπαράγματα, το δραματικό διάλογο φωτός και σκιάς. Θησαυρίζει εικόνες, ψηλαφεί γλυφές, πλουτίζει την οπτική του μνήμη μ’ ένα ανεξάντλητο ρεπερτόριο, από όπου θα αντλήσει αργότερα έμπνευση και διδάγματα για τα δικά του γλυπτά, τα δικά του ανάγλυφα. Οι πτυχώσεις, το παιχνίδι του σκιοφωτισμού, η διακοσμητική σχηματοποίηση διατηρούν τη μνήμη αυτών των αρχαιολογικών εξερευνήσεων με το μολύβι στο χέρι.

Όπως οι γλύπτες τον παλιό καιρό, ο Θεόδωρος Παπαγιάννης δεν απαξιώνει κανένα έργο. Βαθύς γνώστης της ανδριαντοποιίας, θα φιλοτεχνήσει πολλά μνημεία και προτομές με φιλαλήθεια, εντιμότητα και γνώση, που συχνά απουσιάζουν από ανάλογα έργα του δημόσιου χώρου. Στο καθαρά δημιουργικό του έργο διακρίνουμε δύο κύριες κατευθύνσεις από την πρώιμη κιόλας φάση: τα τεκτονικά γλυπτά, με συμπλέγματα μορφών λαξευμένα στο μάρμαρο και την πέτρα, που διατηρούν τη μνήμη των ορθογώνιων σχημάτων απ’ όπου προήλθαν. Τα μετακυβιστικά αυτά έργα έλκουν τη μακρινή καταγωγή τους από κυβιστές γλύπτες όπως ο Zadkine ή ο Lipchitz. Μια δεύτερη ομάδα γλυπτών εμπνέεται από οργανικές μορφές και αξιοποιεί τις δυνατότητες της «ζωικής φόρμας». Επιλέγοντας διαβρωμένες πέτρες και βότσαλα, ο γλύπτης εκμεταλλεύεται την τυχαία μορφική τους κλίση για να ανασύρει, με μικρές καίριες επεμβάσεις, ανθρώπινες φιγούρες με ιδιαίτερη εκφραστικότητα. Σε αυτή την ομάδα έργων αναγνωρίζουμε, ως μακρινούς «δασκάλους», μοντέρνους γλύπτες που θεμελίωσαν την παράδοση της «ζωτικής φόρμας», όπως ο Henry Moore.
Τα πουλιά διεκδικούν μία προνομιακή θέση στη θεματογραφία του Θεόδωρου Παπαγιάννη. Οι αεροδυναμικές φόρμες τους, οι αρμονικές καμπύλες τους, ο διάλογος ανάμεσα σε κυρτούς και κοίλους όγκους οδηγεί το γλύπτη σε μία συμπυκνωμένη αφαίρεση που διατηρεί από το θέμα τη δυναμική της πτήσης και τη μελωδία των γραμμών. Η στίλβωση της επιφάνειας, το παιχνίδι της εναλλαγής ανάμεσα σε γυαλισμένα και αδρά μέρη προσθέτουν τη χάρη τους σε αυτά τα ερατεινά έργα, από τα πιο όμορφα που έπλασε ποτέ η γλυπτική τέχνη με αυτό το θέμα. Η «θωπεία» της επιφάνειας του χαλκού από την αστραφτερή αντανάκλαση ως τη σγουρή θαμπάδα μαρτυρεί το γόνιμο δίδαγμα του Brancusi.
Παράλληλα, μία νέα ανθρωπότητα κάνει την εμφάνιση της στο έργο του γλύπτη, μία ανθρωπότητα που αναδύεται από αρχέγονες, αρχετυπικές και αρχαιολογικές μνήμες της Μεσογείου. Στην αρχή τα «ειδώλια» αυτά έχουν διαστάσεις μικρογλυπτικής όπως οι μορφές που αποτέλεσαν την πηγή της έμπνευσης του γλύπτη: τα αναθηματικά ειδώλια της υστερομινωικής και της μυκηναϊκής εποχής. Τα πήλινα ειδώλια σε σχήμα Φ ή Ψ που σχηματοποιούν τη Θεά «μεθ’ υψωμένων των χειρών», όπως βάφτισε αυτήν τη στάση ικεσίας ο Στέλιος Αλεξίου στην ομώνυμη μελέτη του. Μοναχικές ή σε ζευγάρια αυτές οι κλειστές μορφές είναι στην πρώτη τους φάση οικείες και γνώριμες. Ο καλλιτέχνης δημιουργεί μια σειρά από μικρογλυπτά όπου συχνά διαφοροποιεί με άλλο κράμα και χρώμα μετάλλου τα φύλα και όπου τα κυρτά και τα κοίλα σχήματα δημιουργούν αρμονικές συζυγίες. Είναι από τα πιο γοητευτικά μικρογλυπτά της μοντέρνας ελληνικής πλαστικής.
Οι μορφές αυτές θα μεγεθυνθούν, θα πάρουν μνημειακές διαστάσεις και θα αλλάξουν χαρακτήρα, σε μία σειρά νέων έργων που κυριαρχούν στη δημιουργία του γλύπτη τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια: μορφές περίκλειστες, μετωπικές, ιερατικές, συμβολικές, με παράστημα ραδινό και λυγερό, αναπτυγμένες σε υπερφυσική κλίμακα, που την τονίζει ακόμη περισσότερο το μικρό σε μέγεθος σχηματοποιημένο κεφάλι. Οι φιγούρες αυτές μας θυμίζουν τις «βαθύζωνες» ομηρικές μορφές των θρηνωδών στους αττικούς γεωμετρικούς αμφορείς και τα πρώιμα αρχαϊκά αγάλματα, όπως η «Κυρία της Auxerre» στο Λούβρο. Γυναικείες και ανδρικές μορφές διαφοροποιούνται από την υπεροχή της καμπύλης ή της ευθείας και από τα ενδύματα. Ποδήρεις μανδύες στους άνδρες, περίκοσμοι χιτώνες στις γυναίκες. Τα διακοσμητικά στοιχεία, οι ζώνες, οι ταινίες, οι χρωματικές εναλλαγές δεν αποτελούν απλά στολίδια, τονίζουν, αρθρώνουν, οργανώνουν τη σύνθεση, οριοθετούν επίπεδα, άξονες. Οι χειρονομίες έχουν τελετουργικό χαρακτήρα: χέρια που ακουμπούν στη μέση, στο κεφάλι, που ανασύρουν πέπλα, που αγκαλιάζονται, που χαιρετούν.
Ο γλύπτης, βαθύς γνώστης και ακάματος εξερευνητής νέων υλικών, επινοεί καινούργια μέθοδο για να δώσει μορφή και πνοή σ’ αυτή την ιερή ανθρωπότητα. Καταφεύγει στα συνθετικά υλικά, στον πολυεστέρα, αλλά τον υποτάσσει στη δική του εκφραστική βούληση. Ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη είναι και η ποιητική των έργων. Αφού κατασκευάσει το μεταλλικό σκελετό της μορφής, δημιουργεί ένα εκμαγείο από πηλό που «ντύνει» την αρματωσιά του έργου. Μέσα εκεί διοχετεύεται το ρευστό συνθετικό υλικό. Στην ύλη του έχει ενσωματωθεί το χρώμα μαζί με άλλα αδρανή υλικά, όπως άμμος, χώμα , μαρμαρόσκονη κ.α. Τα χρώματα, ώχρες, γαιώδη, φωτεινά γαλάζια, γκρίζα ακτινοβολούν μέσα από την ύλη των έργων προσδίδοντας τους έναν αίθριο χαρακτήρα, που φαιδρύνει την αυστηρότητα τους. Οι λεπτομέρειες, κοσμήματα και στολίδια, ενσωματώνονται στο υλικό με διάφορους τρόπους (σφραγίσματα, ενθέσεις, χαράξεις κ.λ.π). Ο ιερατικός χαρακτήρας των μορφών επιβάλλει τα τελετουργικά ενδύματα με τον πλούσιο εμβληματικό διάκοσμο. Η συμπαράθεση αυτών των έργων σε συντάγματα εντείνει τον τελετουργικό τους χαρακτήρα και μεταβάλλει το χώρο που ενοικούν σε ναό. Ανάλογα με τον τρόπο που διατάσσονται στο χώρο οι μορφές σχηματίζουν άλλοτε επικλητικές λιτανείες, άλλοτε χορούς αρχαίας τραγωδίας. Με ιδιαίτερο χαρακτήρα φορτίζονται, όταν το κτίριο που τις υποδέχεται έχει μνημειακό ή τελετουργικό χαρακτήρα, όπως το Γενί Τζαμί στη Θεσσαλονίκη, στην έκθεση του 1995.
Οι καταστροφές που προκάλεσαν στο Πολυτεχνείο πριν από περίπου δέκα χρόνια οι «εορτασμοί» της ηρωικής εξέγερσης των φοιτητών συγκλόνισαν τον γλύπτη. Από τα αποκαΐδια των πυρπολήσεων θα αναστήσει μία νέα τοτεμική ανθρωπότητα με υλικά καθαγιασμένα από τη φωτιά. Μ’ ένα συγκλονιστικό κείμενο συνόδεψε τότε την πρώτη παρουσίαση αυτής της τραγικής μαρτυρίας στο κλιμακοστάσιο του κεντρικού κτιρίου της αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου. Οι πασσαλόμορφες φιγούρες μοιάζουν αυτή τη φορά να έρχονται από τα βάθη της Αφρικής κουβαλώντας μία ανεξιχνίαστη μαγική δύναμη, όπως τα αντίστοιχα έργα και οι μάσκες που πυροδότησαν στην αρχή του 20ου αιώνα την επανάσταση της μοντέρνας τέχνης. Άλλωστε, ο γλύπτης δεν κρύβει το θαυμασμό του στην πρωτόγονη τέχνη. Ο καμένος πάσσαλος, η σταυρική διάταξη οριζοντίων στοιχείων που σχηματίζουν κορμούς και χέρια, τα ορατά καρφιά, η προσθήκη εμβληματικών στοιχείων, όπως στέφανα ξερής δάφνης, μεταβάλλουν αυτά τα έργα σε μία συναρπαστική και μαζί καθαρτική μαρτυρία. Γηγενής προελληνική παράδοση και πρωτόγονη τέχνη διαλέγονται και στα τελευταία τοτεμικά γλυπτά του Θεόδωρου Παπαγιάννη. Όπως μου εξομολογήθηκε ο γλύπτης, ο πυρήνας του έργου λαξεύτηκε και πάλι πάνω στα καμένα ξύλα της κατεστραμμένης δεξιάς πτέρυγας του Πολυτεχνείου. Ο πυρήνας αυτός ντύθηκε από μεταλλικά δαντελένια πλέγματα που ολοκληρώνουν τον όγκο των μορφών αρθρώνοντας τα μέλη της. Συχνά το ξύλο σκάβεται στο στήθος όπου δημιουργείται μία τράπεζα προσφορών. Ο γλύπτης αποθέτει σ’ αυτή την κόγχη πρωτόλειους καρπούς, όπως θα έκανε ένας αρχαίος προσκυνητής στο ειδώλιο της θεότητάς του.
Τον τελετουργικό χαρακτήρα που έχει προσλάβει τα τελευταία χρόνια η δημιουργία του Παπαγιάννη υπογραμμίζουν οι «εγκαταστάσεις» και τα περιβάλλοντα που δημιουργεί. Φόρο τιμής στον επιούσιο άρτο αποτέλεσε το περιβάλλον που οργάνωσε το 1998 ο γλύπτης στη Αίθουσα Τέχνης Αθηνών. Ένας βολόσυρος με τους κοπτήρες του από οψιανό, που χρησιμοποιούσαν άλλοτε οι Έλληνες αγρότες στο αλώνισμα, περιβάλλεται από αρκετά σακιά με αλεύρι και ψωμιά, όλα κεραμικά, όλα φιλοτεχνημένα με ψευδαισθησιακή αληθοφάνεια. Στο κέντρο της αίθουσας μία τεράστια χαλύβδινη γάστρα, τοποθετημένη πάνω σε κάρβουνα, μας θυμίζει πώς έψηναν άλλοτε το ψωμί στα ορεινά χωριά της Ηπείρου. Ο Θεόδωρος Παπαγιάννης επιβεβαιώνει άλλη μία φορά την καταγωγή του και μας θυμίζει που πρέπει να αναζητήσουμε την αυθεντικότητα της μαρτυρίας του.
Η εξέλιξη του έργου του Θεόδωρου Παπαγιάννη ευνοήθηκε από το κλίμα του Μεταμοντερνισμού, που ενθάρρυνε την επιστροφή σε τοπικές παραδόσεις και απελευθέρωσε τον καλλιτέχνη από την αυστηρή συμμόρφωση με τα διεθνή ρεύματα. Η ηπειρωτική καταγωγή του καλλιτέχνη, βιώματα της παιδικής του ηλικίας στην ύπαιθρο, οι θησαυροί των απέραντων μελετών του, η τιμιότητα του χειρωνακτικού μόχθου, το ακέραιο ήθος του ανθρώπου εξηγούν τον πλούτο, την ποικιλία, τη γνησιότητα και κυρίως την αισιοδοξία του έργου του Παπαγιάννη. Ενός έργου πανάρχαιου και σύγχρονου, που αποπνέει βαθιά ανθρωπιά.


Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα, Καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης, Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης





Κώστας Μπαλάφας Φωτογράφος (1920 – 2011)



…] Γεννήθηκα σ’ ένα κακοτράχαλο ηπειρώτικο χωριό που λες πως και το ίδιο γεννήθηκε για αγώνες πρώτα με την ίδια τη φύση, για να μπορέσει να επιβιώσει στην κακοτράχαλη γη που γεννήθηκε Και ένα μεγάλο μαράζι ήταν ο ξενιτεμός. Ξενιτεύτηκα νωρίς κι εγώ για λόγους βιοπορισμού, μόλις τέλειωσα το Δημοτικό —το τέλειωσα και δεν το τέλειωσα. Ήμουν τότε έντεκα χρονών και δούλευα σ’ ένα γαλακτοπωλείο.Πριν πιάσω τη μηχανή, είχα γράψει λίγα πράγματα με το μολύβι σ’ ένα μπλοκάκι, τα βιώματά μου. Επειδή έγραφα και για το αφεντικό μου πράγματα όχι τόσο ευχάριστα, μου σκίσανε το μπλοκάκι και στενοχωρήθηκα πολύ γι’ αυτό, γιατί είχα γενικά όλα μου τα βιώματα, πως έφυγα από το χωριό μου, πως κατέβηκα σε μια πολιτεία όπου είδα φώτα που δεν τα έσβηνε η βροχή και ο αέρας, πως, τέλος πάντων, μπόρεσα να βοηθήσω τον εαυτό μου και την οικογένειά μου.Στο αφεντικό μου αυτό είχαν έρθει κάτι συγγενείς του από την Αμερική, ομογενείς, και θεώρησε υποχρέωσή του να τους ξεναγήσει σε διάφορα μέρη. Μια μέρα σκέφτηκαν να ανέβουν στην Πάρνηθα είπανε, μάλιστα, να πάρουν και μιαν αναμνηστική φωτογραφία. Κάποιος Θα έπρεπε όμως να κρατάει αυτό το κουτί για να φωτογραφηθούν αυτοί, και αγγάρεψαν έμένα. «Όταν κατάλαβα ότι αυτό το μηχάνημα που κρατούσα στα χέρια μου μπορεί να αποτυπώσει σε εικόνα πάνω σε χαρτί ό,τι έχω ζωντανό μπροστά μου, μαγεύτηκα...»


Ο Μπαλάφας γεννήθηκε το 1920 στην Κυψέλη Άρτας από την οποία έφυγε σε αναζήτηση εργασίας στην Αθήνα. Εργαζόμενος σε γαλακτοκομείο πατριώτη του και φοιτώντας σε νυχτερινό σχολείο μετέβη στη Γαλακτοκομική Σχολή Ιωαννίνων και κατόπιν στην Ιταλία έως το 1939 όπου ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη γαλακτολογία. Επιστρέφοντας στα Ιωάννινα διορίστηκε έκτακτος υπάλληλος στη Γαλακτοκομική Σχολή.


Δεν υπήρξε επαγγελματίας φωτορεπόρτερ, ούτε βρέθηκε τυχαία στο μέτωπο των πολεμικών επιχειρήσεων: ήταν αντάρτης-τυφεκιοφόρος και παράτολμος φωτογράφος.Κατά την περίοδο των σπουδών του στα Ιωάννινα αγόρασε την πρώτη του φωτογραφική μηχανή (Junior Kodak) την οποία αντικατέστησε στην περίοδο της Ιταλίας με μια Robot, μαθαίνοντας εμπειρικά την τέχνη του σκοτεινού θαλάμου σε γειτονικό φωτογραφείο. Τη μηχανή του χρησιμοποίησε αργότερα για να απαθανατίσει την πορεία του ελληνικού στρατού προς το αλβανικό μέτωπο, την περίοδο της γερμανικής Κατοχής και τον ένοπλο αγώνα του ΕΛΑΣ, τον οποίο ακολούθησε ως τυφεκιοφόρος.


Ο Κώστας Μπαλάφας είναι «ανθρωπιστής» φωτογράφος που παρατηρεί και αποτυπώνει τα δρώμενα με ειλικρίνεια, είναι ο καλλιτέχνης που δημιούργησε, κάτω από αντίξοες συνθήκες, φωτογραφίες ντοκουμέντα για να διασωθεί το μεγαλείο του λαού μας.


Ο Κώστας Μπαλάφας εικονογράφησε τη σύγχρονη ελληνική ιστορία, αλλά και την ιστορία της τέχνης της φωτογραφίας, με εκατοντάδες γνήσια ντοκουμέντα: για την πορεία του ελληνικού στρατού στην Αλβανία, την Κατοχή, το αντάρτικο και τον αγώνα του ΕΛΑΣ στην Ήπειρο, αλλά και τον άνθρωπο του μόχθου και της σκληρής επιβίωσης. Στα δικά του καρέ πρέπει να ανατρέξει όποιος θέλει να δει ζωντανή την αλήθεια της μεταπολεμικής Ελλάδας.


Το 2008 δώρισε το φωτογραφικό αρχείο του στο Μουσείο Μπενάκη, αποτελούμενο από 15.000 ασπρόμαυρα αρνητικά από το 1939 έως το 2000 και 60 ταινίες μικρού μήκους έτοιμες για ψηφιακή επεξεργασία, με κεντρικό θέμα τα ήθη και τα έθιμα της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας. 
Το τελευταίο κλικ της ζωής του ήταν την Κυριακή, σε ηλικία 91 ετών. Ο Κώστας Μπαλάφας έφυγε αναγνωρισμένος για το έργο του.


Γιάννης Μόραλης(1916-2009)


  • Γεννήθηκε στην Άρτα το 1916.
  • Σπούδασε ζωγραφική με δασκάλους τον Παρθένη και τον Αργυρό και



  • Το 1936 πήγε στη Ρώμη με τον Ν. Νικολάου και από εκεί μαζί στη Σχολή του Παρισιού.
  • Με τον πόλεμο του 40 γύρισε στην Ελλάδα και το 1947 έγινε καθηγητής στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας μέχρι το 1983.
  • Το έργο του είναι ευρέως γνωστό και σημαντικό. Ρεαλισμός-Αφαιρετικός ρεαλισμός-γεωμετρικότητα-Αυστηρή γεωμετρική σύνθεση-γαιώδη χρώματα αλλά και καθαρά αργότερα-Επιτυμβιακή και αρχαιοαναγλυφική σύνθεση, είναι στοιχεία που χαρακτηρίζουν τη δουλειά του στην εξέλιξή της.
  • Ο Μόραλης έπαιξε ρόλο σαν δάσκαλος στα εικαστικά δρώμενα της σύγχρονης Ελλάδας με τα 36 χρόνια στη  Σχολή Καλών Τεχνών.
  • Είχε εκατοντάδες μαθητές και η εικαστική του προσωπικότητα είναι πολύπλευρη.
  • Εικονογράφησε βιβλία, μάσκες, δίσκους, κεραμικά.
  • Συνεργάστηκε με σημαντικούς ανθρώπους του Λόγου του Θεάτρου και της Μουσικής, οι δε εκθέσεις του ήταν και είναι πάντα ένα σημαντικό καλλιτεχνικό γεγονός.






Κενάν Μεσαρέ(1880-1965)- Ο ζωγράφος των βαλκανικών πολέμων

Ο Κενάν Μεσαρέ γεννήθηκε στα Γιάννενα και σπούδασε στην σχολή Γαλατά Σεράι της Κωνσταντινούπολης. 
Ο πατέρας του Χασάν Ταχσίν Πασά ήταν ανώτερος αξιωματικός του στρατού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και, στον 1ο Βαλκανικό πόλεμο, Διοικητής της 8ης Στρατιάς του Αυτοκρατορικού Οθωμανικού Στρατού της Μακεδονίας.

Ο Κενάν Μεσαρέ υπηρέτησε ως υπασπιστής του πατέρα του τον οποίο ακολούθησε στις διάφορες στρατιωτικές μετακινήσεις του σε ολόκληρη την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Ήταν παρών κατά την υπογραφή της παράδοσης της Θεσσαλονίκης το 1912, στο Διοικητήριο. 

Μιλούσε άπταιστα αλβανικά, τουρκικά, περσικά, αραβικά, γαλλικά και ελληνικά και φέρεται να συνέταξε το πρωτόκολλο παράδοσης της Θεσσαλονίκης στα γαλλικά.

Μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας παρέμεινε στη Θεσσαλονίκη και πήρε την ελληνική υπηκοότητα. 

Το 1934 παντρεύτηκε την Γιαννιώτισσα Ραφέτ, κόρη του Μουσταφά Πασά και εγκαταστάθηκε μόνιμα στα Γιάννενα. 

 Όταν πέθανε, θάφτηκε, σύμφωνα με την επιθυμία του, στο αλβανικό νεκροταφείο Τριανδρίας στη Θεσσαλονίκη.

Ο Κενάν Ταχσίν Μεσαρέ αποτύπωσε στα έργα του τοπία της Λίμνης των Ιωαννίνων, ζωγράφισε διάφορα πορτρέτα και υπήρξε ο εικονογράφος της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης και των Ιωαννίνων το 1912-13 ενώ μετά δούλεψε για τη χαρτογράφηση των νέων συνόρων της Ελλάδας.

Συνήθιζε να χαρίζει έργα του και για το λόγο αυτό πολλά βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές ενώ πολλοί από τους πίνακές του χάθηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής και του Εμφυλίου.

Έλξη πυροβόλου

Ο Κενάν Μεσαρέ, η Θάλεια Φλωρά – Καραβία, ο George Scott, ο Γεώργιος Ροϊλός, ο Περικλής Λύτρας, ο Γεώργιος Στρατηγός και ο Λυκούργος Κογεβίνας είναι οι ζωγράφοι των βαλκανικών πολέμων 1912 – 1913. Μεταξύ αυτών δίκαια ο Κενάν Μεσαρέ θεωρείται, μαζί με την Θάλεια Φλωρά – Καραβία, ως κορυφαίος.

Oι πίνακες του Κενάν Μεσαρέ που αφορούν στον αγώνα του Μπιζανίου και στην απελευθέρωση των Ιωαννίνων εκτίθενται στο Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων στο Εμίν Αγά. Τα έργα αυτά, σύμφωνα με την μαρτυρία του γιού του Σαχίν – Σέργιου (Ίνη) Μεσαρέ, δημιουργήθηκαν μετά το 1935 βάσει των περιγραφών τρίτων προσώπων, μιας και ο ζωγράφος δεν ήταν αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων.


Απελευθέρωση των Ιωαννίνων/Είσοδος του Κωνσταντίνου στην πόλη


 
Ο Κενάν Μεσαρέ αγάπησε τα Γιάννενα όσο και οι ντόπιοι καλλιτέχνες και άνθρωποι των γραμμάτων, γι’ αυτό και η πόλη τον τίμησε δίνοντας το όνομά του σε μεγάλο δρόμο της πόλης των Ιωαννίνων. 


Ψαράδες στη Λίμνη

Η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Ιωαννίνων εξέδωσε ένα λεύκωμα αφιερωμένο στη ζωή και το έργο του.
Ηπειρώτισσες στον Αγώνα





























24 Ιουνίου, 2018

Τα Γιάννενα και η πολυπολιτισμική αρχιτεκτονική τους- Γιάννενα, η πόλη του πνεύματος


Η πολιτιστική ιστορία των Ιωαννίνων, με τους μεγάλους πεζογράφους και ποιητές, τα καλλιτεχνικά και πνευματικά δρώμενα, που διοργανώνονται όλον τον χρόνο, δίνουν την ευκαιρία για μια γνωριμία με τις ρίζες της πνευματικής παράδοσης της Ηπείρου.
Οι διαδρομές μέσα την πόλη, τα πολλά αξιοθέατα και τα μουσεία, προσφέρουν την αίσθηση μιας άλλης εποχής, γεμάτης μυστικά και θρύλους. 
Τα Ιωάννινα υπήρξαν πολυπολιτισμική επικράτεια, με κυρίαρχο το χριστιανικό, το ισλαμικό και το εβραϊκό στοιχείο. Αυτή η συνύπαρξη έχει αφήσει έντονες μνήμες και καταγραφές στο ιστορικό κέντρο της πόλης.

Το Ρολόι της πλατείας


Πρόκειται για έργο του Περικλή Μελίρρυτου, που κατασκευάστηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα, μετά από εντολή του βαλή και γενικού διοικητή της Ηπείρου και Νοτίου Αλβανίας, Οσμάν του Κούρδου.
Ο υψίκορμος, κομψός και διαμπερής πυργίσκος φιλοξενεί στην κορυφή του το ωρολόγιο των Ιωαννίνων και πλουτίζεται με τέσσερις όμορφες κρήνες στις πλευρές του. Είναι ένα επιτυχές δείγμα νεοκλασικού, μεσογειακού και ανατολίτικου ρυθμού.
Αρχικά, είχε στηθεί στο κέντρο της κάτω πλατείας. Όμως, κατά τη διάρκεια της παρέλασης του 1918, όπου γιορτάστηκε η νίκη των συμμάχων στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο τροχός του κιλλίβαντος ενός πυροβόλου παρέκκλινε της πορείας του και αποξήλωσε το κιγκλίδωμα του ωρολογίου. Τελικά, οι λίθοι του μνημείου διαφυλάχθηκαν στον περίβολο του Δημαρχείου και το 1925 με παρέμβαση του δημάρχου Βασιλείου Πυρσινέλλλα αναστηλώθηκε το μνημείο.

                             Το παλιό Ταχυδρομείο


Το κτίριο του Ταχυδρομείου είναι έργο του αρχιτέκτονα Περικλή Μελίρρυτου.
Πρόκειται για συμμετρικό διώροφο κτίριο, με προεξέχον τμήμα της πρόσοψης και επιλεγμένα νεοκλασικά στοιχεία, κεντρικό αέτωμα και κορινθιακά επίκρανα στις γωνίες των ορόφων.
Ανεγέρθηκε το 1905 από τον πασά τον Ιωαννίνων, Οσμάν τον Κούρδο. Στο μέγαρο αυτό στεγάστηκε το πρώτο οθωμανικό Παρθεναγωγείο (Μέση Αστική Σχολή Θηλέων).
Κινδύνευσε με κατεδάφιση το 1975 και αποκαταστάθηκε στην αρχική του μορφή το 1985.
Χαρακτηρίστηκε ως διατηρητέο μνημείο το 1984.

Το Δημαρχείο

Το κτίριο που φιλοξενεί το Δημαρχείο των Ιωαννίνων κτίστηκε το 1938, για να στεγάσει το τοπικό υποκατάστημα της Εθνικής Τραπέζης. Μέχρι το 1930, στη θέση αυτή βρισκόταν το τουρκικό Διοικητήριο, το οποίο καταστράφηκε από πυρκαγιά.
Αφού εγκαταλείφθηκε από την Εθνική Τράπεζα, χρησιμοποιήθηκε ως κατάλυμα υψηλών προσώπων, επιστημονική λέσχη και χώρος της Ζωσιμαίας Βιβλιοθήκης. Το κτίριο είναι έργο του αρχιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχου. Κοσμείται εξωτερικά με περίτεχνη μετόπη από υαλωμένα πλακίδια πορσελάνης με φυτικά θέματα, τοξοστοιχίες από κεραμικούς πλίνθους και μαρμάρινους βυζαντινίζοντες κίονες.Κιγκλιδώματα γιαννιώτικης τεχνοτροπίας από συμπαγή σφυρήλατο σίδερο συμπληρώνουν την όψη του.
Εξάλλου, πρέπει να αναφερθούν οι κιονοστοιχίες της μεγάλης αίθουσας του ισογείου, καθώς και τα βιτρώ με θέματα δυτικής μεσαιωνικής προέλευσης*.
*Πηγή: Αναστάσιος Παπασταύρος, Ιωαννίνων Εγκώμιον - Το παρελθόν που δε χάθηκε,Εκδ. Εκδοτική Βορείου Ελλάδος Α.Ε.

Η στοά Λούλη


Η Στοά Λούλη κτίστηκε το έτος 1875 και οι αψίδες στην είσοδο της μεταφέρθηκαν από την Ιταλία. Αρχικά η στοά λειτούργησε ως χάνι, στο οποίο κατέλυαν οι άνθρωποι από τα χωριά, όταν παρέμεναν στα Γιάννινα.
Σιγά σιγά το χάνι έγινε σημείο - κόμβος, όπου συγκεντρώνονταν άνθρωποι από όλη την Ήπειρο, για να ξεκινήσουν το μεγάλο, για την εποχή, ταξίδι τους στην Αθήνα. Η συνεχής κίνηση τόσων ανθρώπων είχε σαν αποτέλεσμα τη μετατροπή της στοάς, σε εμπορικό κέντρο της εποχής.


Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου Κοπάνων


Ο ναός του Αγίου Νικολάου Κοπάνων, βρίσκεται βόρεια από την πόλη των Ιωαννίνων, κοντά στη Λιμνοπούλα, στην βόρεια έξοδο της πόλης, στο δρόμο για το χωριό Πέραμα. Στην περιοχή αυτή παλαιά συνήθιζαν οι γυναίκες να πλένουν τα ρούχα και κοπανούσαν τις βελέντζες στο νερό, για αυτό και ο ναός πήρε την προσωνυμία των Κοπάνων.

Ο τάφος του Αλή πασά

Βορειοδυτικά του τζαμιού, βρίσκεται το μνημείο που φιλοξενεί τους τάφους του Αλή πασά και μιας από τις συζύγους του.

Πρόκειται για μνημείο ορθογώνιας κάτοψης, που είναι χωρισμένο σε δύο τμήματα. Στο πρώτο βρίσκονται οι τάφοι. Αναμφίβολα, η αρχική κατασκευή του τάφου, όπου βρισκόταν το ακέφαλο σώμα του Αλή, ήταν ιδιαίτερα μεγαλόπρεπη και εντυπωσιακή. Το υπάρχον σιδερένιο κιγκλίδωμα , αποτελεί απομίμηση του αυθεντικού σφυρήλατου κιγκλιδώματος, που σώζονταν ως το 1940 περίπου.

Οικία της εβραϊκής κοινότητας

Τυπικό εβραϊκό κτίριο του 19ου αιώνα, που σήμερα κατοικείται. Η οδός Κουντουριώτη, στην οποία βρίσκεται το κτίριο, καθώς και η οδός Γιοσέφ Ελιγιά, ήταν οι δρόμοι, στους οποίους κατοικούσαν κυρίως Εβραίοι.


Παλιά Εμπορική Σχολή

Το κομψό αυτό μέγαρο είναι γνωστό στους Γιαννιώτες ως η ‘‘παλαιά Εμπορική Σχολή’’. Είναι ένα περίοπτο και πολύ ενδιαφέρον κτίριο με έντονα νεοκλασικά γνωρίσματα. αλλά και με φανερή τη γαλλική επίδραση.
Κτίστηκε στη δεκαετία του 1870 ως κατοικία του βαλή του βιλαετίου των Ιωαννίνων. Πρόκειται για όμορφο οικοδόμημα με εντυπωσιακό αέτωμα, μεγάλο εξώστη στην πίσω πλευρά του, κορνιζώματα στα παράθυρα και συμπαγή περίτεχνα κιγκλιδώματα.

Περιφέρεια Ιωαννίνων


Είναι το μεγαλύτερο, σε επιφάνεια και όγκο, κτίριο των Ιωαννίνων. Η κατασκευή του πέρασε από πολλές περιπέτειες. Άρχισε να κτίζεται το 1935 σε σχέδια της Γιαννιώτισσας αρχιτέκτονος Ερικαίτης Ιωαννίδου (1910-1984).
Το κτίριο της Νομαρχίας βομβαρδίστηκε το 1940 και για πολλά χρόνια μετά τον πόλεμο παρέμεινε ερείπιο. Άρχισε να ξανακτίζεται αργότερα και τελείωσε μόλις το 1960. Το 1970 προστέθηκε και τρίτος όροφος σε παραδοσιακό γιαννιώτικο ρυθμό, που έρχεται όμως σε αντίθεση με το λιτό και αυστηρό νεοκλασικό ύφος του αρχικού κτιρίου.


Σουφαρί σαράι

Το Μέγαρο Σουφαρήδων (ιππέων) – «Σουφαρί Σαράϊ» κτίσθηκε εντός μεταξύ των ετών 1815 και 1820 από τον Αλή Πασά μαζί με τα τείχη του Κάστρου. Αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κτίρια στρατωνισμού της περιόδου. Το εντυπωσιακών διαστάσεων κτίριο βρίσκεται απέναντι από το Τουρκικό Λουτρό, έξω από τη βορειοανατολική Ακρόπολη του Κάστρου.

Στοά Λιάμπεη

Η Στοά κτίστηκε μετά τον εμπρησμό των Ιωαννίνων το 1869, κατά τον οποίο καταστράφηκε το μεγαλύτερο μέρος της παλιάς Γιαννιώτικης αγοράς.
Τα μαγαζιά που στεγάζονταν στο εσωτερικό της ήταν κτισμένα με πέτρα και έφεραν καμαρωτές πόρτες από χοντρά σιδερένια πορτόφυλλα, μεγάλα παράθυρα και υπόγειες αποθήκες.

Τα "Μαγειρεία" του Ιτς Καλέ
Το κτήριο ανεγέρθη πιθανώς από τον Αλή Πασά κατά τα έτη 1815-1820. Είναι ένα από τα σημαντικότερα σωζόμενα κτήρια στο χώρο της νοτιοανατολικής ακρόπολης (Ιτς Καλέ) του Κάστρου και αποτελούσε μία από τις εστίες του οθωμανικού οχυρωματικού συγκροτήματος.

Τζαμί και Μεντρεσές του Βελή πασά

Το Τζαμί του Βελή-πασά ή Τσιεκούρ-τζαμί βρίσκεται στη νότια πλευρά του λόφου των Λιθαριτσίων, στονμέσο περίπου μεγάλης ακάλυπτης έκτασης που διαμορφώνεται από τις νοτιοανατολικές παρυφές του λόφου και από τις ανατολικές υπώρειες του κεντρικού υψιπέδου της «άνω πόλης». Σε πολύ κοντινή απόσταση βρίσκεται το Πνευματικό Κέντρο Ιωαννίνων.

Το τζαμί της Καλούτσιανης

Το Τζαμί της Καλούτσιανης βρίσκεται στην κεντρική πλατεία της ομώνυμης συνοικίας της πόλης. Σύμφωνα με επιτοίχια επιγραφή (άγνωστη σήμερα) το Τζαμί κτίστηκε το 1740 από τον Χατζή Μεχμέτ–πασά, βαλή (διοικητή) των Ιωαννίνων, στη θέση ενός μετζίτ (οθωμανικός ναός χωρίς μιναρέ).

Αρχοντικό Κ. Φρόντζου(Λαογραφικό Μουσείο)


Σ’αυτό το σπίτι με τα έντονα στοιχεία της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής που συνδυάζονται αρμονικά με την τοπική παράδοση, έζησε πενήντα χρόνια ο πρωτομάστορας της Εταιρίας Ηπειρωτικών Μελετών, Κωνσταντίνος Φρόντζος (1904-1986), ο οποίος ανέλαβε το σχεδιασμό του κτιρίου.
Το κτίριο κτίστηκε το 1938 και κληροδοτήθηκε στην Εταιρία Ηπειρωτικών Μελετών για να στεγαστεί το Λαογραφικό Μουσείο.

Το κτίριο της VIIIΜεραρχίας


Το 1879 ο Ρασήμ Πασάς θεμελίωσε το κτίριο στο οποίο σήμερα στεγάζεται η VIII Mεραρχία, στη θέση που βρισκόταν άλλοτε το ανάκτορο του Μουχτάρ. Στο ιστορικό αυτό κτίριο, που ήταν γνωστό ως "Κονάκι", πάρθηκαν οι τελευταίες αποφάσεις για την χωρίς όρους παράδοση της πόλης στον ελληνικό στρατό, στις 20 Φεβρουαρίου του 1912.

Το Λουτρό των Ιωαννίνων

Το Λουτρό βρίσκεται έξω από τη βορειοανατολική Ακρόπολη του Κάστρου, νότια της Βιβλιοθήκης. Είναι ένα από τα πρωιμότερα σωζόμενα οθωμανικά μνημεία στα Γιάννινα (αρχές του 17ου αιώνα). Φαίνεται ότι αντικατέστησε το εντοπισμένο βορειότερα βυζαντινό λουτρό.

Το σπίτι του Δεσπότη/Οικία Χουσεϊν Μπέη
Παλιό αρχοντόσπιτο κτισμένο στα τέλη του 18ου αιώνα, είναι το μόνο που σώθηκε από τη πυρκαγιά του 1820, χάρη στους εκτεταμένους αμπελώνες που το περιέβαλαν. Επί Τουρκοκρατίας ανήκε στην οικογένεια του Χουσεΐν-Μπέη. Η ονομασία ‘Σπίτι του Δεσπότη’ οφείλεται στο ότι ήταν για σημαντικό χρονικό διάστημα η έδρα του Μητροπολίτη Ιωαννίνων. Το αρχοντόσπιτο αυτό είναι κλασσικό στο είδος του. Θεωρείται αριστούργημα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής. Σήμερα, δυστυχώς, κινδυνεύει να καταρρεύσει.
Οικία Δαβιτσών Λεβή


Στην οδό Κουντουριώτη βρίσκεται το γιαννιώτικο αρχοντικό, που άλλοτε ήταν η οικία του στρατιωτικού γιατρού, Δαβιτσών Λεβή. Το οίκημα κτίστηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Αργότερα στο κτίριο αυτό στεγάστηκε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο και έτσι έμεινε γνωστό ως «Λύκειο».


Τουρκική Βιβλιοθήκη



Η Τουρκική Βιβλιοθήκη είναι κτισμένη πολύ κοντά στη βορειοδυτική Ακρόπολη, και πιθανότατα συνδέεται με την Εστία και το Μεντρεσέ (Ιεροδιδασκαλείο) του Ασλάν Πασά, αποτελώντας ένα θρησκευτικό – εκπαιδευτικό συγκρότημα.




Ιστορικά Διατηρητέα κτίρια των Ιωαννίνων/Αναπαλαιωμένα αρχοντικά
Θαυμαστά, ιστορικά  κτίρια, διατηρητέα και αναπαλαιωμένα, αρχοντικά,  μοναδικά νεοκλασικά,κτίρια σπουδαίων μηχανικών και αρχιτεκτόνων, όπως του Π. Μελίρρυτου, του Αρ. Ζάχου και άλλων, καθώς και το σύνολο του ιστορικού κέντρου των Ιωαννίνων αποτελούν μοναδικά αξιοθέατα.

Οικία Καππά-Παρλαπά




Η οικία της οδού Κ. Φρόντζου 3 στα Ιωάννινα κτίστηκε το 1930 από το γνωστό μηχανικό Περικλή Μελίρρυτο, για την οικογένεια Καππά. Ο ίδιος μηχανικός κατασκεύασε πολλά από τα πιο σημαντικά δημόσια κτίρια της πόλης, όπως το κτήριο του Ταχυδρομείου, την παλιά Ζωσιμαία Σχολή και το Καπλάνειο Μέγαρο, ενώ το εν λόγω κτήριο είναι το μοναδικό, ιδιωτικού χαρακτήρα, έργο του Μελίρρυτου, που σώζεται.
Η οικία Καππά-Παρλαπά είναι διώροφο κτήριο, όπου συνδυάζονται τα παραδοσιακά με τα νέα αρχιτεκτονικά στοιχεία, έχει επικάλυψη στέγης και διαθέτει υπόγειο. Η όψη του είναι λιτή, με μία έμφαση στον κατακόρυφο άξονα και αποτελεί με το ζωηρό κίτρινο χρώμα του και τον κήπο μια χαρούμενη νότα στο κέντρο της πόλης.
Το κτήριο, που διατηρείται σε καλή κατάσταση έχει χαρακτηρισθεί ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο (ΦΕΚ 642/Β/26-8-94) και είναι σήμερα ιδιοκτησία της οικογένειας Παρλαπά.

Οικία Ισμήνης Τζαβέλα (τέλη 19ου αι.)



     
Το κτήριο της οδού Παύλου Μελά 31 είναι διώροφο, νεοκλασικό και διακρίνεται για τη λιτότητα, τη συμμετρία και την αυθεντικότητα της αρχιτεκτονικής του. Η όψη του κοσμείται με παραστάδες, κιγκλιδώματα και ψευδοκιονόκρανα, ενώ τα δωμάτια στο εσωτερικό του είναι αρκετά και σαφώς διαχωρισμένα, ανάλογα με τις λειτουργίες τους.
Ως οικία της οικογένειας Τζαβέλα κληροδοτήθηκε από την απόγονο της οικογένειας Ισμήνη Τζαβέλα στο Δήμο Ιωαννιτών με την επιθυμία να στεγάσει μουσείο. Το κτήριο έχει χαρακτηριστεί ως Έργο Τέχνης (ΦΕΚ 1257/Β/16-12-80) και είναι ιδιοκτησία του Πνευματικού Κέντρου. Σήμερα στεγάζει τα Γενικά Αρχεία του Κράτους (Νομός Ιωαννίνων) που βρίσκονται στους χώρους του ισογείου, ενώ στον πρώτο όροφο φιλοξενείται αναπαλαιωμένη η οικία, όπως ήταν περίπου όταν ζούσε η δωρήτρια. Εκεί πρόκειται σύντομα να λειτουργήσει ως εκθεσιακός χώρος.

Οικία Κουκουνούρη




Η οικία Κουκουνούρη της οδού Καραμανλή 15 στα Ιωάννινα είναι ένα από τα νοικοκυρόσπιτα των Ιωαννίνων που αγοράστηκε το 1919 από την οικογένεια Κουκουνούρη. Χαρακτηρίζεται γενικά από στοιχεία "επαρχιακού νεοκλασικισμού", με υπόγειο και όροφο. Υπάρχουν δύο κύρια και δύο βοηθητικά δωμάτια, σκάλες ανόδου στον όροφο και στη σοφίτα και καθόδου στο υπόγειο. Στον όροφο υπήρχε και το μπάνιο. Από το θύρωμα του ορόφου εξέρχεται κανείς το μπαλκόνι της πρόσοψης. Στη σοφίτα υπήρχε στέρνα (δεξαμενή) όπου ανέβαζαν το νερό από το πηγάδι της αυλής στο πίσω μέρος του σπιτιού. Σε δωμάτιο του ορόφου υπάρχει αξιόλογο τζάκι.
Η αυλή είναι πλακόστρωτη και μεγάλη και διαθέτει πηγάδι, όπως και βοηθητικούς και αποθηκευτικούς χώρους.
Το κτήριο έχει χαρακτηρισθεί ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο (ΦΕΚ 586/Β/4-11-87) και διατηρείται σε καλή κατάσταση. Σήμερα, αναστηλωμένο, ανήκει στην οικογένεια Βρέλλη και λειτουργεί ως Μουσείο κέρινων ομοιωμάτου "Αθανασίου Β
ρέλλη".


Οικία Αθανασίου Λάππα



 Η οικία Λάππα βρίσκεται στη διασταύρωση των οδών Τσιριγώτη με Δαγκλή 16-18 και έχει χαρακτηρισθεί ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο (ΦΕΚ 642/Β/26-8-94). Το σπίτι αυτό κτίστηκε το 1845 στα θεμέλια του παλαιότερου που είχε καταστραφεί από πυρκαγιά και το οποίο είχε κατασκευαστεί από το Νικόλαο Αθανασίου.
Στο αρχικό εκείνο σπίτι είχε φιλοξενηθεί και ο περιηγητής H.Holland στο δεύτερο ταξίδι του στα Γιάννινα και είχε εντυπωσιαστεί από την αρχιτεκτονική του. Αγοράστηκε στα τέλη του 19ου αι. από την οικογένεια Λάππα για κατοικία της τελευταίας και χρησιμοποιήθηκε και ως προξενείο. Σήμερα είναι ιδιοκτησία των Γ. Μαρούφωφ και Ι. Μπασογιάννη. Το κτήριο κατά τη διάρκεια της ζωής του έχει υποστεί πολλές επεμβάσεις που έχουν αλλάξει την αρχική του μορφή και λειτουργία. 
Η οικία Λάππα είναι χαρακτηριστικό δείγμα αρχιτεκτονικής των αρχών του 19ου αι. και ίσως και παλαιότερης. Έχει αυστηρή και λιτή όψη, με τοξοστοιχία στο ισόγειο, μεγάλη αυλή και όμορφο αίθριο. Χαρακτηρίζεται από μια έντονη εσωστρέφεια, με την ανάπτυξη των λειτουργιών προς το εσωτερικό του οικοπέδου (αυλή). Σήμερα είναι άριστα διατηρημένο.

Οικία Μέκκειου


Το κτήριο της οδού Τσακάλωφ 12-14 έχει χαρακτηρισθεί Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο (ΦΕΚ 642/Β/26-8-94). Κτίστηκε το 1900 και αποτέλεσε αρχικά την κατοικία της οικογένειας Μέκκειου. Αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα μεγαλοαστικής αρχιτεκτονικής, με δύο ορόφους, ορθογωνική κάτοψη, συμμετρική όψη, υπερυψωμένο ισόγειο και τοξωτή είσοδο. Το μεγαλοπρεπές κτήριο έχει επίσης άμεση πρόσβαση στο δρόμο και σαφείς νεοκλασικές επιδράσεις. Το 1931 το δώρησε ο Δημήτριος Μέκκειος στην αδελφότητα κυριών "Η Ζωοδόχος Πηγή" για να στεγάσει το οικοτροφείο θηλέων. Σήμερα η οικία Μέκκειου διατηρείται σε καλή κατάσταση και ανήκει στο ομώνυμο, Μέκκειο Κληροδότημα.

Αρχοντικό Μίσιου

Η οικία Μίσιου βρίσκεται στην οδό Ασωπίου 7 στα Ιωάννινα και έχει χαρακτηρισθεί ως Ιστορικό Διατηρητέο Μνημείο (ΦΕΚ 518/Α/23-11-36). Το κτήριο είναι ιδιοκτησία του Υπουργείου Πολιτισμού και ειδικότερα της 6ης Εφορείας Νεοτέρων Μνημείων, τα γραφεία της οποίας στεγάζονται σε αυτό.
Στην οικία Μίσιου φιλοξενήθηκε ο Άγγλος περιηγητής Η.Ηοlland στο πρώτο του ταξίδι στα Γιάννινα. Τότε η κατοικία, που κατά τον ίδιο κτίστηκε στις αρχές του 18ου αι. ανήκε στο Μιχαήλ Μίσιο, Γιαννιώτη άρχοντα. Στην πυρκαγιά του 1820 το αρχοντικό αυτό καταστράφηκε και ξανακτίστηκε το 1844 στην ίδια θέση και στον ίδιο αρχιτεκτονικό τύπο. Ο νέος κτήτορας Αλέξιος Μίσιος ήταν ομώνυμος εγγονός του πρώτου κτήτορα και ο αρχιτέκτονας που ανέλαβε την υλοποίησή του ήταν ο γνωστός Αριστοτέλης Ζάχος. 
Το σπίτι αυτό εντάσσεται στους τύπους των γιαννιώτικων αρχοντικών, με συμμετρική κάτοψη σχήματος "Π". Η κρεβάτα (δηλαδή ο βασικός κεντρικός χώρος του ορόφου, που είναι σκεπαστός) είναι μεγάλων διαστάσεων, με τους χαρακτηριστικούς εξώστες της, καθώς και τις μεγάλες τζαμαρίες που την κλείνουν. Η άνοδος από το ισόγειο στον όροφο γίνεται με σκάλα, ιδιαίτερα εντυπωσιακή. Στο ημιυπόγειο και το ισόγειο βρίσκονται οι βοηθητικοί χώροι. Οι ημιυπόγειες αποθήκες, οι λεγόμενες "μπίμτσες", χρησιμεύουν για τη φύλαξη προϊόντων που απαιτούν σκοτάδι και χαμηλή θερμοκρασία. Στην πρόσοψη υπάρχει τοξοστοιχία που της προσδίδει μνημειακό χαρακτήρα. Η οικία διαθέτει και λιθόστρωτη αυλή την οποία περικλείει ψηλός πέτρινος περίβολος.
Ιδιαίτερη περιγραφή της κατοικίας "του άλλου νοικοκύρη μας Μιχαήλ Μίσιου" παραδίδει ο H.Holland στο περιηγητικό του σύγγραμμα. Υπογραμμίζεται η πολυτελής διακόσμηση και επίπλωση συλλεκτικού χαρακτήρα, καθώς και τα κοινά χαρα
κτηριστικά της με αρχοντικές κατοικίες του άλλου ελλαδικού χώρου.


Αρχοντικό Πυρσινέλλα


Το παραδοσιακό γιαννιώτικο αρχοντικό στην οδό Αραβαντινού 1 της πόλεως των Ιωαννίνων, κτίστηκε ανάμεσα στα 1830-1840 στα ερείπια προγενέστερης οικίας. Η κάτοψή του είναι παραλλαγή του τύπου "Π". Περιλαμβάνει ένα ημιυπόγειο όπου βρίσκονται οι αποθήκες, τον ημιώροφο όπου βρίσκονται τα βοηθητικά δωμάτια και τον όροφο στον οποίο αναπτύσσεται η κρεβάτα(κεντρικός σκεπασμένος χώρος του ορόφου), με τα καλοκαιρινά και χειμωνιάτικα δωμάτια. Σε μια ακόμη πτέρυγα που υπήρχε στεγάζονταν βοηθητικοί χώροι. Το εσωτερικό του αρχοντικού κοσμούνταν με πλούσια επίπλωση και διακόσμηση. 

Τα λίθινα τόξα που στηρίζουν την κρεβάτα και το μπροστινό καλοκαιρινό δωμάτιο συνθέτουν ένα εντυπωσιακό και επιβλητικό σύνολο. Στον όροφο δημιουργούνται τριγωνικές προεξοχές προς το δρόμο. Λόγω της μορφής του οικοπέδου, το ισόγειο παρουσιάζεται από τη μια μεριά της κρεβάτας κλειστό. Η όψη προς τη νότια πλευρά παρουσιάζεται λιτή με την ανεπίχριστη τοιχοποιία της, τα μικρά παράθυρα των χειμωνιάτικων δωματίων της και τις χαρακτηριστικές καμινάδες. Η οικία Πυρσινέλλα περιστοιχίζεται από αυλή και πέτρινο περίβολο, ο οποίος ήταν αρχικά πολύ ψηλότερος.
Η οικία Πυρσινέλλα, που έχει χαρακτηρισθεί ως μνημείο Χρήζον Ειδικής Κρατικής Προστασίας (ΦΕΚ 173/Β/7-8-53), είναι σήμερα ιδιοκτησία του Δήμου Ιωαννιτών και προορίζεται για φιλοξενία εκδηλώσεων πολιτιστικού ενδιαφέροντος.


ΠΗΓΗ: Η ιστοσελίδα "Ιστορικά κτήρια" σε σχεδίαση και κατασκευή Αθηνάς Χαρίση και Ναταλίας  Ουμνόβα.

©2003 Ιδρυμα ΕΓΝΑΤΙΑ ΗΠΕΙΡΟΥ





Ένα παρελθόν που... χάνεται!

Υπάρχει όμως δυστυχώς και η άλλη όψη του νομίσματος, καθώς τα γιαννιώτικα αρχοντικά γεμάτα πληγές από τη φθορά του χρόνου, χρειάζονται αναπαλαίωση και συντήρηση. Το κόστος όμως του εγχειρήματος είναι τεράστιο, με αποτέλεσμα τα περισσότερα να έχουν ερειπωθεί ή ακόμη και να καταρρέουν, συμπαρασύροντας ιστορικές μνήμες και στοιχεία της κοινωνίας και του πολιτισμού της πόλης των Ιωαννίνων του παρελθόντος.
Οικία Αργύρη Νικολού(18ος-19ος αι.)/ΠΡΙΝ



Οικία Αργύρη Νικολού  ΜΕΤΑ

Το σπίτι του Δεσπότη σήμερα

 
Πρόσφατα, ένα από τα ομορφότερα νεοκλασικά κτίσματα στο ιστορικό κέντρο των Ιωαννίνων δεν άντεξε, με αποτέλεσμα τμήμα του να καταρρεύσει.
Πρόκειται για το παλιό αρχοντικό στη συμβολή των οδών Κουντουριώτη  και Χρήστου Ευθυμίου, κουβαλά και αυτό τη δική του ιστορία, όπως και τα δεκάδες αρχοντικά  που στέκουν  σε διάφορες γειτονιές  του ιστορικού κέντρου της πόλης.





Τα κτίρια των Εθνικών Ευεργετών
Τα περισσότερα εξ  αυτών, χαρακτηρισμένα ως διατηρητέα,  αποτελούν τμήμα της πολιτιστικής κληρονομιάς της πρωτεύουσας της Ηπείρου.
Φυσικά, θα ήταν παράλειψή μας, εάν δεν κάναμε αναφορά σε κάποια άλλα ιστορικά, αξιόλογα κτίρια των Ιωαννίνων, τα οποία επιβλητικά στέκουν σε διάφορα σημεία της πόλης. Είναι τα κτίρια των λεγόμενων Εθνικών Ευεργετών, όπως των Ζωσιμάδων, του Καπλάνη, του Γ. Σταύρου, του Δόμπολη και τόσων άλλων, οι οποίοι με την ευποιία τους αποτελούν τους φάρους του πολιτισμού μας.
Ζωσιμαία Σχολή

Παπαζόγλειος Υφαντική Σχολή
Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ακαδημία
Ζωσιμαία Βιβλιοθήκη





Καπλάνειος Σχολή
Στην οδό Ανεξαρτησίας, απέναντι από το Γυαλί Καφενέ, το κτίριο Γ. Σταύρου, που σήμερα φιλοξενεί τις υπηρεσίες της Εκπαίδευσης, αποτελούσε για έναν αιώνα περίπου το καταφύγιο πολλών ορφανών ή φτωχών παιδιών. Εκεί σε αυτό το «έργο τέχνης», όπως χαρακτηρίστηκε από το υπουργείο Πολιτισμού το 1981, με τα νεοκλασικά και νεοαναγεννησιακά στοιχεία, με την επιβλητική είσοδο και με τον ζωγραφικό διάκοσμο του εσωτερικού, λειτούργησαν και σχολές παραδοσιακών επαγγελμάτων.

Όλα ξεκίνησαν το 1869, όταν ο Γιαννιώτης έμπορος, πρώτος τραπεζίτης του ελληνικού κράτους και πρώτος διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Γεώργιος Σταύρου με τη διαθήκη του δώρισε στην πόλη των Ιωαννίνων ένα οικόπεδο και ένα σεβαστό για την εποχή ποσό για την ανέγερση και λειτουργία ενός ορφανοτροφείου αρρένων με σκοπό την εκμάθηση βιοποριστικών χειρωνακτικών επαγγελμάτων. Στο οικόπεδο που δώρισε, βρισκόταν κάποτε το αρχοντόσπιτο του πατέρα του, του Σταύρου Ιωάννου, υπουργού οικονομικών του Αλή πασά. Η κατοικία αυτή, που συνόρευε τότε με ένα κανάλι της λίμνης, καταστράφηκε το 1820.Την εκτέλεση της διαθήκης του Γεωργίου Σταύρου ανέλαβαν στενοί συνεργάτες του στην Εθνική Τράπεζα. Η ανέγερση του ορφανοτροφείου δεν ήταν εύκολη υπόθεση, καθώς η οθωμανική διοίκηση διατηρούσε τις ενστάσεις της. Μετά από πολλά εμπόδια, ο θεμέλιος λίθος μπήκε τελικά τον Ιούλιο του 1882. Με πολλές προσπάθειες και αρκετά παρατράγουδα (π.χ. κατάχρηση χρημάτων) η κατασκευή του κτιρίου ολοκληρώθηκε το 1886. Σύμφωνα με έκδοση του Ιστορικού Αρχείου της Εθνικής Τράπεζας το 2010, την αρχιτεκτονική μελέτη εκπόνησαν οι αρχιτέκτονες της τράπεζας, Θ. Τόμπρος και Ι. Δέδες, με τον πολωνικής καταγωγής μηχανικό της οθωμανικής διοίκησης στα Γιάννενα Σιγισμόνδο Μινέικο να αναλαμβάνει την εκτέλεση του σχεδίου.  


Σημαντικός σταθμός στην όλη διαδρομή του κτιρίου αυτού, ήταν η ίδρυση σχολής αργυροχρυσοχοΐας το 1930, μετά από επιμονή της λαογράφου Αγγελικής Χατζημιχάλη και πρωτοβουλία του μητροπολίτη Ιωαννίνων Σπυρίδωνα. Οι μαθητές δεν διδάσκονταν μόνο τις τεχνικές του ασημιού, αλλά και σχέδιο. Σημαντικοί ασημουργοί όπως ο Αλέξανδρος Τζουμάκας δίδαξαν σε αυτή τη σχολή. 
Ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος οδήγησε σε παύση της λειτουργίας της σχολής. Η σχολή άνοιξε ξανά το 1948 για να κλείσει οριστικά στα τέλη της δεκαετίας του '60.
Παράλληλα, η εκμάθηση των διαφόρων παραδοσιακών τεχνών, όπως της ξυλουργικής ή της επεξεργασίας μαρμάρου, μεταφέρθηκε σε κτίρια, ιδιοκτησίας της Μητρόπολης Ιωαννίνων, κοντά στον Άγιο Νικόλαο Κοπάνων. Το κτίριο Γ. Σταύρου στην οδό Ανεξαρτησίας συνέχισε να λειτουργεί ως ορφανοτροφείο-οικοτροφείο μέχρι το 1980...
Στα μέσα της δεκαετίας του '80, το μεγάλο αυτό κτίριο, ιδιοκτησίας της Μητρόπολης Ιωαννίνων, στέγασε διοικητικές υπηρεσίες της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Εκείνη την περίοδο έγιναν εκτεταμένες εργασίες συντήρησης του κτιρίου από την τότε Νομαρχία Ιωαννίνων, με αφορμή την υπό κατάρρευση στέγη. 
Με τη μετακόμιση των υπηρεσιών της Ιατρικής στην πανεπιστημιούπολη, το κτίριο έμεινε άδειο για πολλά χρόνια. Μέχρι που, μετά από συνεννόηση της τότε Νομαρχίας και της Μητρόπολης, έγινε η στέγαση των υπηρεσιών της Εκπαίδευσης.



 Η μετάβαση από την παραδοσιακή αρχιτεκτονική στα νεοκλασικά πρότυπα

ζούλη Παπασταύρου
Αρχιτέκτων Ε.Μ.Π.
(απόσπασμα)

Το παρόν κείμενο αποτελεί μια προσπάθεια ανάγνωσης των μηχανισμών που οδήγησαν στη μετάβαση των Ιωαννίνων από επαρχία της ύστερης οθωμανικής περιόδου σε ελληνική πόλη. Με έναυσμα τα λεγόμενα του Δ. Φιλιππίδη (1984) «(…) δε μας ενδιαφέρει τόσο το ποια είναι αυτή η αρχιτεκτονική όσο το γιατί είναι αυτή που είναι (…)», αναζητούνται οι διαδικασίες που εξασφάλισαν τη συνέχεια της αρχιτεκτονικής έκφρασης στο γύρισμα του 20ού αιώνα και διερευνάται η έκταση εφαρμογής των νεοκλασικών προτύπων. 

Eξευρωπαϊσμός της οθωμανικής αυτοκρατορίας


Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, η οθωμανική αυτοκρατορία επιχειρεί να επαναπροσδιορίσει τη θέση της στη διεθνή σκηνή και να καθορίσει μια νέα σχέση με τη Δύση. Στο πλαίσιο αυτό λαμβάνει χώρα μια σειρά μεταρρυθμίσεων με στόχο τον εξευρωπαϊσμό του παραδοσιακού συστήματος, η οποία κορυφώνεται το 1839 με την ανάληψη μεταρρυθμιστικού έργου –Τανζιμάτ (σημ. 1)– και το 1876 με τη θέσπιση του πρώτου οθωμανικού συντάγματος. Στην οθωμανική αυτοκρατορία γίνονται κινήσεις εκσυγχρονισμού των πόλεων (δίκτυα υποδομών, αστικές αναπλάσεις, κτίρια κοινής ωφελείας), ώστε να εναρμονιστεί με τα συμβαίνοντα στον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο.
Καθίσταται ευνόητο πως ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της αυτοκρατορίας επέφερε μεταβολές τόσο σε αρχιτεκτονικό όσο και σε πολεοδομικό-χωροθετικό επίπεδο. Η αρχιτεκτονική κλήθηκε να ανταποκριθεί στην εικόνα του αναδιοργανωμένου χώρου, την ανάγκη για νέους κτιριακούς τύπους, τις νέες μορφολογικές επιλογές και τις νέες ανάγκες διαβίωσης, σύμφωνα με τις δυτικές επιρροές. Στην περίπτωση των Ιωαννίνων, η υφιστάμενη κακή ρυμοτομία­ (σημ. 2) βρέθηκε στο επίκεντρο των μεταρρυθμίσεων του γενικού διοικητή του βιλαετίου, Αχμέτ Ρασίμ Πασά (1826-1897), ο οποίος είχε λάβει εκπαίδευση μηχανικού στο Βερολίνο (Παπασταύρος, 2014). Με απώτερο σκοπό την οικοδόμηση της πόλης σύμφωνα με τη σύγχρονη ρυμοτομία, πυρπολεί το μεγαλύτερο τμήμα του εμπορικού κέντρου (1869). Στη συνέχεια αναθέτει στον γερμανικής καταγωγής αρχιτέκτονα Holts τον ανασχεδιασμό της πόλης (Παπαδοπούλου & Κονταξής, 1998). Η πολεοδομική παρέμβαση επέφερε ελάχιστες διαφοροποιήσεις σε ό,τι αφορά τη χάραξη των δρόμων, συνέβαλε ωστόσο στην ανανέωση της κτιριακής υποδομής. Το 1869 χάθηκε το μεγαλύτερο μέρος των παραδοσιακών κτιρίων, που είχαν διασωθεί από την πυρκαγιά του Αλή Πασά το 1820 (σημ. 3). Μετά την καταστροφή του 1820 πολλά από τα κτίρια οικοδομήθηκαν εκ νέου με βάση τα παραδοσιακά πρότυπα, χωρίς όμως να διαθέτουν τον πλούτο και την έκταση των αρχικών (Ζάχος, 1928). Σημαντική απώλεια της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς αποτελεί το αρχοντικό του Νικολού Αργύρη (τέλη 18ου–αρχές 19ου αι.) (σημ. 4) (εικ. 1).

Η παραδοσιακή αρχιτεκτονική των Ιωαννίνων

Η αρχιτεκτονική της πόλης στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα δύναται να περιγραφεί ως «ιδιότυπη» δεδομένου πως τη χαρακτήριζε η πρόσμιξη μεσαιωνικών, βυζαντινών και ανατολίτικων στοιχείων. Ο ρυθμός αυτός, ο οποίος εμφανίζεται αποκλειστικά στα Ιωάννινα, προσέλαβε την ονομασία «τουρκογιανιώτικος» ή «μεταβυζαντινός» (Κουρμαντζής, 1987). Ως απόρροια της βίαιης εφαρμογής των κρατικών εκσυγχρονιστικών μεταρρυθμίσεων της ύστερης οθωμανικής περιόδου, τα παλαιότερα σωζόμενα κτίσματα στις αρχές του 20ού αιώνα χρονολογούνται από το 1825 έως το 1850. Ανάμεσα στα κτίρια που υφίστανται μέχρι σήμερα ανήκει το σπίτι του Δεσπότη (τέλη 18ου αιώνα) (εικ. 2), το οποίο διεσώθη από την πυρκαγιά του 1820 λόγω των εκτεταμένων αμπελώνων που το περιέβαλαν, το αρχοντικό Πυρσινέλλα (1830-40) (εικ. 3) και η οκία Μίσιου (1844) (εικ. 4). Η τελευταία, διατηρεί το σύνολο των χαρακτηριστικών των αρχοντόσπιτων της Ηπείρου, τα οποία με μικρές παραλλαγές ακολουθούν τον τύπο των αρχοντικών σπιτιών της Ηπειρωτικής Ελλάδας (Ζάχος, 1928). Κατά τη δεκαετία του 1870 σημειώνεται στην πόλη μικρής έκτασης αλλά σημαντικής αξίας ανοικοδόμηση δημόσιων κτιρίων. Οι μορφολογικές ανακατατάξεις, που φέρουν την ταυτότητα της εποχής, εντοπίζονται κυρίως στην εμφάνιση ευρωπαϊκών αντιλήψεων στην εξωτερική διαμόρφωση και στην ογκοπλαστική διάρθρωση των κτιρίων (Σμύρης, 2008).

Η εισαγωγή των δυτικών προτύπων

Η εισαγωγή του δυτικού τρόπου ζωής στις συνήθειες της οθωμανικής αστικής τάξης και η συνεχής επαφή των πολιτών με τα ευρωπαϊκά προϊόντα και ήθη βρίσκει σαφή έκφραση στην αλλαγή του διακόσμου, με την υιοθέτηση νέων μορφολογικών στοιχείων. Αξίζει να σημειωθεί πως η έκθεση των Γιαννιωτών σε δυτικές πολιτιστικές επιδράσεις λάμβανε χώρα ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα. Η γεωγραφική θέση της πόλης, η οποία διευκόλυνε την επικοινωνία με τις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και η γειτνίαση με τις Ιόνιες νήσους και την Κέρκυρα συνέβαλε στην εντονότερη, σε σχέση με άλλες περιφέρειες, διείσδυση του ευρωπαϊκού πολιτισμού (Ζάχος, 1928). Η ενασχόληση των κατοίκων της πόλης με το εμπόριο είχε ως συνέπεια να γίνουν φορείς αστικών σχέσεων μέσα στην οθωμανική αυτοκρατορία.


Η διαχρονική πορεία της λογιοσύνης της πόλης των Ιωαννίνων


ΠΑΝΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΛΛΑΔΟΣ

ΗΠΕΙΡΩΤΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ  

ΖΑΠΠΕΙΟ ΜΕΓΑΡΟ


Ελένη Κουρμαντζή



ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ 
 Αθήνα, 20 Ιανουαρίου 2008



      Από τον 17ο αιώνα και κατά τους μετέπειτα αιώνες, τα Ιωάννινα αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους διαμετακομιστικούς πόλους ολόκληρου του ελλαδικού χώρου. Γιαννιώτες έμποροι κινούνται δραστήρια σε όλον αυτό τον χώρο, ενώ έχουν επεκταθεί και πέραν του Ιονίου προς τις ιταλικές ακτές, και κυρίως προς τη Βενετία. Δημιουργείται έτσι σιγά – σιγά στη Βενετία μια συμπαγής γιαννιώτικη παροικία, η οποία θα διαπρέψει όχι μόνον στο εμπόριο αλλά και στα Γράμματα. Έχουμε πλέον τη δημιουργία μιας κοσμοπολίτικης εμπορικής τάξης, η οποία ξεφεύγει από τα κατεστημένα του τότε εσωτερικού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η οποία καθόλου τυχαία επιδεικνύει ένα λαμπρό παράδειγμα αυτό της χορηγίας για την ίδρυση νεωτερικών Σχολείων στα Ιωάννινα.
Ελένη Κουρμαντζή
      Ιδρύονται στα Ιωάννινα κατά σειρά τρεις νεωτερικές Σχολές: Αυτή του Επιφάνειου Ηγούμενου το 1645, του Εμμανουήλ Γκιόνμα το 1672, του Λάμπρου και Σίμωνος Μαρούτζη λίγο αργότερα, το 1742. Είναι χαρακτηριστικό αυτό που γράφεται στη Διαθήκη του Επιφάνειου Ηγούμενου: ο «Έλλην διδάσκαλος» της Σχολής υποχρεούται «να διδάσκη γράμματα Ελληνικά, εις τα παιδία και τα κοράσια τα οποία θα θελήσουν να μάθουν, ο οποίος διδάσκαλος πρέπει να εκλέγηται κατά τριετίαν». Ο Λάμπρος Μαρούτζης στη Διαθήκη του διορίζει διδάσκαλο «με υποχρέωσιν του ιδίου να διδάσκη εις τα Γιάννινα τας επιστήμας ήτοι λογικήν, φυσικήν, μεταφυσικήν, θεολογία εις όποιον ήθελε σπουδάσει, και μαθηματικά, ελληνιστί και λατινιστί, θεωρών αναγκαίαν την σπουδήν της λατινικής, διά την επιτυχίαν των ομοεθνών ημών σπουδαστών».
      Δεν είναι τυχαίο ακόμη ότι από τρεις Γιαννιώτες ιδρύονται διαδοχικά τα πρώτα ελληνικά τυπογραφεία της Βενετίας: το 1670 από τον Νικόλαο Γλυκύ, το 1686 από τον Νικόλαο Σάρο και το 1755 από τον Δημήτριο Θεοδοσίου, οι οποίοι διακινούν ως εκδοτικοί οίκοι βιβλία σε όλον τον ελληνικό και ελληνόφωνο χώρο.
      Η ίδρυση των προαναφερθεισών σχολών στα Γιάννενα αποτελεί ασφαλώς και την απαρχή της γένεσης μιας σειράς λόγιων προσώπων, τα οποία θα καταγραφούν στη νεοελληνική ιστορία. Τέτοια πρόσωπα είναι οι πεφωτισμένοι ιερομόναχοι Ευστάθιος Σουγδουρής, Βησσαρίων Μακρής, Μεθόδιος Ανθρακίτης και Μιχαήλ Μήτρου. Ο τελευταίος, γνωστός και ως Μελέτιος ο Γεωγράφος, έγραψε τα πρωτοποριακά για την εποχή έργα Επιτομή της Αστρονομίας και Γεωγραφία Παλαιά και Νέα.
      Το εκπαιδευτικό επίπεδο των Ιωαννίνων κατά τα τέλη του 17ου αιώνα περιγράφεται εκτενώς στο ποίημα του Παΐσιου Ιερομόναχου Έπαινος Ιωαννίνων, από το οποίο δίδουμε ενδεικτικά εδώ ένα γλαφυρό απόσπασμα:
Ακούν οι Χριστιανοί, οπόταν διαβαίνουν,
τα τέκνα τους τα ιερά γράμματα που μαθαίνουν.
Πολλάκις εις προαύλια, εις πρόθυρα και στράτες
βλέπουσι και ακούουσιν όλοι οι διαβάτες
παίδας και τον διδάσκαλον, που κάθεται σιμά τους,
ακούει και τους οδηγά κατά το μάθημά τους.
      Σημαντική στιγμή για το μορφωτικό επίπεδο της πόλης των Ιωαννίνων κατά τον 18ο αιώνα αποτελεί η ίδρυση το 1742 της πρωτοποριακής Σχολής Μαρούτζη, η οποία λειτούργησε έως και το 1797, στην οποία δίδαξε και ένας από τους προδρόμους του λεγόμενου Νεοελληνικού Διαφωτισμού, ο περιώνυμος Ευγένιος Βούλγαρις. Είναι όμως αυτή η περίοδος μια περίοδος καμπής, η οποία θα μας οδηγήσει σε μια νέα, ριζοσπαστικότερη πλέον περίοδο, λόγω των προεπαναστατικών ζυμώσεων που αφορούν τον νέο ελληνισμό.
      Ιδιαίτερα όσον αφορά τα Ιωάννινα, νέες παροικίες γιαννιωτών εμπόρων ιδρύονται πέραν της Βενετίας, στο Λιβόρνο και την Τεργέστη στην Ιταλία, αλλά και στη Μολδοβλαχία, στο Βουκουρέστι και αλλού, καθώς και στη Ρωσία στη Νίζνα και τη Μόσχα. Τέκνα εύπορων εμπορικών οικογενειών κατευθύνονται πλέον για σπουδές στο Παρίσι και στη Βιέννη, όπου τα λεγόμενα νεωτερίζοντα πνεύματα θα επηρεάσουν αυτούς τους επίδοξους σπουδαστές.
      Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί ο γνωστός μας Αθανάσιος Ψαλίδας, ο οποίος, έχοντας φυσικά μορφωθεί στα Ιωάννινα, σπουδάζει προσωρινά στη Πολτάβα της Ουκρανίας και κατευθύνεται στη Βιέννη. Ο Ψαλίδας υπήρξε ένας πολυπράγμων λόγιος, ο οποίος συνέγραψε αρχικά μια δίγλωσση διατριβή, στα ελληνικά και τα λατινικά, με τον τίτλο Αληθής Ευδαιμονία ήτοι Βάσις πάσης θρησκείας (1791). Επίσης εικάζεται ως δικό του έργο και το πρωτοποριακό για τη νεοελληνική λογοτεχνία Έρωτος Αποτελέσματα, ήτοι ιστορία ηθικοερωτική με πολιτικά τραγούδια (1792). Στην πολυσχιδή του συγγραφική δραστηριότητα στη Βιέννη, πέραν των άλλων συγγραφών ποικίλου είδους, συνέγραψε και το κατά βάση πατριωτικό Καλοκινήματα, ήτοι Εγχειρίδιον κατά Φθόνου και κατά της Λογικής του Ευγενίου (1795). Ο Ψαλίδας στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στα Ιωάννινα, για να συνεχίσει εκεί την καριέρα του ως διδάσκαλος στην Καπλάνειο Σχολή. Σε αυτόν αποδίδεται επίσης το πολιτικό – πατριωτικό έργο Ρωσσαγγλογάλλος, γραμμένο περί το 1806.
      Στα Ιωάννινα ήδη από τις αρχές του 19ου αιώνα έχει σχηματιστεί ένας κύκλος ριζοσπαστών λογίων, αποτελούμενος από τους Γιαννιώτες Αθανάσιο Ψαλίδα, Ιωάννη Βηλαρά, Κυρίτζη Χατζή Πολύζου, τον επτανήσιο Διονύσιο Ταλιαπιέρα και πολλούς άλλους, στους οποίους θα προστεθεί αργότερα και ο κοζανίτης Γεώργιος Σακελλάριος, σύντροφος και αυτός του Ρήγα όπως και ο Κυρίτζης Χατζή Πολύζου. Σε αυτό το κλίμα συγγράφεται και το κορυφαίο προεπαναστατικό έργο Ελληνική Νομαρχία, ήτοι Λόγος περί Ελευθερίας (1806), και το οποίο αποδίδεται στον συνήθη «ύποπτο» Αθανάσιο Ψαλίδα.
      Μέσα σε αυτόν τον χώρο δρα και ο πασίγνωστος Ιωάννης Βηλαράς, ιατροφιλόσοφος, λυρικός και σατιρικός ποιητής, δημοτικιστής, διηγηματογράφος και θεωρούμενος από τον ίδιο τον Σολωμό ως πρόδρομός του. Πρέπει όμως να επισημανθεί και το ότι ο Βηλαράς υπήρξε ένας από τους πρώτους που έθεσε μαχητικά το ζήτημα της ομιλούμενης γλώσσας, ενώ είχε αλληλογραφία με γνωστούς επίσης δημοτικιστές όπως με τον Αθανάσιο Χριστόπουλο, τον Γεώργιο Καλαρά και πολλούς άλλους. Ας σημειωθεί επίσης ότι η σάτιρα του Βηλαρά, πρωτοποριακή για τα ελλαδικά δεδομένα, στράφηκε κατά οποιασδήποτε κατεστημένης μορφής και καυτηρίασε ποικίλες κοινωνικές καταστάσεις.
      Αυτός ο κύκλος έκλεισε, ως εκ του φυσικού, το 1821, με την πυρπόληση και την καταστροφή των Ιωαννίνων. Ας σημειωθεί όμως παρεμπιπτόντως ότι αυτή την περίοδο άνθησε και η λαϊκή λογοτεχνία, κυρίως με τη συγγραφή των διάφορων Αληπασιάδων, όπως αυτή του Χατζή Σεχρέτη ή του Κωνσταντίνου Τζουκαλά, ο οποίος αφηγείται επιπρόσθετα σε επικό δίστιχο και την καταστροφή της πόλης των Ιωαννίνων.
      Νέος όμως μορφωτικός και εκπαιδευτικός κύκλος αρχίζει σύντομα με την ίδρυση της Ζωσιμαίας Σχολής το 1828, στην οποία συναρτάται και ευμεγέθης βιβλιοθήκη αργότερα δε και τυπογραφείο. Πέραν από τους εξέχοντες Αναστάσιο Σακελλάριο, φιλόλογο, και Σπυρίδωνα Μανάρη, μαθηματικό, οι οποίοι υπήρξαν διευθυντές της Σχολής, αναδείχθηκε και ο καθηγητής αυτής, ο Πάργιος Παναγιώτης Αραβαντινός, ο οποίος αποτέλεσε μια εξέχουσα μορφή των νεοελληνικών γραμμάτων. Έγραψε σημαντικά έργα, όπως Χρονογραφία της Ηπείρου (1856), Βιογραφική Συλλογή Λογίων της Τουρκοκρατίας, Ιστορία της Ελληνικής Παιδείας και Συλλογή Δημωδών Ασμάτων της Ηπείρου, Ηπειρωτικόν Γλωσσάριον.
      Είναι η στιγμή που κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ξαναρχίζει η ευρύτερη πνευματική παραγωγή των Ιωαννίνων: Εκδίδεται από το 1870 η δίγλωσση, στα ελληνικά και τα τουρκικά, εφημερίδα «Ιωάννινα» - «Γιάνγια», με ειδήσεις που αφορούν την περιοχή· τυπώνεται το 1875 και το 1876 το σατιρικό περιοδικό «Καραβίδα», ενώ παράλληλα ιδρύεται το μορφωτικό Καφεθέατρο «Ολύμπια», βάσει δωρεάς ιδιώτη, με βιβλιοθήκη στον επάνω όροφό του.
      Ας σημειωθεί εδώ ότι στην ομάδα της σατιρικής «Καραβίδας» συμμετείχε ο γνωστός αρχιτέκτονας της πόλης μας Περικλής Μελίρρυτος και ο γιος του Π. Αραβαντινού Σπυρίδων, ο οποίος μάλιστα εξέδωσε και το σημαντικό έργο του πατέρα του με τίτλο Ιστορία του Αλή Πασά του Τεπελενλή (1895). Ας παρατηρηθεί επίσης ότι στην «Καραβίδα» μεταφράσθηκε και το έργο του Goldoni Οι Πετεινόμυαλοι, το οποίο στη συνέχεια παίχθηκε επί της σκηνής του καφεθεάτρου «Ολυμπία».
      Τέλος, μια άλλη εξέχουσα μορφή υπήρξε και ο Κώστας Κρυστάλλης, ο οποίος επικέντρωσε το ενδιαφέρον του σε λαογραφικά θέματα και εξέδωσε και την ποιητική συλλογή «Αι σκιαί του Άδου». Για το τελευταίο αυτό έργο κατηγορήθηκε από τους ρουμανίζοντες και υπέστη τη δίωξη των οθωμανικών αρχών, με αποτέλεσμα να καταφύγει στην Αθήνα για να αποφύγει τη σύλληψή του.
      Μια νέα περίοδος ανοίγει στις αρχές του 20ού αιώνα με την εμφάνιση του Γεωργίου Χατζή-Πελλερέν, ο οποίος ιδρύει την εφημερίδα «Ήπειρος» το 1909, η οποία τυπώνεται μέχρι και τη δεκαετία του 1930. Ο Χατζή-Πελλερέν υπήρξε μεταξύ άλλων ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και οξύς χρονογράφος. Το 1924 μάλιστα, μαζί με τον Χρήστο Χρηστοβασίλη, διευθυντή και εκδότη της εφημερίδας «Ελευθερία» (1914 – 1937), μια διανοούμενη, την Ολυμπιάδα Μίνω, τον Γιωσέφ Ελιγιά, τον Χρήστο Σούλη και άλλους, ιδρύει τον λεγόμενο «Ηπειρωτικό Εκπαιδευτικό Όμιλο», με στόχο τη δημοκρατικοποίηση της παιδείας και τη σύνδεσή της με την πραγματικότητα της ελληνικής ζωής και του νεοελληνικού κόσμου. Βασική αρχή του Ομίλου είναι η καθιέρωση της ζωντανής γλώσσας και η αποβολή κάθε ίχνους «ψευτοκλασικισμού» και «προγονοπληξίας». Η κίνηση διοργανώνει μια σειρά διαλέξεων, εκ των οποίων σημαντικότερη ίσως υπήρξε η «Περί μεταβιβλικής Ποιήσεως», η γενόμενη από τον Γιωσέφ Ελιγιά. Η ομιλία αυτή σχολιάστηκε θετικότατα για το βάθος της.
      Από την εποχή αυτή και μετέπειτα αρχίζουν να βρίθουν τα κάθε είδους έντυπα που τυπώνονται στην πόλη των Ιωαννίνων. Τα έντυπα αυτά δεν είναι πάντοτε καθαρά δημοσιογραφικά. Εκτός των προαναφερθέντων «Ήπειρος» και «Ελευθερία», ιδρύονται στη δεκαετία του ’20 και οι εφημερίδες ποικίλης ύλης «Κήρυξ», «Ηπειρωτική Ηχώ», η οποία μεταβάλλει τον τίτλο της στον γνωστό και σήμερα «Ηπειρωτικό Αγώνα», «Ηπειρωτικόν Βήμα» και άλλες. Εκδίδονται ακόμη και έντυπα της αριστεράς, όπως η εφημερίδα «Άνθρωπος» το1922 και ο «Νέος Αγών» το 1924, της οποίας την κυκλοφορία σταμάτησαν οι Στρατιωτικές Αρχές μετά την έκδοση των δέκα φύλλων. Σημειωτέον ότι ο «Νέος Αγών» τυπωνόταν στα τυπογραφεία της εφημερίδας «Ήπειρος», της φίλα προσκείμενης στο Λαϊκό Κόμμα.
      Άλλα έντυπα της εποχής είναι τα «Ηπειρωτικά Χρονικά» (1924 – 1940), τα οποία έχουν ως στόχο την έρευνα στον χώρο της Ηπείρου, αλλά και το καθαρά λογοτεχνικό «Ελλοπία» (1931) με πρωτεργάτες τους Πάνο Φάντη και Δημήτρη Σιωμόπουλο.
      Μια εξέχουσα μορφή της δεκαετίας του ’20 υπήρξε και ο Γιωσέφ Ελιγιά, γέννημα κι αυτός της ανθούσας τότε πνευματικής κίνησης των Ιωαννίνων αλλά και της γαλλόφωνης Alliance Israélite. Βαθύς γνώστης της εβραϊκής παράδοσης αλλά και της ελληνικής, υπήρξε λυρικός ποιητής, μετέφρασε ποίηση και άσματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και διέτριψε σε φιλοσοφικά δοκίμια περί εβραϊκής Μεταφυσικής. Ο Ελιγιά δεν υπήρξε όμως μόνον και αποκλειστικά λυρικός ποιητής, ο γνωστός μας ως ποιητής της «Παμβώτιδας» ή ως ποιητής της «Ρεβέκκας», αλλά υπήρξε και ένας από τους πρώτους ταξικούς ποιητές της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και ειδικότερα της «Γενιάς του 1920». Ενδεικτικά αναφέρουμε εδώ τα ποιήματα «Εργάτης», «Φαρισαίοι», τα οποία έγραψε στα Γιάννενα το 1924, χρονιά της δίωξής του από τη γενέτειρα πόλη.   Για τα πολιτικά του φρονήματα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τα Γιάννενα και να εγκατασταθεί στην Αθήνα.
      Σιγά – σιγά όμως με τη δεκαετία του 1930, τον β’ παγκόσμιο πόλεμο και τον εμφύλιο που ακολούθησε, η πνευματική κίνηση των Ιωαννίνων σβήνει. Μόνη εξαίρεση αποτελεί η εμφάνιση το 1944 του φιλολογικού περιοδικού «Ηπειρωτικά Γράμματα», στο οποίο συνεργάστηκαν οι γνωστοί μας λόγιοι Δ. Σαλαμάγκας, Λ. Βρανούσης, Χρ. Σούλης, Τ. Σιωμόπουλος και άλλοι. Αλλά η κυκλοφορία αυτού του φιλολογικού περιοδικού διακόπηκε λόγω των τότε κατοχικών συνθηκών.
      Τέλος, εμφανίζεται στα Γιάννενα στη δεκαετία του 1930 και ο γνωστός μας διηγηματογράφος και νεοελληνιστής Δημήτρης Χατζής, αναλαμβάνοντας την εφημερίδα του πατέρα του Γεωργίου Χατζή-Πελλερέν «Ήπειρο», όπου και δημοσιεύει ποιήματά του. Αλλά ο Δ. Χατζής, μέσα στις αντίξοες συνθήκες της εποχής δεν θα μπορέσει να εγκατασταθεί στα Ιωάννινα, παρά να περνά από την πόλη αυτή πολύ αργότερα περιστασιακά. Έμελλε όμως ο Δημήτρης Χατζής να γράψει το πρωτοποριακό βιβλίο το «Τέλος της μικρής μας πόλης» (1953), που μόλις πρόσφατα καθιερώθηκε ως ένα από τα πλέον διεισδυτικά κείμενα της νεοελληνικής διηγηματογραφίας.
  Το «Τέλος της μικρής μας πόλης» είναι στην ουσία μια κοινωνιολογική ανάλυση στρωμάτων της πόλης μας: τα παραδοσιακά στρώματα φθίνουν και ανέρχονται νέα, τα οποία στην ουσία δεν αποτελούν και απαραίτητα την παράδοση αυτής της πόλης. Όλα τούτα συμβαίνουν μέσα στη δίνη της δεκαετίας του 1930 και 1940, όπου και αναδεικνύεται με οξύνοια η κοινωνία της εποχής. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν ο οικονομικός μαρασμός των ταμπάκων της Σιαράβας, η δίψα για χρήμα επίσημων προσώπων της πόλης, ο μαυραγοριτισμός των εμπόρων, η εκτόπιση των Εβραίων των Ιωαννίνων, κ.ο.κ.
      Ο Δημήτρης Χατζής τελικά, περιγράφοντας ένα «Τέλος», ταυτίζεται με το ίδιο, δηλαδή με το τέλος του παλαιού κόσμου των Ιωαννίνων έναντι ενός νέου κόσμου που έρχεται, και που ο νέος κόσμος είναι ξένος γι’ αυτόν.






Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών(Ε.Η.Μ.)
Η Ήπειρος, ως ιστορικό παρελ­θόν, αποτελεί αναμφισβήτητα μία ακτινοβόλο πνευματική και πολιτιστική παρουσία στον ελληνικό χώρο. H ανεκτίμητη προσφορά της στους τομείς αυτούς στάθηκε ένας από τους σημαντικότερους συντελεστές, που διαμόρφωσαν τη ζωή του έθνους κατά τους χρόνους της δουλείας, αλλά και μετά την εθνική αποκατάσταση, ως τις μέρες μας.
Το ειδικό βάρος της προσφοράς αυτής συναρτάται, σε τελευταία ανάλυση, με τα αξιόλογα προτερήματα που κοσμούν τον Ηπειρώτη, αυτά που συγκροτούν, σαν γενικότερη έννοια, την ηπειρωτική αρετή. Απ' αυτή πηγάζει η αγάπη για τη μάθηση, η έφεση της πνευματικής καλλιέργειας, η ευποιία, που ταυτίστηκε στην ουσία με Το ηπειρωτικό όνομα, και τη, μέχρις αυτοθυσίας, λατρεία της Ελευθέριας, όπως έχει αποτυπωθεί στις σελίδες της ιστορίας του Νέου Ελ­ληνισμού.

Δεν εμφανίζει, βέβαια, η ιστορική παρουσία της Ηπείρου την ίδια πνευματική και πολιτιστική άνθηση σ' όλη τη διαδρομή της. Υπάρχουν ο εξάρσεις, που οριοθετούν χώρους, οι οποίοι κατέλαβαν ξεχωριστή θέση στο εθνικό περίγραμμα, όπως υπάρχει και η ύφεση και η στασιμότητα και, μερικές φορές, η σιωπή και η αφάνεια.
Η Εταιρεία Ηπειρωτικών Μελετών (Ε.Η.Μ.) ιδρύθηκε το 1953. Είναι σωματείο πνευματικού, φιλανθρωπικού και κοινωφελούς σκοπού, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Αποβλέπει στην ανέλιξη του ηπειρωτικού χώρου και στην άνοδο της πνευματικής και πολιτιστικής στάθμης, συνεπώς και του βιοτικού επιπέδου του ηπειρωτικού λαού.
 Με το πέρας του β΄ παγκοσμίου πολέμου και του καταστροφικού εμφυλίου, που ακολούθησε, υπήρξε κοινωνική και ιστορική αναγκαιότητα για πολιτιστική άνθηση της Ηπείρου, αντάξια της παράδοσης που κληρονόμησε. Έτσι αποφασίστηκε από πνευματικούς ανθρώπους της εποχής, με πρωτεργάτη τον Κ. Φρόντζο, η ίδρυση της Ε.Η.Μ. με καταστατικό που βασίστηκε, κατά κύριο λόγο στο περιεχόμενο του καταστατικού της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Το καταστατικό εγκρίθηκε με την αριθ. 231/25.7.1953 απόφαση του Πρωτοδικείου Ιωαννίνων. 
Με την πάροδο των ετών προέκυψε η ανάγκη τροποποιήσεων αυτού του καταστατικού. Σήμερα λοιπόν η Ε.Η.Μ. λειτουργεί με βάση το τροποποιημένο καταστατικό που καταχωρήθηκε στο Πρωτοδικείο Ιωαννίνων με αρ. 265/2.5.2013.
Σύμφωνα μέ το Καταστατικό, η περισυλλογή του ιστορικού και λαογραφικού υλικού της Ηπείρου και η έρευνα γύρω απ' αυτό αποτελεί μια από τις βασικότερες επιδιώξεις της ΕΗΜ. Γι' αυτό και Ιδρύθηκε ειδική Εφορεία με αποστολή τη συντήρηση και προστασία της ιστορικής παράδοσης και την περισυλλογή και επιστημονική επεξεργασία του υλικού κι ακόμα τη διαφώτιση του κοινού με την εκλαΐκευση των πορισμάτων. Το Διοικητικό Συμβούλιο με την υπ' αρ. 28/1966 πράξη του ενέκρινε τον Κανονισμό λειτουργίας του Τμήματος Ερευνών και Μελετών. Σύμφωνα μ' αυτόν:
  • 1. Τό Τμήμα Μελετών καί Ερευνών σκοττόν έχει τήν μελέτην γενικώς τοϋ Ηπειρώτικου χώρου τόσον είς τόν ιστορικόν καί άρχαιολογικόν τομέα, όσον καί τόν τοιούτον της τέχνης καί της καθόλου ζωής τοϋ Ήπειρώτου.
  • 2. Οι εντός καί εκτός της Ηπείρου Ήπείρώται, οι αναπτύξαντες κοινωνικήν, οίκονομικήν καί πολιτικήν δράσιν, οι Ήττειρωτικαί παροικίαι εντός καί εκτός Ελλάδος καί ή δράσις αυτών εντός της ευρυτέρας ελληνικής Κοινότητος έν τω εξωτερικώ άττοτελούν επίσης, άντικείμενον μελέτης τοϋ τμήματος τούτου.
  • 3. Διά τήν επίτευξιν τοϋ σκοπού λειτουργεί Αρχείον ιστορικών εγγράφων, επιστολών καί έν γένει γραπτών ενθυμήσεων, αναφερομένων εις τα ως ανω θέματα.
  • Λειτουργεί, επίσης, Τμήμα Φωτογραφιών, ώς κα Λαογραφικόν Μουσείον. (Ακολουθούν τά άρθρα που αναφέρονται στή λειτουργία της Εφορείας). Σύμφωνα με προγενέστερη απόφαση, η Εφορεία είχε την ευχέρεια να καταρτίζει ειδικές ομάδες έρευνας από ειδικούς και τεχνικούς, μέλη ή μη της Εταιρείας, με σκοπό να περιέρχονται, με έξοδα της, την Ήπειρο και να επισημαίνουν, να καταγράφουν, να φωτογραφίζουν και να περισυλλέγουν αρχειακό και άλλο υλικό. Ακόμα, μπορούσε να εκδώσει εκλαϊκευτικά και διαφωτιστικά φυλλάδια, να οργανώνει διαλέξεις και μαθήματα, για να καλλιεργήσει το ενδιαφέρον των κατοίκων κυρίως της υπαίθρου γύρω από την επισήμανση, προστασία και καταγραφή του ιστορικού κλπ. υλικού.
Πηγή: http://www.ehm.gr/index.php 

  • Υπό την εποπτεία και μέριμνα της Ε.Η.Μ. βρίσκονται οι εξής φορείς:
  • 1/ Το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Ιωαννιτών
 Το 1986 ιδρύθηκε  το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Ιωαννιτών με σκοπό τη δημιουργία πολιτισμικού περιβάλλοντος απαραίτητου για την ανάδειξη του τοπικού πολιτισμού και των εκπροσώπων του αλλά και όσων επιθυμούν να εκφραστούν δημιουργικά στο χώρο των Γραμμάτων και των Τεχνών.
Με την ανακαίνιση του Παλαιού Δημοτικού Νοσοκομείου το Εικαστικό Εργαστήρι, που υπάγεται στο Πνευματικό Κέντρο,  βρήκε φωτεινούς και άνετους χώρους για έμπνευση και γνώση και κατόρθωσε να διευρύνει τις δραστηριότητες του ανοίγοντας Τμήματα Σχεδίου, Γλυπτικής και Ψηφιδωτού.
Μέσα στο 1994 δύο ακόμη παραδοσιακά κτήρια: το Αρχοντικό Πυρσινέλλα, στην καρδιά της πόλης, και το Παλαιό Δημαρχείο, στις παρυφές της κεντρικής πλατείας, παραδόθηκαν  το ένα σε πολυπολιτιστικές δραστηριότητες, το άλλο στους δασκάλους και μαθητές του Δημοτικού Ωδείου, το παλαιότερο και πολυπληθέστερο τμήμα του Π.Κ.Δ.Ι.

Δημοτικό Ωδείο

Η Φιλαρμονική και το Χορευτικό Λαογραφικό Τμήμα του Π.Κ. απέκτησαν  τους  δικούς τους  χώρους στο συντηρημένο  βοηθητικό κτήριο του Παλαιού Δημοτικού Νοσοκομείου.
Ο  Μεντρεσές (Ιεροδιδασκαλείο) του Βελή πασά επισκευάστηκε και φιλοξενεί έκτοτε τις μνήμες  της Εθνικής Αντίστασης.
Χώροι εκδηλώσεων:
Αίθουσα "Β. Πυρσινέλλας"

Αίθουσα "Β. Πυρσινέλλας"

Πρόκειται για μια πλήρως εξοπλισμένη αίθουσα εκδηλώσεων 630 θέσεων, που μετά την πρόσφατη ανακαίνιση της φιλοξενεί κάθε είδους εκδήλωση, υψηλών προδιαγραφών και απαιτήσεων.
Συναυλίες, παραστάσεις χορού, θεατρικές παραστάσεις, προβολές και ειδικές εκδηλώσεις, υλοποιούνται ιδανικά.
Το τέλος του 1993 σημειώθηκε  ένα μεγάλο γεγονός: η αποπεράτωση της Αίθουσας "Β. Πυρσινέλλας" του κτηρίου του Π.Κ.: Με υψηλές προδιαγραφές, εξαιρετική ακουστική, φωτεινούς και άνετους χώρους, κοσμείται από μεγαλόπρεπα χάλκινα γλυπτά του Ηπειρώτη καλλιτέχνη Κυριάκου Ρόκου, που μετά και την πρόσφατη ανακαίνιση της φιλοξενεί κάθε είδους εκδήλωση, υψηλών προδιαγραφών και απαιτήσεων.
Συναυλίες, παραστάσεις χορού, θεατρικές παραστάσεις, προβολές και ειδικές εκδηλώσεις, υλοποιούνται ιδανικά.
Στο δεύτερο επίπεδο του κτηρίου λειτουργεί ο Εκθεσιακός Χώρος του Πνευματικού Κέντρου και το φουαγιέ.
  

Αίθουσα- Θέατρο "Δημ. Χατζής"
Πρόκειται για μια πλήρως εξοπλισμένη αίθουσα εκδηλώσεων 180 θέσεων, εντός του αναπαλαιωμένου συγκροτήματος των Παλαιών Σφαγείων Ιδανική για μικρές συναυλίες, παραστάσεις χορού, θεατρικές παραστάσεις, προβολές και ειδικές εκδηλώσεις, καθώς και εκδηλώσεις λόγου.

      

Τέλος  το  1993 ξεκίνησαν   οι εργασίες αναστήλωσης των Στρατιωτικών Μαγειρείων και διαμόρφωσης τους σε χώρο στέγασης της Σχολής Σύγχρονου και Κλασικού χορού, η οποία  λειτούργησε τότε  για πρώτη φορά  γνωρίζοντας μέχρι σήμερα  μεγάλη απήχηση και επιτυχία.
Η Επιχείρηση – Σύντομη Παρουσιάση
Η Κοινωφελής Επιχείρηση με την επωνυμία «Κοινωφελής Επιχείρηση Πολιτισμού, Περιβάλλοντος, Νεολαίας και Άθλησης Δήμου Ιωαννιτών» προέκυψε από τη συνένωση ολόκληρου ή ενός μέρους των ακόλουθων Κοινωφελών Επιχειρήσεων :
  • Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Παιδείας και Πολιτισμού Δήμου Ιωαννιτών «Πνευματικό Κέντρο Ιωαννίνων»
  • Δημοτική Κοινωφελής Επιχείρηση Δήμου Μπιζανίου – Δ.Κ.Ε.Δ.Μ.
  • Κοινωφελής Επιχείρηση Δήμου Ανατολής Ιωαννίνων
  • Κοινωφελής Επιχείρηση Δήμου Παμβώτιδας
  • Κοινωφελής Επιχείρηση Δήμου Περάματος Ιωαννίνων
Το νέο νομικό πρόσωπο καλείται να συνεχίσει το έργο των ανωτέρω Κοινωφελών Επιχειρήσεων. Ειδικότερα, μέσα στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων που αποτυπώνονται στον Δημοτικό και Κοινοτικό Κώδικα, καλείται να βελτιώσει την ποιότητα ζωής των πολιτών του νέου διευρυμένου Δήμου Ιωαννιτών, προάγοντας των πολιτισμό, καλλιεργώντας διάφορες ικανότητες κυρίως των νέων, απασχολώντας δημιουργικά τα μικρά παιδιά  κατά τον ελεύθερο χρόνο τους κλπ.
Οι σκοποί της νέας επιχείρησης επιγραμματικά είναι η οργάνωση λειτουργιών και δραστηριοτήτων που έχουν σχέση με τον πολιτισμό, τον αθλητισμό, το περιβάλλον, τη νεολαία καθώς και την εκπόνηση και εφαρμογή προγραμμάτων έρευνας και τεχνολογίας για την ανάπτυξη της περιοχής .
Στη συνέχεια παρατίθενται οι δράσεις που αναπτύσσει η επιχείρηση:
  • Κοινωνικές  Δομές – Κέντρα  Δημιουργικής  Απασχόλησης  Παιδιών, Παιδικοί Σταθμοί και Πρόγραμμα Βοήθεια στο σπίτι
  • Δημοτικό  Ωδείο
  • Φιλαρμονική
  • Τμήμα Παραδοσιακών Χορών
  • Εικαστικό Εργαστήρι
  • Σχολή Κλασικού και Σύγχρονου Χορού
  • Τμήμα Περιβάλλοντος
  • Τμήμα Νεολαίας και Άθλησης - Κέντρο Πληροφόρησης Νέων
  • Τμήμα Διοικητικής και Οικονομικής Υποστήριξης
  • Διοργάνωση Πολιτιστικών Εκδηλώσεων, Συναυλιών και Εκθέσεων


Η Κοινωφελής Επιχείρηση Πολιτισμού, Περιβάλλοντος, Νεολαίας και Άθλησης Δήμου Ιωαννιτων είναι Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου και διοικείται από εντεκαμελές Δοικητικό Συμβούλιο με θητεία που ακολουθεί τη θητεία του Δημοτικού Συμβουλίου.

2/Το Λαογραφικό Μουσείο "Κ. Φρόντζος"


 Το μουσείο δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία της Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών (Ε.Η.Μ.) και του θυγατρικού της Ιδρύματος Μελετών Ιονίου και Αδριατικού Χώρου (Ι.Μ.Ι.Α.Χ.), με στόχο την συγκέντρωση, διάσωση και αξιοποίηση αντικειμένων του Ηπειρωτικού λαϊκού πολιτισμούΤα αντικείμενα προέρχονται από δωρεές φιλογενών Ηπειρωτών και αγορές, συγκεντρώθηκαν δε από τον εμπνευστή και δημιουργό του, τον Κώστα Φρόντζο, Πρόεδρο της ΕΗΜ και του ΙΜΙΑΧ.

3/ Υπαίθριο θέατρο Ε.Η.Μ.



4/ Πινακοθήκη Ε.Η.Μ.

Έναν πραγματικό θησαυρό αποτελεί η συλλογή της Πινακοθήκης της Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών, καθώς σε αυτή συμπεριλαμβάνονται έργα μερικών από τους σπουδαιότερους Nεοέλληνες ζωγράφους.

Πρόκειται για δωρεές των ίδιων των δημιουργών προς την Ε.Η.Μ., αλλά και δωρητών, με στόχο τον εμπλουτισμό της Πινακοθήκης της και την ενίσχυση του εκπαιδευτικού της ρόλου στην Ήπειρο.

Σπάνια έργα, όπως η προσωπογραφία του Παναγιώτη Αραβαντινού από τον Κερκυραίο ζωγράφο Χαράλαμπο Παχή, πίνακες σημαντικών καλλιτεχνών των αρχών του 20ού αιώνα, όπως του Ουμβέρτου Αργυρού και του Νικολάου Λύτρα, καθώς και δημιουργίες πιο σύγχρονης αντίληψης ζωγράφων, όπως του Σπύρου Βασιλείου, του Γιάννη Σπυρόπουλου και του Πάρη Πρέκα, παρουσιάζονται στους χώρους της Πινακοθήκης. Πολλοί είναι και οι Ηπειρώτες δημιουργοί, όπως οι : Κενάν Μεσαρέ, Κώστας Μαλάμος, Νίκος Χουλιαράς, Θέμος Μάϊπας, Τέμη Μανέκα, Ελένη Μπότσιου, Κυρ. Ρόκος, Θ. Παπαγιάννης , Βασ. Χαρίσης, είναι μόνο μερικοί από τους αντιπροσώπους της νεότερης ηπειρωτικής καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ηπειρώτης υπήρξε και ο Απόστολος Πανταζής, ο οποίος κληροδότησε μεγάλο μέρος του έργου του στην Ε.Η.Μ. Οι πίνακές του, με στοιχεία εξπρεσιονιστικά, δραματικά και ιμπρεσιονιστική αντιμετώπιση του φωτός και του τοπίου, συνθέτουν μια ξεχωριστή ενότητα στην αίθουσα της Πινακοθήκης, με στόχο την ανάδειξη της δημιουργίας του σπουδαίου, αναγνωρισμένου και στην Ευρώπη, ζωγράφου. Σχέδια, χαρακτικά και πίνακες ζωγραφικής, προσωπογραφίες, τοπία και ηθογραφικές σκηνές, απλώνονται στους τοίχους της Πινακοθήκης και παρουσιάζουν όλο το εύρος της νεότερης ελληνικής τέχνης και αποδεικνύουν τη συμβολή της Ε.Η.Μ. στην πνευματική και καλλιτεχνική ζωή του τόπου. Σε ειδική αίθουσα εκτίθενται σπάνια χαρακτικά Ηπειρωτικού ενδιαφέροντος, καθώς και χάρτες.
Τα έργα της συλλογής της Εταιρείας Ηπειρωτικών Μελετών εκτίθενται μόνιμα πλέον στο Μέγαρό της, συνιστώντας έναν μικρό, αλλά πολύτιμο θησαυρό, που αναμένει τους φιλότεχνους επισκέπτες να τον ανακαλύψουν.

5/ Βιβλιοθήκη Ε.Η.Μ.


Διαθέτει σήμερα 70.000 τόμους βιβλίων. Ενδιαφέρον είναι το τμήμα Ηπειρωτικής βιβλιογραφίας στο οποίο έχουν συγκεντρωθεί έργα Ηπειρωτών συγγραφέων, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι έχουν συγκεντρωθεί έργα που αναφέρονται στον Ηπειρωτικό και Αλβανικό χώρο. Η βιβλιοθήκη διαθέτει ένα τμήμα με 700 περίπου τόμους παλαιτύπων που παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον και μία σειρά παλαιών περιοδικών όπως: ΠΑΝΔΩΡΑ, ΕΣΤΙΑ, ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΩΛΕΩΣ, ΑΘΗΝΑ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΟΣ ΑΣΤΗΡ, ΔΩΔΩΝΗ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ, ΕΝΔΟΧΩΡΑ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, ΕΛΛΟΠΙΑ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΖΩΗ, ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΦΥΛΛΑ.

Ηλεκτρονικός κατάλογος βιβλιοθήκης.
Ο ηλεκτρονικός κατάλογος της Βιβλιοθήκης της Ε.Η.Μ., περιέχει την ηλεκτρονική καταγραφή
  • α) βιβλίων με ηπειρωτικό περιεχόμενο
  • β) βιβλία Ηπειρωτών συγγραφέων
  • γ) αποδελτίωση, κατά τίτλο και συγγραφέα, ηπειρωτικού περιεχομένου άρθρων κυρίως από ηπειρωτικά περιοδικά έως και το 1980.
Αναζήτηση στον ηλεκτρονικό κατάλογο μπορείτε να πραγματοποιήσετε στην διεύθυνση http://ehm.openabekt.gr